DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing σταθμός | all forms
GreekEnglish
παιδικός σταθμόςday nursery
υπεράκτιος τερματικός σταθμός; τερματικός σταθμός μακριά από την ακτήoffshore terminal
υπεράκτιος τερματικός σταθμός; τερματικός σταθμός μακριά από την ακτήoffshore marine terminal
χερσαίος συνοριακός σταθμόςland crossing-point