Spanish | Greek |
absorber el calor incidente por sublimación de un sólido | απορρόφηση της προσπίπτουσας θερμότητας με εξάχνωση κάποιου στερεού |
Acción comunitaria relativa al análisis, la investigación, la cooperación y la acción de la Comisión en el ámbito del empleo | Κοινοτική δράση σχετικά με την ανάλυση, την έρευνα, τη συνεργασία και τη δράση της Επιτροπής στον τομέα της απασχόλησης |
Acción de asistencia a los parados de larga duración | Δράση παροχής βοήθειας στους μακροχρόνια ανέργους |
acción sobre los maléolos | δράση πάνω στους αστραγάλους |
acuerdo sobre seguridad en el trabajo | συμφωνία για την διασφάλιση των θέσεων εργασίας |
adaptar los salarios a la inflación real | προσαρμογή των μισθών στον πραγματικό δείκτη πληθωρισμού |
agenda social para el transporte marítimo | κοινωνικό θεματολόγιο για τις θαλάσσιες μεταφορές |
aparato filtrante contra el polvo radiactivo | συσκευή που συγκρατεί τις ραδιενεργές σκόνες |
autoformación de los funcionarios | αυτο-ενημέρωση των υπαλλήλων |
baja en el empleo | εγκατάλειψη εργασίας |
bonificación de tiempo para el cómputo de la antigüedad | έκπτωση λόγω ηλικίας |
calefacción local de los lugares de trabajo | ατομική θέρμανση ανά θέση εργασίας |
capacitación en el puesto de trabajo | επιτόπια εκπαίδευση |
Capital Humano Europeo en el Umbral del Siglo XXI | ανθρώπινο κεφάλαιο της Ευρώπης στην αυγή του ΧΧΙου αιώνα |
capital humano europeo en los albores del siglo XXI | ανθρώπινο κεφάλαιο της Ευρώπης στην αυγή του ΧΧΙου αιώνα |
carga admisible sobre el eje trasero | αποδεκτό φορτίο επί του οπισθίου άξονος |
Centro Europeo de los trabajadores | Ευρωπαϊκό Κέντρο Εργαζομένων |
certificado de incapacidad para el trabajo | πιστοποιητικό ανικανότητας προς εργασία |
ciencia de la seguridad de los sistemas | επιστήμη των συστημάτων ασφαλείας |
colocación de los desempleados | τοποθέτηση ανέργων σε εργασία |
complementar el plan social | συνοδευτικό μέτρο των κοινωνικών σχεδίων |
completar los ingresos en caso de desempleo | συμπλήρωση του εισοδήματος σε περίπτωση ανεργίας |
componente que el usuario puede ajustar | συστατικό μέρος ρυθμιζόμενο από το χρήστη |
compra de los derechos a pensión | εξαγορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων |
concentración máxima admisible en los ambientes de trabajo | μέγιστη αποδεκτή συγκέντρωση στους εργασιακούς χώρους |
Conferencia general de los representantes de los miembros | Γενική Διάσκεψη των Αντιπροσώπων των Μελών |
consejero encargado de los asuntos generales | σύμβουλος επιφορτισμένος με τα γενικά θέματα |
Convenio relativo a la inspección del trabajo en la industria y el comercio | Σύμβαση "περί επιθεωρήσεως εργασίας εις την βιομηχανίαν και το εμπόριον" |
Convenio relativo al trabajo nocturno de los menores en la industria | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των παίδων εν τη βιομηχανία" |
convenio sobre el periodo de prueba | σύμβαση πρακτικής εξάσκησης |
Convenio revisado sobre el trabajo nocturno mujeres, 1948 | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των απασχολουμένων εν βιομηχανία γυναικών" αναθεωρημένη, 1948 |
Convenio revisado sobre el trabajo nocturno de los menores industria, 1948 | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των παίδων εν τη βιομηχανία" |
coste social de los traslados de las actividades industriales | κοινωνικό κόστος της μετεγκατάστασης |
cubrebota de protección contra el calor | καλύπτρα μπότας για προστασία από τη θερμότητα |
cubrebota de protección contra el frío | υποδήματα για προστασία από το κρύο |
Cumbre de Praga sobre el Empleo | Σύνοδος κορυφής της Πράγας για την απασχόληση |
código de conducta sobre la protección de la dignidad de la mujer y el hombre en el trabajo | κώδικας δεοντολογίας για την προστασία της αξιοπρέπειας των ανδρών και των γυναικών στο εργασιακό περιβάλλον |
Declaración de Dublín sobre el empleo | Δήλωση του Δουβλίνου για την απασχόληση |
derecho de libre acceso a los mercados de empleo | δικαίωμα ελεύθερης εισόδου στις αγορές εργασίας |
descenso de categoría de los trabajadores | υποβάθμιση των εργατών |
desgaste relacionado con el uso | καταπόνηση που οφείλεται στη χρήση |
desplazamiento de los trabajadores no calificados | μετακίνηση ανειδίκευτων εργαζομένων |
deterioro del contenido de los puestos de trabajo | υποβάθμιση των αντικειμένων εργασίας |
deterioro del contenido de los puestos de trabajo | υποβάθμιση των εργασιών |
deterioro del contenido de los puestos de trabajo | υποβάθμιση |
dignidad en el trabajo | αξιοπρέπεια στην εργασία |
disposición correcta de los órganos de maniobra | σωστή διάταξη των οργάνων χειρισμού |
dispositivo de seguridad emplazado en el enganche | διάταξη ασφαλείας ενσωματωμένη στο σύστημα ζεύξης |
dispositivo de seguridad emplazado en el montante o en el cuerpo del arado | διάταξη ασφαλείας ενσωματωμένη στο σώμα |
dispositivo de seguridad emplazado en el montante o en el cuerpo del arado | διάταξη ασφαλείας ενσωματωμένη με το πλαίσιο των αρότρων |
dispositivo que absorbe el sudor | σύστημα που επιτρέπει την απορρόφηση του ιδρώτα |
edad de jubilación distinta según el sexo | κανονική ηλικία συνταξιοδοτήσεως που διαφέρει ανάλογα με το φύλο |
edad en que nace el derecho a una pensión de jubilación | συντάξιμη ηλικία |
el Acuerdo Central Danés sobre tecnología | κεντρική τεχνολογική συμφωνία της Δανίας |
el número, retribución y distribución de los empleos | ο αριθμός,η αμοιβή και η κατανομή των θέσεων |
empleo en el exterior de la explotación | δραστηριότητα εκτός γεωργικής εκμετάλλευσης |
equiparación forzosa de los salarios | αναγκαστική προσαρμογή μισθών |
equipo de protección para prevenir el ahogamiento | μέσα ατομικής προστασίας με σκοπό την πρόληψη πνιγμών |
escalonamiento lineal de los despidos a lo largo del año | γραμμική κλιμάκωση των αποχωρήσεων κατά τη διάρκεια του έτους |
estudio de tiempos con el cronómetro | χρονομετρημένη μελέτη |
estudio orientado hacia el mundo laboral | σπουδές προσανατολισμένες προς τον κόσμο της εργασίας |
formación en el puesto de trabajo | επιτόπια εκπαίδευση |
gafas de protección contra los rayos | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες Χ |
gafas de protección contra los rayos láser | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες λέϊζερ |
garantizar un puesto de trabajo a los colectivos desfavorecidos | εξασφαλίζω απασχόληση σε όλες τις μειονεκτούσες ομάδες |
grado de atenuación que proporciona el equipo de protección individual | βαθμός εξασθένισης του δυσμενούς παράγοντα που παρέχουν τα ΜΑΠ |
gratificación sobre el sueldo | αποζημίωση αντισταθμιστική μισθού |
gratificación sobre el sueldo | αντιμισθία |
Grupo de trabajo para el fomento de las estructuras de participación de los trabajadores | σύνδεσμος εργασίας για την προώθηση της συμμετοχής των εργαζομένων στις επιχειρήσεις |
hipotermia de los ojos | υποθερμία των οφθαλμών |
horas de disponibilidad para el trabajo | διάρκεια βάρδιας |
horas realmente trabajadas durante los períodos normales de trabajo | πραγματικές ώρες εργασίας κατά τη διάρκεια του κανονικού ωραρίου |
igualdad de trato en los empleos públicos | ίση μεταχείριση στις δημόσιες θέσεις απασχόλησης |
impacto sobre el talón del pie | πρόσκρουση πάνω στη φτέρνα |
implicación de los trabajadores | ρόλος των εργαζομένων |
incrementar la cotización de los trabajadores | αύξηση των συνεισφορών των εργαζομένων |
incremento de la participación de las mujeres en el empleo | αύξηση της απασχόλησης των γυναικών |
incremento de los ingresos disponibles | αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος |
indemnizaciones por traslado a favor de los trabajadores | αποζημιώσεις επανεγκαταστάσεως στους εργαζομένους |
indemnización sobre el sueldo | αντιμισθία |
indemnización sobre el sueldo | αποζημίωση αντισταθμιστική μισθού |
informe de la Comisión El empleo en Europa | έκθεση της Επιτροπής |
Iniciativa comunitaria de Empleo y Desarrollo de los Recursos Humanos | Κοινοτική πρωτοβουλία "Απασχόληση και ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού" |
insercion profesional de los jovenes | επαγγελματική ένταξη των νέων |
inserción profesional de los jóvenes | επαγγελματική ένταξη των νέων |
instalación de tratamiento de los aceites minerales | εγκαταστάσεις επεξεργασίας ορυκτών ελαίων |
interrupción en el trabajo | χαμένος χρόνος εργασίας |
interrupción en el trabajo | νεκρός χρόνος |
la liberalización de los movimientos de los trabajadores | η ελευθέρωση της διακινήσεως των εργαζομένων |
la profesión para la que los trabajadores en paro fueron reconvertidos | το επάγγελμα για το οποίο οι εργαζόμενοι οι ευρισκόμενοι σε ανεργία επανεκπαιδεύθησαν |
la retribución de los trabajadores | η αμοιβή των εργαζομένων |
las disposiciones generales del presente Tratado relativas a la liberalización de los servicios | οι γενικές διατάξεις της παρούσης συνθήκης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών |
las posibilidades de empleo de los trabajadores | οι δυνατότητες απασχολήσεως των εργαζομένων |
ley sobre la formación de los salarios | νόμος περί διαμορφώσεως των μισθών |
limitación del tiempo de servicio para el personal de aire | περιορισμός του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού |
los contratos podrán ser por tiempo determinado o indeterminado | η σύμβαση συνάπτεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο |
los derechos adquiridos del personal se analizarían | επανεξέταση των κεκτημένων δικαιωμάτων του προσωπικού |
los obstáculos a la libre circulación de personas | τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων |
los trabajadores | εργατικό δυναμικό |
los trabajadores en paro se han visto obligados a cambiar de domicilio | οι εργαζόμενοι οι ευρισκόμενοι εν ανεργία έχουν αναγκασθεί να αλλάξουν κατοικία |
los trabajadores que quieren iniciar dicha actividad | οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να αναλάβουν τη σχετική δραστηριότητα |
lucha contra los accidentes | πρόληψη ατυχημάτων |
manejo de cargas pesadas que entrañen riesgos de lesiones dorsolumbares para los trabajadores | χειρωνακτική διακίνηση φορτίων που εμπεριέχει μυοσκελετικούς κινδύνους για τους εργαζομένους |
mantenimiento de los derechos de los trabajadores en caso de transmisión de empresas | διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων |
marco comunitario para el empleo | κοινοτικό πλαίσιο για την απασχόληση |
marco de calidad para los períodos de prácticas | ποιοτικό πλαίσιο για τις περιόδους άσκησης |
marco de calidad para los períodos de prácticas | πλαίσιο ποιότητας για την πρακτική άσκηση |
movilidad de los efectivos: mano de obra, personal, trabajadores | κινητικότητα του προσωπικού |
método de clasificación de los empleos | μέθοδος κατανομής των επαγγελμάτων |
método de clasificación de los empleos | μέθοδος κατανομής συγκεκριμένων εργασιών |
método de los tiempos predeterminados | μέθοδος προκαθορισμένου χρόνου |
método de valoración de los conocimientos | μηχανισμός απολογισμού και αξιολόγησης των ικανοτήτων |
normativa sobre el registro de los desempleados en la oficina de empleo | υποχρέωση των ανέργων να υπογράφουν καθημερινά |
notificación de baja en el trabajo | ειδοποίηση περί παύσεως της εργασίας |
operario encargado de los petardos | γομωτής-πυροδότης έκρηξης θραύσης ογκόλιθου |
organización creada al margen de los sindicatos | οργάνωση μη σχετική προς τον κλάδο |
Pacto por el Empleo | συμμαχία για την απασχόληση |
participación de los trabajadores | συµµετοχή των εργαζοµένων |
participación directa en el cambio organizativo | άμεση συμμετοχή στην οργανωτική μεταβολή |
pausa en el trabajo | νεκρός χρόνος |
pausa en el trabajo | χαμένος χρόνος εργασίας |
personal en tierra en los aeropuertos | προσωπικό εδάφους στα αεροδρόμια |
período por el que ha sido destacadauna persona | περίοδος αποσπάσεως |
pintura en el taller | επίστρωση χρώματος στο συνεργείο |
pintura en el taller | βάψιμο στο εργοστάσιο |
plan de acción nacional para el empleo | εθνικό πρόγραμμα δράσης για την απασχόληση |
prevención de los accidentes | πρόληψη κατά των ατυχημάτων |
prima en favor de los trabajadores por cuenta ajena | πριμοδότητηση υπέρ των μισθωτών |
procedimiento de limpieza recomendado por el fabricante | διαδικασία καθαρισμού συνιστώμενη από τον κατασκευαστή |
Programa Común tendente a favorecer el Intercambio de Jóvenes Trabajadores en la Comunidad | Κοινό πρόγραμμα με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων στην Κοινότητα |
Programa de Acción para el Incremento del Empleo | Πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της απασχόλησης |
programa de formacion continuada de los trabajadores en la empresa | πρόγραμμα συνεχούς κατάρτισης των μισθωτών στις επιχειρήσεις |
programa de prevención de los riesgos profesionales | πρόγραμμα πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων |
programa destinado a mejorar el nivel de seguridad, higiene y salud en el trabajo, en particular en las pequeñas y medianas empresas | Πρόγραμμα που στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις |
programa selectivo de lucha contra los accidentes laborales | επιλεκτικό πρόγραμμα καταπολέμησης των εργατικών ατυχημάτων |
protección contra el aprisionamiento | προστασία των ζωνών που παρουσιάζουν κινδύνους σφήνωσης |
protección contra los contactos epidérmicos | προστασία από επαφή με το δέρμα |
protección de los trabajadores contra el ruido | προστασία των μισθωτών από το θόρυβο |
protector auricular adaptable a los cascos de protección | ωτοασπίδα που προσαρμόζεται στο προστατευτικο κράνος |
Protocolo de 1990 relativo al convenio revisado sobre el trabajo nocturno mujeres, 1948 | Πρωτόκολλο του 1990 στη Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας γυναικών", 1948 |
proyecto de movilidad de los jóvenes | πρόγραμμα κινητικότητας των νέων |
recobrar la aptitud para el trabajo | ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασία |
reconocimiento de los ruidos informativos en relación con el trabajo | αναγνώριση θορύβων πληροφόρησης σχετικά με την εργασία |
reconocimiento recíproco de los certificados nacionales de conducción de buques para el transporte | αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών πιστοποιητικών πλοήγησης |
recuperar la aptitud para el trabajo | ικανός να αναλάβω εκ νέου εργασία |
reinserción de los obreros siderúrgicos despedidos | επανένταξη των απολυθέντων στον τομέα σιδήρου και χάλυβα |
reintegración de los desempleados de larga duración | επανένταξη των μακράς διάρκειας ανέργων |
rejuvenecimiento de los directivos | ανανέωση των στελεχών |
reparto de los esfuerzos de frenado entre las partes del cuerpo | κατανομή των προσπαθειών ανάσχεσης της πτώσης στα μέρη του σώματος |
repercusión sobre el empleo | επιπτώσεις στην απασχόληση |
resistencia a los tiros | αντίσταση στις εκσφενδονίσεις |
responsabilización de los servicios | ανάπτυξη αισθήµατος ευθύνης των υπαλλήλων |
Régimen aplicable a los otros agentes | καθεστώς που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους |
salario mínimo establecido por el Estado | κατώτατος μισθός που καθορίζεται από το κράτος |
satisfacción en el trabajo | επαγγελματική ικανοποίηση |
segregación en el empleo | διαχωρισμός της αγοράς εργασίας |
segregación en el empleo | επαγγελματικός διαχωρισμός |
servicio de colocación de los trabajadores | υπηρεσία τοποθετήσεως των εργαζομένων |
servicio de higiene en el trabajo | υπηρεσία υγιεινής της εργασίας |
sistema comunitario de documentación sobre el empleo | κοινοτικό σύστημα τεκμηρίωσης σχετικά με την απασχόληση |
sistema de seguimiento y evaluación de los currículos | σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης των κύκλων σπουδών |
sucesión de los trabajos | αλληλουχία εργασιών |
tiempo de disponibilidad en el trabajo | υποχρέωση διαθεσιμότητας |
traba mínima para el usuario | ελάχιστη παρενόχληση του χρήστη |
trabajador de las minas y de los centros de trabajo asimilados | εργαζόμενος των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων |
trabajador de las minas y de los centros de trabajo similares | εργαζόμενος των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων |
trabajador destinado en el extranjero por la empresa | εργαζόμενος που αποσπάται στο εξωτερικό από την επιχείρηση |
tropiezo en el dispositivo de enlace | πρόσκρουση στη διάταξη σύνδεσης |
Unión de Confederaciones de la Industria y de los Empleadores de Europa | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
Unión de Confederaciones de la Industria y de los Empleadores de Europa | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
Unión europea de los trabajadores DC | Ευρωπαϊκή ΄Ενωση Χριστιανοδημοκρατών εργαζομένων |
utilización médica de los rayos X | ιατρική χρήση των ακτίνων Χ |
velocidad de reacción de los oculares | ταχύτητα αντίδρασης των οπτικών μέσων |
vinculación con el mercado de trabajo | διασύνδεση με την αγορά εργασίας |
vincular los salarios a los resultados de la empresa | συνδέω τους μισθούς με την απόδοση της επιχείρησης |