DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing διάστημα | all forms
GreekEnglish
διαμονή για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνεςresidence for less than three months
διαμονή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνώνresidence in excess of three months
επί όσο χρονικό διάστημα εξακολουθεί να υφίσταται η παράλειψηas long as the defect has not been cured
υπόλοιπο διάστημα της θητείαςremainder of his predecessor's term of office
χρονικό διάστημα για την οικειοθελή αναχώρησηtime-limit for voluntary departure
χρονικό διάστημα για την οικειοθελή αναχώρησηperiod for voluntary departure
χρονικό διάστημα οδήγησηςdriving time