DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Law containing strike | all forms | exact matches only
EnglishGreek
all-out strikeκαθολική απεργία
bottleneck strikeαπεργία μπουλώματος
bottleneck strikeαπεργία θρόμβωσης
economic strikeεργατική απεργία
flash strikeαστραπιαία απεργία
hit-and-run strikeλευκή απεργία
hit-and-run strikeαφανής απεργία
illegal strikeπαράνομη απεργία
lightning strikeαστραπιαία απεργία
national one-day strikeημερήσια απεργία σε εθνική κλίμακα
no-strike clauseρήτρα εργασιακής ειρήνης
no-strike clauseρήτρα υποχρέωσης ειρήνης
notice of strikeπροειδοποίηση πριν από την πραγματοποίηση απεργίας
notice of strikeπροειδοποίηση απεργίας
official strikeσυνδικαλιστική απεργία
outlaw strikeπαράνομη απεργία
procedure to be followed in starting a strikeδιαδικασία έναρξης της απεργίας
protest strikeαπεργία διαμαρτυρίας
rotating strikeπεριστροφική απεργία
rotating strikeκυκλική απεργία
selective strikeαπεργία μπουλώματος
selective strikeαπεργία θρόμβωσης
sit-down strikeαπεργία με κατάληψη των χώρων εργασίας
staggered strikeπεριστροφική απεργία
staggered strikeκυκλική απεργία
stay-in strikeαπεργία με κατάληψη των χώρων εργασίας
strike ballotψηφοφορία εργαζομένων
strike ballotψηφοφορία γενικής συνέλευσης συνδικαλιστικής οργάνωσης για λήψη απόφασης προς κήρυξη απεργίας
strike committeeεπιτροπή απεργιακού αγώνα
strike fundταμείο αλληλεγγύης
strike fundαπεργιακό ταμείο
strike picketομάδες περιφρούρησης της απεργίας
token strikeπροειδοποιητική απεργία