Portuguese | Greek |
abandono da profissão | παύση της επαγγελματικής δραστηριότητας |
abandono da profissão | εγκατάλειψη του επαγγέλματος |
abandono de atividade assalariada | παύση της μισθωτής απασχολήσεως |
abatimento de idade | περικοπή μισθού λόγω ηλικίας |
abono de chefe de família | επίδομα στέγης |
adaptação anual das remunerações | ετήσια αναπροσαρμογή των αποδοχών |
aderecista de teatro e cinema | βοηθός φύλακα των αξεσουάρ θεάτρου και κινηματογράφου |
alimentador de silos | χειριστές σιλό |
ambiente de trabalho normal | άνετο περιβάλλον |
ambiente de trabalho objetivo | αντικειμενικό εργασιακό περιβάλλον |
andaime de serviço com plataforma transformável autónoma | ικρίωμα υπηρεσίας με ανεξάρτητη μεταβλητή εξέδρα εργασίας |
animador de juventude | καθοδηγητής νεολαίας |
aparelhador de navios | αρμενιστής πλοίου |
aparelho de elevação com braços isolados | εναέριος ανελκυστήρας με μονωμένο βραχίονα |
aparelho de proteção | συσκευή προστασίας |
aparelho de proteção | προστατευτική διάταξη |
aparelho de segurança | συσκευή διάταξης |
aparelho de segurança | συσκευή ασφάλειας |
aparelho isolante de ar fresco | συσκευή που απομονώνει από τον αέρα του περιβάλλοντος,με λήψη από τον ελεύθερο αέρα |
apartador de lã | ταξινομητής ινών |
apartador de trapo | διαλογέας ελαττωματικών ινών |
apoio de armadura | συσκευή ασφαλείας για αναρτήσεις |
apoio de cinto | συσκευή ασφαλείας για αναρτήσεις |
apoio estanque da peça facial sobre a face | στεγανή υποστήριξη των σημείων που εφάπτονται στο πρόσωπο |
apoio à criação de postos de trabalho | συμβολή στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης |
apoio à instalação e à obtenção de experiência de trabalho | δαπάνες ενισχύσεων για εγκατάσταση και τοποθέτηση σε εργασία |
aprendizagem de um ofício | εκμάθηση ενός επαγγέλματος |
aquecimento local dos lugares de trabalho | ατομική θέρμανση ανά θέση εργασίας |
armador de ferro | σιδεράς ράβδων μπετόν |
ascensor de movimento contínuo | ανελκυστήρας συνεχούς κίνησης |
assistente de montagem | βοηθός συναρμολογητού ταινιών |
assistente de realização | γραμματεύς στην κατασκευή ταινιών |
assistente de realização | βοηθός σκηνοθέτου παραγωγού |
assistente de som-filmes | χειριστής μικροφωνικών συσκευών |
Associação Dinamarquesa de Empregadores | Δανική ΄Ενωση Εργοδοτών |
atividade criadora de emprego | δραστηριότητες που συνεπάγονται δημιουργία θέσεων απασχόλησης |
aumento progressivo da idade da reforma antecipada | συμφωνία για προοδευτική αύξηση του ορίου ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης |
auxiliar de cozinha | βοηθός μαγείρου |
auxiliar de vendas | βοηθός πωλητή |
aviso de concurso | προκήρυξη διαγωνισμού |
aviso de recrutamento | γνωστοποίηση κενών θέσεων εργασίας |
aviso de vaga | γνωστοποίηση κενών θέσεων εργασίας |
aviso de vaga de emprego | γνωστοποίηση κενών θέσεων εργασίας |
aviso de vaga de lugar | γνωστοποίηση κενών θέσεων εργασίας |
Ações a favor dos desempregados de longa duração | Δράση παροχής βοήθειας στους μακροχρόνια ανέργους |
baixa das qualidades acústicas | μείωση των ακουστικών ικανοτήτων |
base das negociações | βάση διαπραγμάτευσης |
base de dados europeia sobre a saúde e segurançaHASTE | βάση δεδομένων περί υγιεινής και ασφάλειας |
bolsa de formação prática | υποτροφία πρακτικής κατάρτισης |
bonificação de antiguidade de escalão | βελτίωση αρχαιότητας κατά κλιμάκιο |
bota de borracha | ελαστικά άρβυλα |
bota de cano médio | μποτάκια |
bota de plástico | πλαστικά άρβυλα |
bota de proteção contra as vibrações | μπότες για προστασία από τους κραδασμούς |
bota de proteção isolante | μπότες με ηλεκτρική μόνωση |
bota de segurança | μπότες ασφαλείας |
bónus de Natal | δώρο των Χριστουγέννων |
bónus de Natal | δώρο Xριστουγέννων |
caixa de pensões | ταμείο σύνταξης |
captação de águas subterrâneas | μάστευση υπογείων υδάτων |
cardador de fiação de algodão | λαναριστής βάμβακος |
cardador de lã | λαναριστής μαλλιού |
carpinteiro de carros e rodas | κατασκευαστής αμαξών από ξύλο |
carpinteiro de moldes | κατασκευαστής ξυλίνων προπλασμάτων |
cementador de metais | βαφεύς |
chefe de estaleiro | εργοδηγός οικοδομικών και δομικών έργων |
chefe de mesa | αρχισερβιτόρος |
chefe de máquinas | αρχιμηχανικός πλοίων |
chefe de receção de hotel | προïστάμενος υποδοχής |
chefe de receção-indústria hoteleira | προιστάμενος θυρωρός |
chefe de sala | σερβιτόρος τμήματος |
circunstâncias de um acidente | συνθήκες ατυχήματος |
classe de abatimento sonoro | κατηγορία από άποψη ηχομείωσης |
classe de proteção | κλάση προστασίας |
classe de proteção | επίπεδο προστασίας |
classe de qualidade ótica | κλάση οπτικής ποιότητας |
cobrador de bilhetes-transportes coletivos | ελεγκτής εισιτηρίων οχημάτων Δ/X |
colhedor de vidro | προπαρασκευαστής υαλομάζας προ της τελικής μορφοποιήσεως στο καλούπι |
colocador de tubos de drenagem | εργάτης αποξηραντικών έργων |
colocador de vedações | τοποθετητής ξυλίνου πλέγματος |
comissão de alterações tecnológicas e mecânicas | τεχνολογική επιτροπή |
comissão de luta | επιτροπή δράσης |
comissão de tecnologia | τεχνολογική επιτροπή |
Comissão Mista para a Harmonização das Condições de Trabalho na Indústria do Aço | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη σιδηρουργία |
Comissão Mista para a Harmonização das Condições de Trabalho na Indústria do Aço | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη βιομηχανία του χάλυβα |
comissão mista para a harmonização das condições de trabalho na siderurgia | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη βιομηχανία του χάλυβα |
comissão mista para a harmonização das condições de trabalho na siderurgia | μεικτή επιτροπή για την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στη σιδηρουργία |
comissão para as relações de trabalho | επιτροπή συνεννόησης |
Comissão paritária de promoção | επιτροπή ίσης εκπροσωπήσεως |
componente intermutável de equipamento de proteção | εναλλάξιμο συστατικό μέρος ΜΑΠ |
condição convencional de trabalho | συνθήκες εργασίας που προβλέπονται από τις σχετικές συμβάσεις |
condição convencional de trabalho | συμβατικές συνθήκες εργασίας |
condição de acesso ao emprego | όρος για την εξεύρεση απασχόλησης |
condição de trabalho em caso de subcontratação transnacional | εργασία στις διεθνικές υπεργολαβίες |
condição pervisível de utilização | προβλεπόμενη συνθήκη χρήσης |
condições de comodidade | συνθήκες ανέσεως |
condições de conforto | συνθήκες ανέσεως |
Condições de Emprego | όροι απασχόλησης |
condições de trabalho | χώρος εργασίας |
condições de trabalho | περιβάλλον εργασίας |
condições de trabalho do pessoal | συνθήκες εργασίας του προσωπικού |
condições de trabalho individualizado | κοινωνικά απομονωμένο εργασιακό περιβάλλον |
condições de trabalho individualizado | εξατομικευμένο εργασιακό περιβάλλον |
confecionador de cigarros, charutos e cigarrilhas | σιγαροποιός |
confecionador de cigarros, charutos e cigarrilhas | κατασκευαστής πούρων |
confecionador de luvas | κατασκευαστής γαντιών από δέρμα |
Confederação Europeia dos Motoristas de Táxi | ευρωπαϊκή συνομοσπονδία ταξί |
Conselho de Administração da Fundação Europeia para a Melhoria das Condições de Vida e de Trabalho | Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας |
Conselho nacional de trabalho | εθνικό συμβούλιο εργασίας |
Conselho Permanente de Concertação Social | Μόνιμο Συμβούλιο Κοινωνικών Διαβουλεύσεων |
consolidação de determinadas instalações de produção | διατήρηση χώρων παραγωγής |
convenção de estágio | σύμβαση πρακτικής εξάσκησης |
convenção de objetivos | συμφωνία για δέσμη στόχων |
convenção de seguro desemprego | σύμβαση ασφάλισης ανεργίας |
convenção provincial de trabalho | σύμβαση εργασίας σε νομαρχιακό επίπεδο |
Convenção respeitante ao Trabalho Nocturno das Mulheres na Indústria revista | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των απασχολουμένων εν βιομηχανία γυναικών" αναθεωρημένη, 1948 |
Convenção sobre o Trabalho Nocturno das Crianças na Indústria revista | Σύμβαση "περί νυκτερινής εργασίας των παίδων εν τη βιομηχανία" |
cor de segurança | χρώμα ασφαλείας |
cor de sinalização | χρώμα επισήμανσης |
correspondência das qualificações profissionais | αντιστοιχία των επαγγελματικών προσόντων |
correspondência de qualificações de formação profissional | αντιστοιχία των τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης |
cravador de calçado de pele | γαζωτής υποδημάτων |
curso de orientação | κύκλοι μαθημάτων επαγγελματικού προσανατολισμού |
curso de reciclagem | μαθήματα επιμόρφωσης |
curso de reciclagem profissional | μαθήματα επαγγελματικής επιμόρφωσης |
curtidor de camurças | βυρσοδέψης αιγάγρου |
círculo de qualidade | έλεγχος ποιότητας στις επιχειρήσεις |
código de boa conduta relativo à proteção da dignidade das mulheres e dos homens no trabalho | κώδικας δεοντολογίας για την προστασία της αξιοπρέπειας των ανδρών και των γυναικών στο εργασιακό περιβάλλον |
Código de Formação, de Certificação e de Serviço de Quartos para os Marítimos | κώδικας εκπαίδευσης, πιστοποιητικών και κανονισμών φυλακής των ναυτικών επαγγελμάτων |
Código de Formação, de Certificação e de Serviço de Quartos para os Marítimos | Κώδικας εκπαίδευσης, πιστοποίησης και τήρησης φυλακών των ναυτικών |
desengrossador de peles | σχίστης δερμάτων με μηχανή |
desenhador da construção civil | σχεδιαστής αρχιτεκτονικού σχεδίου |
desenhador de estudos | σχεδιαστής μελετών |
desenhador de execução | τεχνικός σχεδιαστής |
desenhador de pormenor | σχεδιαστής λεπτομερειών |
desenhador de produtos industriais | σχεδιαστής γενικά |
desenhador-criador de produtos industriais | σχεδιαστής βιομηχανικών προïόντων |
destacamento de um trabalhador assalariado | απόσπαση μισθωτού |
dia compensatório de descanso não remunerado | ημέρα αντισταθμιστικής άδειας άνευ αποδοχών |
dia de descanso laboral | ημέρα αργίας |
dia de greve | μέρα απεργίας |
dia de paralisação | ημέρα ανεργίας |
dia de trabalho | έργο ημέρας |
Direção Departamental do Trabalho e da Mão de Obra | Νομαρχιακή Διεύθυνση Εργασίας και Εργατικού Δυναμικού |
Direção Regional de Emprego | Περιφερειακή Διεύθυνση Απασχόλησης |
documento de segurança e saúde | έγγραφο για την ασφάλεια και την υγεία |
doença de Pierce | ασθένεια του PIERCE |
eletricista de anúncios luminosos de néon | ηλεκτρολόγος σημάτων και φωτισμού νέον |
eletricista de construção civil | ηλεκτρολόγος εγκαταστάσεως κτιρίων |
eletricista de manutenção | ηλεκτρολόγος συντηρητής |
eletricista de teatros e estúdios | ηλεκτρολόγος θεάτρου,κινηματογράφου κ.λ.π. |
eletromecânico de instrumentos de precisão | ηλεκτρομηχανικός οργάνων ελέγχου |
eletromecânico de quadros de distribuição e comando | ηλεκτρομηχανικός πινάκων διανομής |
enchedor de grandes recipientes | χειριστής μηχανής πληρώσεως δοχείων |
engate de segurança | σύνδεσμος ασφαλείας |
engenheiro de transportes | μηχανικός συγκοινωνιών |
engenheiro especializado em outros ramos de atividade especificados no Anexo IV | μηχανικοί ειδικευμένοι στην ειδικότητα του παραρτήματος IV |
envernizador de metais | χρωματιστής μεταλλικών αντικειμένων |
equipamento de intervenção em ambientes quentes | μέσο επέμβασης σε θερμούς χώρους |
equipamento de oxigénio de fluxo constante | συσκευή συνεχούς ροής οξυγόνου |
equipamento de oxigénio em circuito fechado | συσκευή οξυγόνου κλειστού κυκλώματος |
equipamento de proteção destinado a intervenções rápidas | ΜΑΠ για ταχείες επεμβάσεις |
equipamento de proteção destinado à prevenção do afogamento | μέσα ατομικής προστασίας με σκοπό την πρόληψη πνιγμών |
equipamento de proteção individual de autodefesa contra agressores | μέσο ατομικής προστασίαςΜΑΠγια την αυτοάμυνα σε περίπτωση απρόκλητης επίθεσης |
equipamento de proteção individual de utilização privada | μέσο ατομικής προστασίαςΜΑΠχρησιμοποιούμενο όχι επαγγελματικά για την προστασία από δυσμενείς καιρικές συνθήκες |
equipamento de proteção pessoal | ατομικός εξοπλισμός προστασίας |
equipamento de proteção sujeito a envelhecimento | ΜΑΠ που υφίστανται γήρανση |
equipamento de segurança | εξοπλισμός ασφαλείας |
equipamento de sobrevivência | εξοπλισμός επιβίωσης |
equipamento de trabalho | εξοπλισμός εργασίας |
equipamento de trabalho | απαραίτητος εξοπλισμός |
equipamento dotado de válvulas respiratórias | εξοπλισμός με αναπνευστικές βαλβίδες |
equipamento protetor da pele | εξοπλισμός για την προστασία του δέρματος |
espetro granulométrico das partículas | κοκκομετρικό φάσμα των σωματιδίων |
esta comunicação determina a abertura de vaga no lugar | διά της γνωστοποιήσεως αυτής η θέση καθίσταται κενή |
estanquidade da armação à radiação | στεγανότητα του σκελετού στις ακτινοβολίες |
estanquidade da máscara | στεγανότητα στο πρόσωπο |
estas medidas não prejudicam a aplicabilidade das disposições | τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων |
estrato de cobertura | στρώμα επικάλυψης |
estratégia no domínio da saúde no trabalho | στρατηγική προαγωγής της εργασιακής υγιεινής |
exigências de emprego | διανοητικές και φυσικές απαιτήσεις μιας εργασίας |
exigências de luminosidade | συνιστώμενος φωτισμός |
exigências de luminosidade | επιβαλλόμενος φωτισμός |
exigências de qualificação | απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα |
exigências de qualificação | αναγκαία επαγγελματικά προσόντα |
falta de efetivos | έλλειψη προσωπικού |
fato anti-g de água | υδατοστολή αντι-g |
fato com ventilação de ar | αεριζομένη στολή πτήσης |
fato de macaco | φόρμα |
fato de pressão parcial | στολή μερικής πίεσης |
fato de pressão total | στολή πλήρους πιέσεως |
fato de trabalho | στολή εργασίας |
fato de trabalho | ρούχα της δουλειάς |
fato pressurizado de câmaras de ar | αεροθαλαμική στολή πίεσης |
fator de avaliação | παράγοντας αξιολόγησης |
fator de perturbação autogéneo | εγγενής παράγων όχλησης |
fator de trabalho | παράγων εργασίας |
fator espetral de transmissão | συντελεστής φασματικής διάδοσης |
filtro de soldagem | ειδικό οπτικό φίλτρο σιδηρουργού |
filtro de soldagem | ειδική οπτική οθόνη προστασίας μεταλλουργού |
fogueiro de caldeiras a vapor | θερμαστής ατμολεβήτων |
forma de emprego flexível | ευέλικτο σχήμα απασχόλησης |
forma de rutura em estilhaços não perigosos | τρόπος θραύσης σε μη επικίνδυνα θραύσματα |
forma flexivel de remuneração | ελαστικότητα στη διαμόρφωση των αμοιβών |
formação no posto de trabalho | επιτόπια εκπαίδευση |
formação transnacional à gestão da inovação | κατάρτιση στον τομέα της διαχείρισης των καινοτομιών σε διακρατικό επίπεδο |
fundidor de convertidor-indústria siderúrgica | κλιβανιστής |
fundidor de forno elétrico aciaria | τήκτης |
fundidor de metais não ferrosos | τήκτης |
fundidor-moldador de metais preciosos | χύτης πολυτίμων μετάλλων |
fundo especial de salvaguarda do emprego | Ειδικό Ταμείο για τη διασφάλιση της απασχόλησης |
Fundo Nacional de Emprego | Εθνικό Ταμείο Απασχόλησης |
furador de rocha-minas | μιναδόρος-σχίστης πετρωμάτων ορυχείου |
furador,perfurador de poços-minas | πιστολαδόρος-φρεατορύχος |
gas destinado às operações de fumigação | αέριο που χρησιμοποιείται για υποκαπνισμό |
gaspeador de calçado de pele | γαζωτής υποδημάτων |
grade de proteção | κιγκλίδωμα προστατευτικό |
gravador de metais não preciosos | χαράκτης μετάλλου |
gravador de ourivesaria | χαράκτης κοσμημάτων |
grelha de proteção com visor | οθόνη προστασίας |
guarda de caminho de ferro | φύλακας σιδηροδρόμων |
guarda de vestiário | υπάλληλος γκαρνταρόμπας |
guincheiro de extração | χειριστής αναλκυστήρος ορυχείων |
hora de encerramento do expediente | εντός των εργασίμων ωρών |
hora de trabalho | εργατώρα |
hora de trabalho com acréscimo | προσαυξημένη ώρα εργασίας |
horas brutas de trabalho | συνολική διάρκεια εργασίας |
horas de mão de obra | εργατοώρες |
horas de trabalho | ώρες εργασίας |
horas de trabalho | διάρκεια εργασίας |
horas de trabalho | ωράριο |
horas de trabalho | ωράριο εργασίας |
horas líquidas de trabalho | καθαρός χρόνος εργασίας |
horas realmente trabalhadas durante os períodos normais de trabalho | πραγματικές ώρες εργασίας κατά τη διάρκεια του κανονικού ωραρίου |
horário de serviço | κατανομή υπηρεσίας |
horário de serviço de trabalho efetivo | πραγματική διάρκεια της εργασίας |
horário de trabalho | διαχείριση του χρόνου εργασίας |
horário de trabalho diário | καθημερινό ωράριο εργασίας |
horário de trabalho fixo | εργασία με σταθερό ωράριο |
horário de trabalho flexível | ευέλικτη διαχείριση του χρόνου εργασίας |
horário de trabalho flexível | εργασία με ελαστικό ωράριο |
horário de trabalho mensal | μηνιαία διάρκεια της εργασίας |
horário de trabalho não efetivo | εργασία ακανόνιστου ωραρίου |
horário de trabalho rotativo | εργασία με κυλιόμενο ωράριο |
idade de reforma diferente consoante o sexo | κανονική ηλικία συνταξιοδοτήσεως που διαφέρει ανάλογα με το φύλο |
idade de reforma voluntária | ηλικία εθελούσιας συνταξιοδότησης |
idade de reforma voluntária | εθελοντική ηλικία συνταξιοδότησης |
idade que dá direito a uma pensão de reforma | συντάξιμη ηλικία |
impressor de artes gráficas | εκτυπωτής |
impressor de offset | χειριστής OFFSET |
impressor-prensa de contacto-fotografia | υπεύθυνος εμφανίσεως φωτογραφιών |
indemnização de um acidente de trabalho | αποκατάσταση των ατυχημάτων εργασίας |
indemnização de um acidente de trabalho | αποζημίωση ατυχημάτων εργασίας |
indemnização por mudança de residência | αποζημίωση αλλαγής κατοικίας |
indexação automática das remunerações | αυτόματη αναπροσαρμογή των μισθών |
indicador de resultados | δείκτης αποτελεσματικότητας |
inobservância das normas de segurança | μη τήρηση των κανόνων ασφαλείας |
instalador de aquecimento central | εγκαταστάτης κεντρικής θερμάνσεως |
instalador de cabos submarinos | τοποθετητής υποβρυχίων καλωδίων |
instalação de redução direta | εγκατάσταση απευθείας αναγωγής |
instalação de tratamento de óleos minerais | εγκαταστάσεις επεξεργασίας ορυκτών ελαίων |
instalação de vestiário | εγκαταστάσεις αποδυτηρίων |
instalações de segurança | εγκατάσταση ασφαλείας |
instituição de seguro de desemprego | φορέας ασφαλίσεως ανεργίας |
instituição oficial de regulação de conflitos | επίσημη αρχή που ρυθμίζει τις εργασιακές διαφορές |
instrução de manipulação | οδηγίες χειρισμού |
instrução de uso sumária | συνοπτική οδηγία χρήσης |
jornada de paralisação | ημέρα ανεργίας |
lentes de soldagem | ειδική οπτική οθόνη προστασίας μεταλλουργού |
lentes de soldagem | ειδικό οπτικό φίλτρο σιδηρουργού |
liberdade de negociação absoluta | απόλυτη ελευθερία διαπραγμάτευσης |
liberdade de trabalho | ελευθερία εργασίας |
lingueta de segurança | γάντζος ασφαλείας |
lingueta de segurança | καστάνια ασφαλείας |
mineiro de fundo-minas | μπαζαδόρος-χειρώνακτας υπέδαφους |
modista de chapéus | κατασκευαστής γυναικείων καπέλων |
mola de desligação | ελατήριο αυτομάτου αποσύνδεσης |
mola de desligação | ελατήριο ασφαλείας |
mola de segurança | ελατήριο ασφαλείας |
mola de segurança | ελατήριο αυτομάτου αποσύνδεσης |
moldador manual-fundição de metais | τυπωτής |
moldador à máquina-fundição de metais | χειριστής τυπωτικής πρέσσας |
mão de obra | έργο |
mão de obra empregada em agricultura | εργάτες στον γεωργικό τομέα |
mão de obra extraordinária | ευκαιριακό εργατικό δυναμικό |
mão de obra ocasional | ευκαιριακό εργατικό δυναμικό |
mão de obra transferível | μεταφυτευμένη εργασιακή δύναμη |
mão de obra versátil | μεταφυτευμένη εργασιακή δύναμη |
necessidades de trabalho | ανάγκες εργασίας |
o acordo central de tecnologia dinamarquês | κεντρική τεχνολογική συμφωνία της Δανίας |
o salário ou vencimento ordinário,de base ou mínimo,e quaisquer outras regalias | οι συνήθεις βασικοί ή κατώτατοι μισθοί ή αποδοχές και όλα τα άλλα οφέλη |
o salário ou vencimento ordinário,de base ou mínimo,e quaisquer outras regalias | οι συνήθεις βασικοί ή ελάχιστοι μισθοί ή αποδοχές και όλα τα άλλα οφέλη |
o Tribunal de Justiça pode ordenar a perda dos direitos à pensão | το Δικαστήριο δύναται να αποφασίσει την έκπτωση του μέλους από το δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως |
obras para instalação de divisórias | εργασίες εσωτερικών χωρισμάτων |
ocular de segurança | οπτικό μέσο ασφαλείας |
oferecer garantias de exercício regular da sua profissão | παρέχω εχέγγυα για την περαιτέρω νόμιμη άσκηση της δραστηριότητας |
operador da instalação | υπεύθυνος παραγωγικής διαδικασίας |
operador da maquinaria | υπεύθυνος παραγωγικής διαδικασίας |
operador da sala de controlo | χειριστής του κέντρου ελέγχου |
operador de acabamentos | βιβλιοδέτης |
operador de banco-têxtil | προγνέστρια |
operador de betoneira | χειριστής μπετονιέρας |
operador de bobinadoras-laminagem | εφαρμοστής συντηρήσεως κυλίνδρων |
operador de bobinadoras-laminagem de chapas | χειριστής ανέμης |
operador de bobinadoras-laminagem de fios | χειριστής ανέμης |
operador de cabina de comando de convertidor | χειριστής |
operador de caixas de mistura | χαρμανιέρης |
operador de caixas de mistura | αναμίκτης καπνού |
operador de calandra-borracha | χειριστής καλάντρας ελαστικού |
operador de calandra-matérias plásticas | χειριστής καλάντρας πλαστικών |
operador de caldeiras a vapor | θερμαστής ατμολεβήτων |
operador de cintradora-chapas de metal | χειριστής μηχανής καμπυλώσεως λευκοσιδήρου |
operador de circuito de moagem | χειριστής σπαστήρος |
operador de computadores | χειριστής ηλεκτρονικών υπολογιστών |
operador de consola | χειριστής υπολογιστού |
operador de depuração de gases | τεχνίτης επιβλέψεως συγκροτήματος αερίων |
operador de desenfornamento-fornos de coque | κλιβανιστής λιθάνθρακος |
operador de embalagens | τεχνίτης κατασκευής προϊόντων συσκευασίας |
operador de enfornamento e desenfornamento-laminagem | εργάτης εκφορτώσεως κλιβάνου |
operador de enfornamento-forno de reaquecimento | φορτωτής |
operador de enfornamento-fornos de coque | γεμιστής κλιβάνων λιθάνθρακος |
operador de engenho de furar-trabalho em série dos metais | χειριστής δραπάνου μετάλλου |
operador de extrusora-borracha | χειριστής πρέσσας ελαστικού |
operador de extrusora-matérias plásticas | χειριστής μηχανής εξελάσεως πλαστικών |
operador de fotocompositora | χειριστής φωτοτυπικής μηχανής |
operador de fragmentação e classificação | χειριστής σπαστήρος |
operador de fresadora | φρεζαδόρος μετάλλου |
operador de fresadora universal de reproduzir | σημειωτής με μηχανή |
operador de fresadora-pantógrafo | σημειωτής με μηχανή |
operador de instalação automática de fabrico de tijolos e telhas | πρεσσαδόρος κεραμουργίας |
operador de instalação de estirar vidro | χειριστής μηχανής υαλοπινάκων |
operador de instalações e aparelhos-indústrias alimentares e bebidas | χειριστής μηχανής επεξεργασίας τροφίμων και ποτών |
operador de laminadoras contínuas a quente | χειριστής τελικών ελάστρων |
operador de laminadoras reversíveis-a quente | χειριστής ελάστρου ξεχονδρίσματος |
operador de misturador-aciaria | χειριστής MIXER |
operador de máquina automática para polir pedra | στιλβωτής λίθων με μηχανή |
operador de máquina cigarreira | χειριστής μηχανής κατασκευής σιγαρέτων |
operador de máquina de contabilidade | χειριστής λογιστικών μηχανών |
operador de máquina de descasque | εργάτης που αποφλοιώνει |
operador de máquina de endireitar e cortar chapas | χειριστής ισιωτικής μηχανής χαλυβδοφύλλων |
operador de máquina de injeção-matérias plásticas | χειριστής μηχανής χυτεύσεως πλαστικών υλών |
operador de máquina de insuflação-matérias plásticas | χειριστής πρέσσας με φυσητήρα |
operador de máquina de pique | χειριστής κοπτικής μηχανής καπνού |
operador de máquina de polir metais | στιλβωτής μετάλλου |
operador de máquina de revelar | εμφανιστής φωτογραφιών |
operador de máquina de trabalhar chapa | χειριστής μεταλλουργικών μηχανών |
operador de máquina de tufar tapetes | χειριστής μηχανής ταπητουργίας |
operador de máquina desempenadora | χειριστής πλάνης μετάλλου |
operador de máquina desempenadora | χειριστής ισιωτικής μηχανής |
operador de máquina para trabalhar madeira,em geral | χειριστής ξυλουργικών μηχανών |
operador de máquinas de cortar | χειριστής μηχανής με φλόγα |
operador de máquinas de embalar-produtos líquidos ou sólidos | συσκευαστής με μηχανή |
operador de máquinas de escritório | χειριστής μηχανών γραφείου |
operador de máquinas de extração | χειριστής αναλκυστήρος ορυχείων |
operador de máquinas do fabrico de molas-estofos e colchões | κατασκευαστής μεταλλικών ελατηρίων |
operador de máquinas mecanográficas-material clássico | χειριστής διατρήσεως καρτελλών |
operador de máquinas para confecionar sacos e envelopes em papel e matérias similares | χειριστής μηχανής κατασκευής χαρτοφακέλλων |
operador de prensa de compressão matérias plásticas | χειριστής μηχανικής πρέσσας πλαστικών |
operador de prensa de estrudar | εξελαστής ράβδων μετάλλου |
operador de prensa de forjar | σιδηρουργός πρεσαδόρος |
operador de prensagem de azeitonas | ελαιοτριβέας |
operador de quadros de comando - central elétrica | χειριστής πίνακος διανομής ηλεκτρικού ρεύματος |
operador de quinadeira | χειριστής πρέσσας μετάλλου |
operador de registo de dados | δακτυλογράφος κωδικών στοιχείων |
operador de registo de som | χειριστής συσκευών ηχοληψίας |
operador de reprografia | χειριστής μηχανών γραφείου |
operador de serra de corte a quente-laminagem | χειριστής πριονιού |
operador de serra para metais | χειριστής μεταλλοπρίονου |
operador de skips-alto-forno | χειριστής καμπάνας υψικαμίνου |
operador de soprador | υπεύθυνος χειριστής COWPER |
operador de tesoura de corte a quente-laminagem | χειριστής ψαλιδίου |
operador de tesoura-laminagem a frio | χειριστής γραμμής κοπής χαλυβδοφύλλων |
operário de reparações diversas numa empresa | βιοτέχνης εργαζόμενος σε επιχείρηση |
oportunidade de emprego | δυνατότητα απασχόλησης |
organização da formação | οργάνωση της κατάρτισης |
organização de trabalho continuo por rotação de quatro equipas | οργάνωση της συνεχούς εργασίας με τέσσερις βάρδιες |
organização do tempo de trabalho | οργάνωση του χρόνου εργασίας |
os obstáculos à livre circulação de pessoas | τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων |
os serviços nacionais de emprego | εθνικές υπηρεσίες απασχολήσεως |
os trabalhadores no desemprego foram obrigados a mudar de domicílio | οι εργαζόμενοι οι ευρισκόμενοι εν ανεργία έχουν αναγκασθεί να αλλάξουν κατοικία |
PME criadora de emprego | Μικρομεσαία Επιχείρηση που δημιουργεί θέσεις απασχόλησης |
PME criadora de emprego | ΜΜΕ που δημιουργεί θέσεις εργασίας |
polarização de empregos | πόλωση των επαγγελμάτων |
polidor de metais | στιλβωτής μετάλλου |
polidor-maquinista de pedra | στιλβωτής λίθων με μηχανή |
potencialidade de acidente | επικινδυνότητα |
pressóstato de segurança alta pressão | αυτόματος διακόπτης ασφάλειας στην υψηλή πίεση |
pressóstato de segurança baixa pressão | αυτόματος διακόπτης ασφάλειας στην χαμηλή πίεση |
pressóstato de segurança de óleo | αυτόματος διακόπτης ασφάλειας πίεσης λαδιού |
procura de emprego | διανοητικές και φυσικές απαιτήσεις μιας εργασίας |
produtor de espargos | καλλιεργητής σπαραγγιών |
progressão da atividade das mulheres | αύξηση της απασχόλησης των γυναικών |
protector das pernas | περικνημίδες |
protetor auricular adaptável ao capacete de proteção | ωτοασπίδα που προσαρμόζεται στο προστατευτικο κράνος |
protetor da cabeça | προστατευτικό κεφαλής |
protetor das mãos contra objetos rolantes | προστασία των ζωνών που παρουσιάζουν κινδύνους σφήνωσης |
protetor das pernas | εξοπλισμός προστασίας των κνημών |
protetor de orelha | ωτασπίδες |
protetor de orelha | προστατευτικό μέσο της ακοής |
protetor de tornozelos | αστραγαλίδα |
protetor total da face | πλήρης προστατευτικός εξοπλισμός |
protetor total da face | εξοπλισμός πολλαπλής προστασίας |
prova da relação de trabalho | απoδεικτικό στοιχείο της εργασιακής σχέσης |
reafetação de trabalhadores | αλλαγή της επαγγελματικής ειδίκευσης των εργαζομένων |
reconhecimento das formações profissionais | αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων |
reconhecimento recíproco dos certificados nacionais de condução de embarcações | αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών πιστοποιητικών πλοήγησης |
recozedor de metais | κλιβανιστής κλιβάνου ανωπτήσεως |
redutor de correia | μειωτήρας χαλινού |
redução das contribuições para a segurança social | μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης |
redução de horários | μείωση των ωραρίων |
redução de horários | μείωση του χρόνου εργασίας |
redução dos tempos mortos necessários pela montagem das alfaias | μείωση των νεκρών χρόνων που απαιτούνται για την προσαρμογή των εργαλείων |
regime da interrupção de carreira | καθεστώς διακοπής της σταδιοδρομίας |
regime de auxílio relativo à contratação de jovens licenciados | ενίσχυση για την πρόσληψη νέων διπλωματούχων |
regime de reforma flexível | καθεστώς ελαστικής συνταξιοδότησης |
regime flexivel de trabalho | ελαστικό σύστημα εργασίας |
regime relativo às obrigações da entidade patronal | συστήματα σχετικά με τις υποχρεώσεις του εργοδότη |
registo de controlo | βιβλιάριον ελέγχου |
regiões em que exista grave situação de subemprego | περιοχές στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση |
regra de igualdade de tratamento | κανόνας περί ίσης μεταχείρισης |
regulação de tempo | χρονομέτρηση |
reinserção dos desempregados de longa duração | επανένταξη των μακράς διάρκειας ανέργων |
relacionar as remunerações com os ganhos de produtividade | σύνδεση των αμοιβών με την αύξηση της παραγωγικότητας |
requisito essencial para o exercício de uma atividade | ουσιαστική επαγγελματική προϋπόθεση |
respeito da marcação do equipamento | τήρηση της σήμανσης του εξοπλισμού |
responder a ofertas de emprego efetivamente feitas | αποδέχονται κάθε πραγματική προσφορά εργασίας |
ritmo de trabalho | ρυθμός εργασίας |
seminário de formação | σεμινάριο κατάρτισης |
seminário de formação | ενημερωτικό σεμινάριο |
seminário de sensibilização | ενημερωτικό σεμινάριο |
seminário de sensibilização | σεμινάριο κατάρτισης |
serrador de "bloco" | πριονιστής λίθων |
serrador de chapa de pedra | πριονιστής λίθων |
serrador de lousa | πελεκάνος |
serrador de peles | σχίστης δερμάτων με μηχανή |
sinalização adequada dos locais de trabalho | κατάλληλη σήμανση των χώρων εργασίας |
sinalização em matéria de segurança | σήμανση και χρώματα ασφαλείας |
sistema comunitário de documentação sobre o emprego | κοινοτικό σύστημα τεκμηρίωσης σχετικά με την απασχόληση |
sistema de apreciação e remuneração do mérito | σύστημα αξιολόγησης με βάση τις ικανότητες και επιδόσεις |
sistema de apreciação e remuneração do mérito | αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης |
sistema de avaliação de tarefas | σύστημα εκτίμησης |
sistema de avaliação de tarefas | βαθμολογικό σύστημα |
sistema de circulação de fluido | σύστημα κυκλοφορίας ρευστού |
sistema de contratação coletiva | σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων |
sistema de despedimento LIFO | σύστημα απολύσεων LIFO |
sistema de emprego europeu | ευρωπαϊκό σύστημα απασχόλησης |
sistema de formação com uma única área | σύστημα κατάρτισης ενιαίου κλάδου |
sistema de gestão das competências | σύστημα διαχείρισης δεξιοτήτων |
sistema de iluminações | σύστημα φωτισμού |
sistema de insuflação | σύστημα φουσκώματος |
sistema de ligação que permite a ligação a um dispositivo externo | σύστημα σύνδεσης με εξωτερική διάταξη |
sistema de ligação que pode ser ligado a um ponto de fixação | σύστημα πρόσδεσης με δυνατότητα σύνδεσης σε σημείο αγκύρωσης |
sistema de oxigénio | σύστημα οξυγόνου |
sistema de oxigénio com recirculação | επανεισπνευτήρας |
sistema de rotação anual | σύστημα ετήσιας εναλλαγής |
sistema de segurança e separação | σύστημα ασφάλισης και διαχωρισμού |
sistema de trabalho | σύστημα αλληλεπίδρασης ανθρώπου-μηχανής |
suspensão do contrato de trabalho | προσωρινή θέση σε αργία |
taxa anual de criação de empregos | ετήσιος ρυθμός δημιουργίας θέσεων απασχόλησης |
taxa de entrada | ρυθμός τροφοδοσίας |
taxa legal de acréscimo | νόμιμο ποσοστό προσαύξησης |
técnica de trabalho | τεχνική εργασίας |
técnica de trabalho | μελέτη παραγωγής |
técnico agrário-produção e seleção de sementes | τεχνολόγος σπόρων |
técnico agrícola-proteção das culturas | ελεγκτής προστασίας παραγωγής |
técnico da construção civil e obras públicas | πολιτικός υπομηχανικός γενικά |
técnico de empresas de trabalhos agrícolas | γεωπόνος γεωργικής επιχειρήσεως |
técnico de moagem | μυλωνάς |
técnico de máquinas eletrónicas industriais | ηλεκτρονικός εφαρμοστής |
técnico de radiologia médica | τεχνικός ακτινολογικού εργαστηρίου |
técnico de som | μίκτης ήχου |
técnico em assuntos de pessoal | προσωπάρχης |
técnico especializado em ramos de atividade especificados no Anexo IV | τεχνικός ασκών ειδικές δραστηριότητες καθοριζόμενες στο παράρτημα IV |
União das Confederações da Indústria e dos Empregadores da Europa | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
União das Confederações da Indústria e dos Empregadores da Europa | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
União dos Industriais da Comunidade Europeia | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
União dos Industriais da Comunidade Europeia | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
União Europeia das Confederações de Industriais e Empresários | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
União Europeia das Confederações de Industriais e Empresários | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
União Europeia das Confederações Industriais e Patronais | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
União Europeia das Confederações Industriais e Patronais | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
vencimento de atividade | αποδοχές από την άσκηση δραστηριότητας |
vencimento de exercício | αποδοχές από την άσκηση δραστηριότητας |
verificador de montagens elétricas e eletrónicas | ηλεκτρολόγος ελέγχου εγκαταστάσεως |
vigilante de crianças | παιδοκόμος |
vigilante de moinhos de cilindros | χειριστής κυλινδρικού μύλου |
vigilante de peneiros-moagem | κοσκινιστής |
vigilante de sassores-moagem | κοσκινιστής σπόρων |
vigilante do sistema de refrigeração | υδραυλικός |
vigilante-moldagem e secagem de massas alimentícias | τεχνίτης ζυμαρικών |
vulcanizador de pneus | βουλκανιζέρ |
zona de emprego | περιοχή αγοράς εργασίας |
zona de trabalho | χώρος εργασίας |
zona de trabalho | ζώνη εργασίας |
área de serviço | ζώνη εργασίας |
área de trabalho | περιοχή εργασίας |
área de trabalho | σημείο εργασίας |
óculos de proteção | προστατευτικά γυαλιά |
óculos de proteção contra os raios laser | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες λέϊζερ |
óculos de proteção contra raios X | γυαλιά προστασίας από τις ακτινοβολίες Χ |