DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Economy containing plafond | all forms | exact matches only
FrenchGreek
faculté d'exercer des retraits à vue jusqu'à un plafond maximumεπιτρέπω αναλήψεις έως ένα ανώτατο όριο
plafond de réescompteαναπροεξοφλητικό όριο' ανώτατο όριο αναπροεξοφλήσεων
plafond de réescompteαναπροεξοφλητικό όριο
plafond de réescompteανώτατα όρια αναπροεξοφλήσεων
plafond d'engagementανώτατα όρια δεσμεύσεως
plafond d'engagementανώτατα όρια ανάληψης υποχρεώσεων
plafond des prixανώτατο όριο τιμών
plafond tarifaireανώτατο όριο δασμού
plafond à la perte de relativité d'une entrepriseανώτατο ύψος για την απώλεια αναλογίας
plafonds d'engagementανώτατα όρια δεσμεύσεως' ανώτατα όρια ανάληψης υποχρεώσεων
plafonds d'engagementsανώτατα όρια για τη χορήγηση πιστώσεων' ανώτατα όρια πιστώσεων
plafonds pour l'octroi de créditsανώτατα όρια για τη χορήγηση πιστώσεων' ανώτατα όρια πιστώσεων