DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Economy containing first | all forms | exact matches only
EnglishGreek
aggregates in the first categoryσυνολικά μεγέθη της πρώτης κατηγορίας
first aidπρώτες βοήθειες
first commercial exploitationπρώτη εμπορική εκμετάλλευση
first commercial production unitμονάδα πρώτης εμπορικής παραγωγής
first costαρχικό κόστος
first costαρχική τιμή
first holderπρώτος κάτοχος
first jobπρώτη απασχόληση
first Lomé Conventionσύμβαση Λομέ Ι
first loss trancheτμήμα πρωτεύουσας ζημίας
first priceαρχική τιμή
first priceτιμή κόστους
first priceαρχικό κόστος
first priceκόστος
first stage of EMUπρώτη φάση της ΟΝΕ
first-stop-shopπρώτο σημείο πρόσβασης στην πληροφόρηση
First World WarΠρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος
first year rate of returnδείκτης άμεσης ανταποδοτικότητας
the first move towards price alignment referred to in Article 52η πρώτη προσέγγιση τιμών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 52
"Think small first" principleαρχή "Σκέψου πρώτα σε μικρή κλίμακα"
time the first payment is madeχρονική στιγμή που πραγματοποιείται η πρώτη πληρωμή
time the first transfer of a financial asset is madeχρονική στιγμή που πραγματοποιείται η πρώτη μεταβίβαση μιας απαίτησης