German | Greek |
Abriebfestigkeit der Sohle | αντίσταση στην κόπωση της σόλας |
Abschlagszahlung auf das Arbeitsentgelt | προκαταβολή μισθού |
Abschlagszahlung auf den Lohn | προκαταβολή μισθού |
Abwägung der Verdienste | συγκριτική εξέταση των προσόντων |
Aktionsprogramm der Europäischen Gemeinschaft zur Bekämpfung der Langzeitarbeitslosigkeit | Πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπέρ των από μακρού χρόνου ανέργων |
Altersgrenze für das freiwillige Ausscheiden aus dem Erwerbsleben | ηλικία εθελούσιας συνταξιοδότησης |
Altersgrenze für das freiwillige Ausscheiden aus dem Erwerbsleben | εθελοντική ηλικία συνταξιοδότησης |
Altersgrenze für die Pensionierung | όριο συνταξιοδότησης |
Altersgrenze für die Pensionierung | ηλικία συνταξιοδότησης |
Amt für Beschäftigung der Arbeitskräfte | Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού |
amtliche Stelle für die Beilegung von Arbeitsstreitigkeiten | επίσημη αρχή που ρυθμίζει τις εργασιακές διαφορές |
Anbindung an den Arbeitsmarkt | διασύνδεση με την αγορά εργασίας |
Anhebung der Renten | αναπροσαρμογή των συντάξεων |
Anpassung an den Kopf | εφαρμογή στο κεφάλι |
Anweisung für die Handhabung | οδηγίες χειρισμού |
Arbeit bei Weiterzahlung der Arbeitslosenunterstützung | απασχόληση με διατήρηση του επιδόματος ανεργίας |
Arbeiter der Stahlindustrie | χειρωνάκτης εργαζόμενος της βιομηχανίας χάλυβα |
Arbeitnehmer der Bergwerke und gleichgestellter Betriebe | εργαζόμενος των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων |
Arbeitsbewertung mit der Rangfolgemethode | μέθοδος ιεραρχικής κατανομής |
Arbeitsgemeinschaft zur Förderung der Partnerschaft | σύνδεσμος εργασίας για την προώθηση της συμμετοχής των εργαζομένων στις επιχειρήσεις |
Arbeitskraft,die eine erste Arbeitsstelle sucht | νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας |
Atemschutzgerät für die Selbstrettung | προστατευτική αναπνευστική συσκευή τύπου διαφυγής |
Aufgabe der Beschäftigung | εγκατάλειψη εργασίας |
Aufnahme der auftreffenden Wärme durch Sublimation eines festen Stoffes | απορρόφηση της προσπίπτουσας θερμότητας με εξάχνωση κάποιου στερεού |
Aufrechterhaltung der Beschaeftigung | διατήρηση της απασχόλησης |
Aufteilung der Berufsfelder | επαγγελματικός διαχωρισμός |
Aufteilung der Berufsfelder | διαχωρισμός της αγοράς εργασίας |
Auftreffen auf die Ferse | πρόσκρουση πάνω στη φτέρνα |
aus dem Arbeitsleben ausscheiden | αποχωρώ από την ενεργό ζωή |
aus dem Arbeitsmarkt ausgegrenzte Personen | άτομα που αποκλείονται από την αγορά εργασίας |
Ausbildung bei der Arbeit | επιτόπια εκπαίδευση |
Ausrüstung für den Einsatz bei Hochtemperaturen | μέσο επέμβασης σε θερμούς χώρους |
Ausscheiden aus der Beschäftigung | εγκατάλειψη εργασίας |
Ausschuss für den sektoralen Dialog | επιτροπή κλαδικού διαλόγου |
ausserhalb der Gewerkschaften gebildete Organisation | οργάνωση μη σχετική προς τον κλάδο |
Auswirkung auf die Beschäftigung | επιπτώσεις στην απασχόληση |
Beachtung der Kennzeichnung der Ausrüstung | τήρηση της σήμανσης του εξοπλισμού |
Beeinträchtigung der Schutzfunktion durch Alterung | μεταβολή των προστατευτικών ιδιοτήτων λόγω παλαίωσης |
Beendigung der Beschäftigung | παύση της μισθωτής απασχολήσεως |
Begrenzung der Dienstzeiten | περιορισμός του χρόνου εργασίας του ιπτάμενου προσωπικού |
Belastung und Behinderung bei der Arbeit | έλλειψη άνεσης και παρενόχληση κατά την εργασία |
Belastungsfaktor der Arbeitstätigkeit | διάσταση εργασίας |
Belastungsfaktor der Arbeitstätigkeit | διάσταση έργου |
berufliche Anpassung der Arbeitskraefte | επαναπροσαρμογή των εργαζομένων |
berufliche Eingliederung der Jugendlichen | επαγγελματική ένταξη των νέων |
Beschwerlichkeit der Arbeit | το επίπονο της εργασίας |
Beschäftigungsbedingungen für die sonstigen Bediensteten | καθεστώς που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους |
Beständigkeit der Schutzumhüllung | αντίσταση των καλυμμάτων προστασίας |
Beteiligung der Arbeitnehmer | ρόλος των εργαζομένων |
Bewertung der Berufseignung | επαγγελματική αξιολόγηση |
Bewertung der körperlichen Eignung | εκτίμηση των φυσικών ικανοτήτων |
Bewertung der körperlichen Eignung | αξιολόγηση των φυσικών ικανοτήτων |
Blockierung der Lohneinkommen | πάγωμα των μηνιαίων αποδοχών |
Charta der Vielfalt | Χάρτης ποικιλομορφίας |
Chef d'étage | προïστάμενος ορόφου ξενοδοχείου |
Code über Normen für die Ausbildung, die Erteilung von Befähigungszeugnissen und den Wachdienst von Seeleuten | κώδικας εκπαίδευσης, πιστοποιητικών και κανονισμών φυλακής των ναυτικών επαγγελμάτων |
Code über Normen für die Ausbildung, die Erteilung von Befähigungszeugnissen und den Wachdienst von Seeleuten | Κώδικας εκπαίδευσης, πιστοποίησης και τήρησης φυλακών των ναυτικών |
Commis d'étage | βοηθός σερβιτόρου δωματίου ξενοδοχείου |
das Arbeitsentgelt an Produktivitätssteigerungen koppeln | σύνδεση των αμοιβών με την αύξηση της παραγωγικότητας |
das Einkommen bei Arbeitslosigkeit ergänzen | συμπλήρωση του εισοδήματος σε περίπτωση ανεργίας |
Dauer der Berufstätigkeit | χρόνος επαγγελματικής δραστηριότητας |
Dauer der Berufstätigkeit | περίοδος επαγγελματικής δραστηριότητας |
Dauer der Entsendung | περίοδος αποσπάσεως |
dem Dienst fernbleiben | απέχω |
den Abbau von Arbeitsplätzen begleiten | συνοδευτικό μέτρο των μειώσεων του προσωπικού |
den Schiffdienst verlassen | παραιτούμαι από το πλοίο |
den Schiffdienst verlassen | εγκαταλείπω τη ναυτική υπηρεσία |
Dequalifizierung der Arbeiter | υποβάθμιση των εργατών |
der Arbeit fernbleiben | απέχω |
der Beruf,fuer den die arbeitslosen Arbeitskraefte umgeschult wurden | το επάγγελμα για το οποίο οι εργαζόμενοι οι ευρισκόμενοι σε ανεργία επανεκπαιδεύθησαν |
der Gerichtshof kann dem Mitglied die Ruhegehaltsansprueche aberkennen | το Δικαστήριο δύναται να αποφασίσει την έκπτωση του μέλους από το δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως |
der Vertrag kann auf bestimmte oder unbestimmte Dauer abgeschlossen werden | η σύμβαση συνάπτεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο |
der Zuschuss des Fonds zu den Kosten fuer die Berufsumschulung | η συνδρομή του Tαμείου στα έξοδα επαγγελματικής επανεκπαιδεύσεως |
Dichtigkeit der Fassung gegenüber der Strahlung | στεγανότητα του σκελετού στις ακτινοβολίες |
die allgemeinen Bestimmungen dieses Vertrages ueber den freien Dienstleistungsverkehr. | οι γενικές διατάξεις της παρούσης συνθήκης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών |
die Anzahl,die Verguetung und die Verteilung der Stellen | ο αριθμός,η αμοιβή και η κατανομή των θέσεων |
die Arbeiterschaft | εργατικό δυναμικό |
die Arbeitnehmer,die diese Taetigkeit aufzunehmen beabsichtigen | οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να αναλάβουν τη σχετική δραστηριότητα |
die Arbeitskraefte | το εργατικό δυναμικό |
die Arbeitsnehmerbeiträge heraufsetzen | αύξηση των συνεισφορών των εργαζομένων |
die berufliche Ausbildung und Fortbildung | επαγγελματική εκπαίδευση και επιμόρφωση |
die Beschaeftigungslage ernstlich beeintraechtigen | επηρεάζει σοβαρά την απασχόληση |
die einzelstaatlichen Arbeitsverwaltungen | εθνικές υπηρεσίες απασχολήσεως |
die Entlohnung der Arbeitnehmer | η αμοιβή των εργαζομένων |
die Herstellung der Freizuegigkeit der Arbeitnehmer | η ελευθέρωση της διακινήσεως των εργαζομένων |
die Hindernisse fuer den freien Personenverkehr | τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων |
die Löhne an die tatsächliche Inflation anpassen | προσαρμογή των μισθών στον πραγματικό δείκτη πληθωρισμού |
die Stellung der Lehren angleichen | κοινή δομή επαγγελματικής σταδιοδρομίας |
diese Massnahmen beeintraechtigen nicht die Anwendbarkeit der Vorschriften | τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων |
Dimension der Arbeitstätigkeit | διάσταση εργασίας |
Eingliederung in den Arbeitsmarkt | επαγγελματική ένταξη των νέων |
Einrichtung der Verfolgung und Auswertung von Lehrplänen | σύστημα παρακολούθησης και αξιολόγησης των κύκλων σπουδών |
Einschränkung der Bewegungsfreiheit | περιορισμός της ελευθερίας κινήσεων |
Einstellgeschwindigkeit der Sichtscheiben | ταχύτητα αντίδρασης των οπτικών μέσων |
Einstellungsbeihilfe auf Aktionen der Beschäftigung | δαπάνες ενισχύσεων για εγκατάσταση και τοποθέτηση σε εργασία |
Einwirkung auf die Knöchel | δράση πάνω στους αστραγάλους |
energetische Belichtungsdichte der Strahlung | ένταση της ενέργειας λόγω ακτινοβολίας |
entsprechende Kennzeichnung der Arbeitsstellen | κατάλληλη σήμανση των χώρων εργασίας |
Entsprechung der beruflichen Befähigungsnachweise | αντιστοιχία των τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης |
Entsprechung der beruflichen Befähigungsnachweise | αντιστοιχία των επαγγελματικών προσόντων |
Erstes gemeinsames Forschungsprogramm über die Sicherheit in den EGKS-Industrien | Πρώτο κοινό πρόγραμμα έρευνας στον τομέα της ασφάλειας στις βιομηχανίες της ΕΚΑΧ |
Europäische Union der CD-Arbeitnehmer | Ευρωπαϊκή ΄Ενωση Χριστιανοδημοκρατών εργαζομένων |
Europäischer Verband der Holz- und Bauarbeiter | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργατών Ξύλου και Οικοδομής |
Europäischer Verband der Nationalen Ingenieurvereinigungen | Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εθνικών Συλλόγων Μηχανικών |
europäisches Beobachtungsgremium für die Beschäftigung | ευρωπαϊκή υπηρεσία παρακολούθησης της απασχόλησης |
europäisches Informationszentrum für das Zulieferwesen | ευρωπαϊκό κένρο πληροφοριών για την υπεργολαβία |
europäisches Netz der auf Schulung spezialisierten Einrichtungen | ευρωπαϊκό δίκτυο φορέων ειδικευμένων στην κατάρτιση |
europäisches Verzeichnis der Berufsbilder | ευρωπαϊκό μητρώο επαγγελματικών προσόντων |
Europäisches Verzeichnis der Berufsbilder | ευρωπαϊκό μητρώο επαγγελματικών προσόντων |
Festlegung der Arbeitszeit auf Jahresbasis | αναγωγή του εργάσιμου χρόνου σε ετήσια βάση |
Filtereigenschaften der Sichtscheiben | απορροφητικές ιδιότητες του προσοφθάλμιου συστήματος |
Flexibilisierung der Arbeitszeit | ελαστικότητα του χρόνου εργασίας |
flexible Form der Beschäftigung | ευέλικτο σχήμα απασχόλησης |
flexible Regelung für das Ausscheiden aus dem Erwerbsleben | καθεστώς ελαστικής συνταξιοδότησης |
fliegendes Personal der Zivilluftfahrt | ιπτάμενο προσωπικό της πολιτικής αεροπορίας |
Foerderung der Arbeitsaufnahme fuer Arbeitslose | τοποθέτηση ανέργων σε εργασία |
forcierte Angleichung der Löhne | αναγκαστική προσαρμογή μισθών |
Forderung der Gewerkschaft | συνδικαλιστικές διεκδικήσεις |
Freizuegigkeit der Arbeitnehmer | ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων |
Frequenzabhängigkeit der Schalldämmung | μεταβολή της εξασθένησης με τη συχνότητα |
Förderung der Ausbildungsinvestitionen | υποστήριξη για επένδυση-κατάρτιση |
für die Festanstellung erforderliches Mindestalter | ελάχιστο όριο ηλικίας πρόσληψης |
Garantie eines Dienstminimums für den Bürger | εξασφάλιση ελαχίστων υπηρεσιών για τους πολίτες |
Gebiete,in denen eine erhebliche Unterbeschaeftigung herrscht | περιοχές στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση |
gemeinschaftsweiter Rahmen für die Beschäftigung | κοινοτικό πλαίσιο για την απασχόληση |
Gesetz ueber die Lohnbildung | νόμος περί διαμορφώσεως των μισθών |
Gewähr für die weitere ordnungsgemäße Ausübung bieten | παρέχω εχέγγυα για την περαιτέρω νόμιμη άσκηση της δραστηριότητας |
gilt als von dem Verbot freigestellt | θεωρείται ότι εξαιρείται από την απαγόρευση |
Grad der abschwächenden Wirkung der persönlichen Schutzausrüstung | βαθμός εξασθένισης του δυσμενούς παράγοντα που παρέχουν τα ΜΑΠ |
Grad der Anforderung | βαθμός ελέγχου |
Grad der beruflichen Qualifikation | επαγγελματικό επίπεδο |
Grenze für den vorzeitigen Eintritt in den Ruhestand | ηλικία πρόωρης συνταξιοδότησης |
Größenspektrum der Partikeln | κοκκομετρικό φάσμα των σωματιδίων |
Grünbuch-Eine neue Organisation im Geiste der Partnerschaft | Πράσινη βίβλος - Σύμπραξη για μια νέα οργάνωση της εργασίας |
herkoemmliche Form der Lehrlingsausbildung | παραδοσιακή μορφή μαθητείας |
Honorierung der individuellen Leistung | αναγνώριση προσωπικών επιδόσεων |
Humanisierung der Arbeit | εξανθρωπισμός της εργασίας |
indexgebundene Anhebung der Löhne | αυτόματη αναπροσαρμογή των μισθών |
individuelle Anpassung an den Träger | προσαρμοστικότητα στον κάθε χρήστη |
interne Anpassungsfähigkeit der Unternehmen | εσωτερική προσαρμοστικότητα των επιχειρήσεων |
jährliche Angleichung der Dienstbezüge | ετήσια αναπροσαρμογή των αποδοχών |
jährliche Zuwachsrate der Schaffung von Arbeitsplätzen | ετήσιος ρυθμός δημιουργίας θέσεων απασχόλησης |
Kanadischer Bund der Arbeit | Καναδική Ομοσπονδία Εργαζομένων |
Knappheit auf dem Arbeitsmarkt | έλλειψη εργατικού δυναμικού |
Kongress der Arbeit | Οργάνωση Εργαζομένων του Καναδά |
Kontrollorgan der beruflichen Altersversorgungskassen | κυβερνητικό όργανο που έχει την ευθύνη διασφάλισης ίσων δικαιωμάτων συνταξιοδότησης για όλους τους εργαζομένους |
Konzertierung der Sozialpartner | κονωνικός διάλογος |
Koordinierung der Berufsausbildung | συντονισμός της επαγγελματικής κατάρτισης |
Kündigung durch den Arbeitgeber | απόλυση εργαζομένου |
Lage der Arbeiterschaft | η κατάσταση της εργατικής τάξης |
Lage der Arbeiterschaft | η θέση της εργατικής τάξης |
Lehrgang zur Vorbereitung Jugendlicher auf das Berufsleben | μαθήματα επαγγελματικής προετοιμασίας για νέους |
Leitlinien fuer eine Arbeitsmarktpolitik der Gemeinschaft | κατευθυντήριες γραμμές για Κοινοτική πολιτική αγοράς εργασίας |
Maessigung der Einkommen | μετριασμός των εισοδημάτων |
Maßnahmen zur Unterstützung der Langzeitarbeitslosen | Δράση παροχής βοήθειας στους μακροχρόνια ανέργους |
Mechanismus der Lohnfestsetzung | μηχανισμός καθορισμού των αμοιβών |
mit dem Umzug von Mitarbeitern verbundene Ausgaben | δαπάνες μετάταξης προσωπικού |
mit der Arbeit Schluss machen | διακόπτω την εργασία |
mit dieser Benachrichtigung wird der Sitz frei | διά της γνωστοποιήσεως αυτής η θέση καθίσταται κενή |
Mitwirkung der Arbeitnehmer | συµµετοχή των εργαζοµένων |
Mitwirkung der Sozialpartner | συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων |
Mobilität der Arbeitskräfte | κινητικότητα του προσωπικού |
nationaler Aktionsplan für die Beschäftigung | εθνικό πρόγραμμα δράσης για την απασχόληση |
Nationaler Verband der "Taxis Indépendants" | εθνική ομοσπονδία των ανεξάρτητων ταξί |
Nebenerwerbstätigkeit außerhalb der Landwirtschaft | δραστηριότητα εκτός γεωργικής εκμετάλλευσης |
Netzwerk nationaler Institute zur Verbesserung der Arbeitsbedingungen | ομάδα ΑCTEUR |
nicht lineare Kürzung der Löhne | μη ευθύγραμμη μείωση των αμοιβών |
Ort der dienstlichen Verwendung | τόπος διορισμού |
Person die sich eine Berufskrankheit zugezogen hat | θύμα επαγγελματικής ασθένειας |
Plan für die soziale Umstellung | σχέδιο κοινωνικού αναπροσανατολισμού |
Polarisierung der Arbeit | πόλωση της εργασίας |
Polarisierung der Arbeitsplätze | πόλωση των επαγγελμάτων |
Politik der Mitarbeitermotivation | πολιτική παροχής κινήτρων στο προσωπικό |
Politik der Mitarbeitermotivation | πολιτική για να τονωθεί το ενδιαφέρον του προσωπικού |
Programm für die betriebliche Weiterbildung der Arbeitnehmer | πρόγραμμα συνεχούς κατάρτισης των μισθωτών στις επιχειρήσεις |
Quote der Nichterwerbstätigen | ποσοστό ανέργων |
Recht auf freien Zugang zu den Beschäftigungsmärkten | δικαίωμα ελεύθερης εισόδου στις αγορές εργασίας |
Regelung bei der Beschäftigungsunterbrechung | καθεστώς διακοπής της σταδιοδρομίας |
Regelung für die freiwillige Registrierung Arbeitsloser | σύστημα εθελοντικής απογραφής ανέργων |
richtige Anordnung der Betätigungsteile | σωστή διάταξη των οργάνων χειρισμού |
Rutschhemmung der Sohle | αντίσταση της σόλας στο γλίστρημα |
schrittweiser Eintritt in den Ruhestand | σταδιακή πρόωρη συνταξιοδότηση |
Schrumpfen der Beschäftigung | συρρίκνωση της αγοράς εργασίας |
Schutz der Arbeitsumwelt | προστασία του εργασιακού περιβάλλοντος |
Schutzausrüstung,die einer Alterung ausgesetzt ist | ΜΑΠ που υφίστανται γήρανση |
Schwelle der körperlichen Schädigungen | όριο πέραν του οποίου επέρχονται σωματικές βλάβες |
Sicherstellung der Sauerstoffzufuhr | εγγύηση τροφοδότησης σε οξυγόνο |
Sozialagenda für den Seeverkehr | κοινωνικό θεματολόγιο για τις θαλάσσιες μεταφορές |
spektrale Verteilung der ausgestrahlten Energie | φασματική κατανομή της ακτινοβολούμενης ενέργειας |
Stoßkraftverteilung auf die Körperteile | κατανομή των προσπαθειών ανάσχεσης της πτώσης στα μέρη του σώματος |
Ständiger Rat der sozialen Konzertierung | Μόνιμο Συμβούλιο Κοινωνικών Διαβουλεύσεων |
stärkeres Beschäftigungswachstum der Frauen | αύξηση της απασχόλησης των γυναικών |
System für den leistungsorientierten Personaleinsatz | σύστημα διαχείρισης δεξιοτήτων |
Tag der Arbeitslosigkeit | ημέρα ανεργίας |
Tageslohn,der als Beitrag entrichtet wurde | ημερομίσθιο με εισφορές |
teilweise Ausgleichung der Verluste | αντισταθμίζω εν μέρει την απώλεια |
tendenzieller Anstieg der Arbeitlosigkeit | αυξητική τάση ανεργίας |
tendenzieller Anstieg der Arbeitlosigkeit | αδιάκοπη τάση αύξησης της ανεργίας |
Transparenz der Qualifikationen | διαφάνεια των επαγγελματικών προσόντων |
Träger der Arbeitslosenversicherung | φορέας ασφαλίσεως ανεργίας |
Tätigkeit der Berufsverbände | συνδικαλιστική δραστηριότητα |
Uebertragung der Ansprueche aus der Altersversorgung | εξαγορά των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων |
Umschulung der Arbeitnehmer,die ihre Beschaeftigung wechseln werden | επαγγελματική επανεκπαίδευση των εργαζομένων που αναγκάζονται να αλλάξουν απασχόληση |
Umsiedlungsbeihilfen zugunsten der Arbeitnehmer | αποζημιώσεις επανεγκαταστάσεως στους εργαζομένους |
Union der Industrien der Europaïschen Gemeinschaft | ΄Ενωση των συνομοσπονδιών βιομηχανιών και εργοδοτών της Ευρώπης |
Union der Industrien der Europaïschen Gemeinschaft | ΄Ενωση Βιομηχανιών της ΕΚ |
Unmöglichkeit der Arbeitsleistung | αδυναμία παροχής της εργασίας |
Unsicherheit der Beschäftigung | αστάθεια της απασχόλησης |
Unterbrechung der Berufstätigkeit | διακοπή της επαγγελµατικής σταδιοδροµίας |
Unterrichtung und Anhoerung der Arbeitnehmer | ενημέρωση και διαβούλευση εργαζομένων |
Verband der Arbeitnehmer und Arbeitnehmerinnen Québecs | Ομοσπονδία Εργατών και Εργατριών του Κεμπέκ |
Verband der Handwerksgesellen | Εργατική Ενωση Ομότεχνων Χειροτεχνών |
Verbesserung der Arbeitsumwelt | βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος |
Verbesserung hinsichtlich der Dienstaltersstufe | βελτίωση αρχαιότητας κατά κλιμάκιο |
Verbot der Diskriminierung aufgrund der Staatsangehörigkeit | απαγόρευση διακριτικής μεταχείρισης λόγω ιθαγένειας |
Verfahren der Vergütung nach Leistung | σύστημα αξιολόγησης με βάση τις ικανότητες και επιδόσεις |
Verfahren der Vergütung nach Leistung | αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης |
Vergleichbarkeit der Arbeitsverhältnisse | συγκρισιμότητα των καταστάσεων εργασίας |
Verhärtung in den Arbeitsbeziehungen | σκλήρυνση των επαγγελματικών σχέσεων |
Verjüngung der Führungskräfte | ανανέωση των στελεχών |
Verknappung auf dem Arbeitsmarkt | έλλειψη εργατικού δυναμικού |
Verknappung der Arbeitskraefte | έλλειψη εργατικού δυναμικού |
Verletzung der Anonymität eines Bewerbers | παραβίαση της ανωνυμίας υποψηφίου από τον ίδιο |
Verringerung der Hörleistung | μείωση των ακουστικών ικανοτήτων |
Verringerung der unwirtschaftlichen Ruestzeiten | μείωση των νεκρών χρόνων που απαιτούνται για την προσαρμογή των εργαλείων |
verschiedene Formen der Lohngestaltung | ελαστικότητα στη διαμόρφωση των αμοιβών |
Verschlechterung der Sprachverständlichkeit | επιδείνωση της δυνατότητας κατανόησης της ομιλίας |
Versetzung in den einstweiligen Ruhestand | θέση σε διαθεσιμότητα |
Versetzung in den Ruhenstand | συνταξιοδότηση |
Versetzung in den Ruhestand | χορήγηση σύνταξης |
Versetzung in den Ruhestand | συνταξιοδότηση |
Versetzung in den Ruhestand des überzähligen Personals | συνταξιοδότηση πλεονάζοντος προσωπικού |
Verstärkung der Hinterkappe | ενίσχυση του υποπτερνίου |
Verwaltungsrat der Europäischen Stiftung zur Verbesserung der Lebens- und Arbeitsbedingungen | Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας |
vom Unternehmen dem Ausland zugeteilter Arbeitnehmer | εργαζόμενος που αποσπάται στο εξωτερικό από την επιχείρηση |
Vorarbeiter auf dem Bau | προïστάμενος συνεργείου δομικών έργων |
Vorbereitung auf den Beruf | προεπαγγελματική εκπαίδευση |
vorhersehbare Bedingung der Verwendung | προβλεπόμενη συνθήκη χρήσης |
Vorrichtung,die ermöglicht den Schweiß zu absorbieren | σύστημα που επιτρέπει την απορρόφηση του ιδρώτα |
Vorschrift für das Stempeln | υποχρέωση των ανέργων να υπογράφουν καθημερινά |
Wahrung der Ansprüche der Arbeitnehmer beim Übergang von Unternehmen | διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων |
Wiederaufnahme der Arbeit | επάνοδος στην εργασία |
Wiederaufnahme der Arbeit | ανάληψη εργασίας |
Wissenschaft der Systemsicherheit | επιστήμη των συστημάτων ασφαλείας |
während der normalen Arbeitsdauer tatsächlich geleistete Stunden | πραγματικές ώρες εργασίας κατά τη διάρκεια του κανονικού ωραρίου |
Zahl der führenden und leitenden Angestellten/Gesamtzahl der Mitarbeiter | αριθμός πτυχιούχων και στελεχών/σύνολο προσωπικού |
Zahlung von Entschaedigungen,die es den Arbeitern ermoeglichen,ihre Wiedereinstellung abzuwarten | καταβολή αποζημιώσεων που επιτρέπουν στους εργαζομένους |
Zeitraum für die Zulassung zwecks Ausübung einer Beschäftigung | διάρκεια εισδοχής προς ανάληψη εργασίας |
Zentrum für die Vorbereitung auf den Beruf | κέντρο εργασιακής προετοιμασίας |
Zentrum für die Vorbereitung auf den Beruf | κέντρο παρατήρησης και αποτίμησης |
Zentrum für die Vorbereitung auf den Beruf | κέντρο επανένταξης |
Zentrum für die Vorbereitung auf den Beruf | κέντρο επαγγελματικής αποκατάστασης |