DictionaryForumContacts

   German
Terms for subject Economy containing Land | all forms | exact matches only
GermanGreek
am wenigsten entwickelte Länderλιγότερο ανεπτυγμένες χώρες
an Landστην ακτή
an Landστη στεριά
assoziiertes Landσυνδεδεμένη χώρα
Beförderung zu Wasser und zu Landeεπίγειες μεταφορές
Beihilfe an Länder außerhalb der Gemeinschaftεξωτερική ενίσχυση
Beratender Ausschuss "Osteuropäische Länder"συμβουλευτική επιτροπή για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης
Bestände des Landes an tatsächlich konvertierbarer Währungαπαιτήσεις της χώρας σε πραγματικά μετατρέψιμο νόμισμα
BRICS-LänderBRICS
cif-Wert aller tatsächlich eingeführten Waren eines Landesσυνολική αξία cif όλων των αγαθών που πραγματικά εισάγονται από μια χώρα
das im Lande tätige ausländische Personal ausländischer diplomatischer Vertretungenμέλη ξένων διπλωματικών αποστολών που είναι εγκατεστημένες στη χώρα
das in der Übrigen Welt stationierte Personal der Streitkräfte des Landesμέλη των ενόπλων δυνάμεων μιας χώρας που είναι εγκατεστημένα στην αλλοδαπή
das Personal der im Lande stationierten ausländischen Streitkräfteμέλη των ενόπλων δυνάμεων μιας ξένης χώρας που είναι εγκατεστημένα στη χώρα
den Deckungsbetrag für ein Land begrenzenπεριορίζω το ποσόν κάλυψης για κάποια χώρα
die am wenigsten wohlhabenden Länderοι λιγότερο ευημερούσες χώρες
die neuen Länderτα νέα κρατίδια
ehemalige sozialistische Länderπρώην σοσιαλιστικές χώρες
Erhöhung der Sichtguthaben in der Landeswährung des ziehenden Landesαύξηση των απαιτήσεων όψης στο εθνικό νόμισμα των μονάδων που πραγματοποιούν αναλήψεις
Erhöhung der Verbindlichkeiten in der diesem Land zur Verfügung gestellten Währungαύξηση των υποχρεώσεων των σχετικών προς τα χρήματα που πληρώνονται στην αναλαμβάνουσα μονάδα
europäische Länder im wirtschaftlichen Umbruchευρωπαϊκές χώρες μεταβατικής οικονομίας
für Mittel aus dem Kohäsionsfonds in Frage kommendes Landχώρες της συvoχής
gesamte Desinvestition des Landes im betrachteten Zeitraumκαθαρή αποεπένδυση της χώρας κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου
Gesamtobligo gegenüber einem Landσυνολική εκκρεμούσα έκθεση σε κάποια χώρα
Gesetz über die Erhaltung der Wettbewerbsfähigkeit des Landesνόμος διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας του κράτους
Gruppe der am stärksten industrialisierten LänderΟμάδα των πλέον αναπτυγμένων βιομηχανικά χωρών
Hilfeprogramm der Gemeinschaft für die Wirtschaftsreform der Länder Mittel- und OsteuropasΠρόγραμμα δράσης για την παροχή βοήθειας στην Πολωνία και την Ουγγαρία
hoch verschuldete arme Länderφτωχές υπερχρεωμένες χώρες
hoch verschuldete arme Länderυπερχρεωμένες φτωχές χώρες
hoch verschuldete Länder mittleren Einkommensχώρα μέσου εισοδήματος με σοβαρό χρέος
hoch verschuldetes Landχώρα απειλούμενη από χρεοκοπία
hoch verschuldetes Landχώρα απειλούμενη με χρεοκοπία
im Ausland umlaufende Banknoten des eigenen Landesεθνικά τραπεζογραμμάτια που κυκλοφορούν στο εξωτερικό
im Lande ansässige Personάτομο μόνιμα εγκατεστημένο
im Lande ansässige Staatsangehörigeημεδαποί που είναι εγκατεστημένοι στη χώρα
Land, das sich im Übergang zur Marktwirtschaft befindetχώρες που βρίσκονται σε στάδιο μετάβασης
Land, das sich im Übergang zur Marktwirtschaft befindetχώρα υπό μετασχηματισμό
Land, das sich im Übergang zur Marktwirtschaft befindetχώρα σε μεταβατικό στάδιο
Land, das sich im Übergang zur Marktwirtschaft befindetχώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
Land des Schuldnersχώρα του χρεώστη
Land des Schuldnersχώρα του δανειολήπτη
Land mit geringem Einkommenχώρα χαμηλού εισοδήματος
Land mit geringem Einkommenχώρα με χαμηλό εισόδημα
Land mit niedrigem Einkommenχώρα με χαμηλό εισόδημα
Land mit niedrigem Einkommenχώρα χαμηλού εισοδήματος
Land-Stadt-Wanderungμετανάστευση από την ύπαιθρο στις πόλεις
Länder der Pazifischen Gemeinschaftχώρες της κοινότητας του Ειρηνικού
Länder mit mittlerem Einkommen, untere Einkommenskategorieχώρα χαμηλότερου μέσου εισοδήματος
mittel- und osteuropäische Länderχώρες της Ανατολικής και της Κεντρικής Ευρώπης
mittleres Landμεσαία χώρα
nicht assoziiertes Landμη συνδεδεμένη χώρα
Organisation der arabischen Erdöl exportierenden LänderΟργανισμός Αραβικών Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών
Sonderausschuss "Mittel- und osteuropäische Länder"Ειδική Υποεπιτροπή για τις Χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης
staatseigenes Landδημόσια κτήματα
Stadt-Land-Verhältnisσχέση πόλης-υπαίθρου
Verschmutzung vom Lande ausρύπανση χερσαίας προέλευσης
verwendendes Landχώρα που τα χρησιμοποιεί
vom Land selbst beschlossener Austritt aus dem Systemενδεχόμενη αποχώρηση μιας χώρας από το σύστημα με δική της πρωτοβουλία
Ware,vollständig in einem Land gewonnen oder hergestelltεμπόρευμα παραχθέν πλήρως σε μια χώρα
weniger entwickeltes Landλιγότερο ανεπτυγμένες χώρες
Wirtschaft eines Landesεθνική οικονομία
Wirtschaftsgebiet eines Landesοικονομική επικράτεια
Wirtschaftsgemeinschaft der Länder der Grossen SeenΟικονομική Κοινότητα των Χωρών των Κάτω Λιμνών
Wirtschaftsgipfel der westlichen Länderοικονομική διάσκεψη κορυφής των δυτικών χωρών
wohlhabendes Landσχετικά πλούσια χώρα
zeitweilig aus dem Wirtschaftsgebiet des Landes ausgeführte Warenαγαθά που εισάγονται προσωρινά στην οικονομική επικράτεια της χώρας
zeitweilig ins Wirtschaftsgebiet des Landes eingeführte Warenαγαθά που εισάγονται προσωρινά στην οικονομική επικράτεια της χώρας
zu Reparaturzwecken in ein anderes Land geschickte Warenαγαθά που στέλλονται από μια χώρα σε άλλη για επισκευή
ärmeres Landσχετικά φτωχή χώρα
örtliche Bedienstete von staatlichen Stellen des Landes mit Sitz im Auslandτοπικοί υπάλληλοι γενικών κυβερνητικών υπηρεσιών που βρίσκονται έξω από τη χώρα
überschuldetes Landχώρα απειλούμενη από χρεοκοπία
überschuldetes Landχώρα απειλούμενη με χρεοκοπία
überseeische Länder und GebieteΥπερπόντιες Χώρες και Εδάφη