DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Law containing net | all forms | exact matches only
EnglishGreek
allocation of net profits and losses of the ECBκατανομή των καθαρών κερδών και ζημιών της ΕΚΤ
attributable net proceedsπροκύπτοντα καθαρά έσοδα
BC-NETΕυρωπαϊκό δίκτυο συνεργασίας και προσέγγισης επιχειρήσεων
Business Cooperation Net workΕυρωπαϊκό δίκτυο συνεργασίας και προσέγγισης επιχειρήσεων
"double safety net" procedureδιαδικασία του "contre-filet"
multilateral nettingσυμψηφισμός
net assets valueκαθαρή αξία ενεργητικού
net assets valueκαθαρή αξία αποτιμήσεως ενεργητικού
Net Book Agreementσυμφωνία για την πώληση βιβλίων σε καθορισμένη τιμή