DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Labor law containing Driver | all forms
EnglishGreek
animal driverοδηγοί ζώων και ζωοκινήτων οχημάτων
animal-drawn vehicle driverοδηγοί ζώων και ζωοκινήτων οχημάτων
bulldozer driverχειριστής μπουλντόζας
charging machine driverχειριστής φορτωτικής μηχανής
combine-harvester driverχειριστής θεριστικής μηχανής
concrete mixer driverχειριστής μπετονιέρας
crane driverχειριστής γερανού
earth moving equipment driverχειριστής χωματουργικών μηχανώνγενικά
engine driverοδηγός ντηζελαμάξης
heavy goods vehicle driverοδηγός βαρέων φορτηγών
job crane driverχειριστής σταθερών γερανών με κινητό βραχίονα
ladle crane driverχειριστής βαγονιού
lifting truck driverχειριστής βαγονέτου ανυψώσεως
locomotive driverοδηγός ντηζελαμάξης
mechanical shovel driverχειριστής μηχανικών φτυαριών
motor car driverοδηγός ιδιωτικού αυτοκινήτου
motor driverοδηγός ντηζελαμάξης
omnibus/coach driverοδηγός λεωφορείου
overhead crane driverχειριστής γερανογέφυρας
pile driverχειριστής μηχανής τοποθέτησης πασσάλων
road building equipment driverχειριστής μηχανής κατασκευής δρόμωνγενικά
road roller driverχειριστής οδοστρωτήρος
scale car driverχειριστής βαγονιού φορτώσεως υψικαμίνου
taxi driverοδηγός ταξί
tractor driverχειριστής μηχανής μεταφοράς ξυλείας
tractor driverοδηγός τρακτέρ
tractor driverοδηγός γεωργικού ελκυστήρος
tramcar driverοδηγός τρόλλευ