DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Economy containing pasivo | all forms | exact matches only
SpanishGreek
administración de activos y pasivosδιαχείριση ενεργητικού - παθητικού
aumento de pasivos financierosαύξηση των υποχρεώσεων
concepto de variación de activos/pasivos financierosκριτήριο των μεταβολών των απαιτήσεων
disminución de pasivos financierosμείωση των υποχρεώσεων
empleos/recursos o variaciones de activos/pasivos financierosχρήσεις/πόροι ή μεταβολές των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων/υποχρεώσεων
garantía de pasivoεγγύηση παθητικού
garantía del pasivoεγγύηση υποχρεώσεων
gestión de activo y pasivoδιαχείριση στoιχείωv εvεργητικoύ και παθητικoύ
gestión de activo y pasivoδιαχείριση εvεργητικoύ και παθητικoύ
gestión de activos y pasivosδιαχείριση ενεργητικού - παθητικού
gestión del activo y del pasivoδιαχείριση ενεργητικού - παθητικού
múltiples relaciones pasivo-capitalπολλαπλός υπολογισμός
pasivo financiero cuyo plazo está indeterminadoχρηματοπιστωτικές υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται για αόριστο χρονικό διάστημα
pasivo financiero de la sociedadτρέχουσες χρηματοπιστωτικές υποχρεώσεις της εταιρείας
pasivo financiero por el importe de los derechos asignadosυποχρέωση ίση με τα δικαιώματα που παραχωρήθηκαν
perfeccionamiento pasivoπαθητική τελειοποίηση
responsable del pasivo netoυπεύθυνος για τις καθαρές υποχρεώσεις
tiempo de disponibilidad pasivaχρόνος παθητικής διαθεσιμότητας
valores pasivosπαθητικές αξίες
valores pasivosαδρανείς αξίες
variaciones reales de activos y pasivos financierosπραγματικές μεταβολές των χρηματοπιστωτικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων