DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Economy containing Food | all forms | exact matches only
EnglishGreek
advisory group on the food chain and animal and plant healthΣυμβουλευτική ομάδα για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών
artificial food colouringσυνθετική χρωστική ουσία τροφίμων
baby foodπαιδικές τροφές
clothing and food provided for the armed forces and purchased by general governmentρουχισμός και τρόφιμα που προορίζονται για τις ένοπλες δυνάμεις και που αγοράζονται από το δημόσιο
cofinancing operation for the purchase of food productsσυγχρηματοδότηση αγορών επισιτιστικών προϊόντων
Consumers, Health and Food Executive AgencyΕκτελεστικός Οργανισμός για τους Καταναλωτές, την Υγεία και τα Τρόφιμα
European Food Safety AuthorityΕυρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων
food additiveπρόσθετα τροφίμων
food aidεπισιτιστική βοήθεια
Food and Veterinary OfficeΓραφείο Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων
Food Bases projectέργο βάσεων τροφίμων
food cerealsδημητριακό διατροφής
food colouringχρωστική ουσία τροφίμων
food consumptionκατανάλωση τροφίμων
food contaminationρύπανση των τροφίμων
food emulsifierγαλακτωματοποιητής τροφίμων
food expenditureδαπάνη διατροφής
food fatεδώδιμο λίπος
food hygieneυγιεινή τροφίμων
food industryβιομηχανία τροφίμων
food inspectionεποπτεία των τροφίμων
food policyεπισιτιστική πολιτική
food preservingσυντήρηση τροφίμων
food priceτιμή τροφίμων
food processingμεταποίηση τροφίμων
food productionπαραγωγή τροφίμων
food resourcesεπισιτιστικοί πόροι
food safetyασφάλεια των τροφίμων
food self-sufficiencyεπισιτιστική αυτάρκεια
food shortageέλλειψη τροφίμων
food sovereigntyεπισιτιστική κυριαρχία
food standardκανόνας διατροφής
food substituteυποκατάστατο τροφίμου
food supplementσυμπλήρωμα διατροφής
food supplyεφοδιασμός τροφίμων
food surplusesπλεονάσματα τροφίμων
food technologyτεχνολογία τροφίμων
International Emergency Food Reserveδιεθνές επισιτιστικό απόθεμα επείγουσας ανάγκης
International Emergency Food ReserveΔιεθνές Επισιτιστικό Απόθεμα Εκτάκτων Αναγκών
natural food colouringφυσική χρωστική ουσία
pet foodτροφές οικιακών ζώων συντροφιάς
processed food productσύνθετο προϊόν διατροφής
programme for distribution of food free of chargeκοινωνικό πρόγραμμα δωρεάν διανομής
public stock-holding for food security purposesδημόσια αποθέματα για λόγους επισιτιστικής ασφάλειας
self-sufficiency in foodεπισιτιστική ανεξαρτησία
storage of foodαποθήκευση τροφίμων
World Food Programmeπαγκόσμιο επισιτιστικό πρόγραμμα