DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing διάρθρωση | all forms
GreekGerman
διάρθρωση σε εθελοντική βάσηStruktur auf dem Prinzip der Freiwilligkeit
η όλη οικονομία' η συνολική διάρθρωση' η εν γένει δομήallgemeiner Aufbau
η όλη οικονομία' η συνολική διάρθρωση' η εν γένει δομήallgemeine Struktur
η όλη οικονομία' η συνολική διάρθρωση' η εν γένει δομήallgemeine Konzeption