English | Greek |
acceptance of the documents lodged | παραλαβή των προσκομιζομένων εγγράφων |
Ad hoc Committee of Experts for Identity Documents and Movements of Persons | Ad hoc Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα έγγραφα ταυτότητας και την κυκλοφορία των προσώπων |
Ad hoc Committee of Experts on Identity Documents and Movement of Persons | Ad hoc Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τα έγγραφα ταυτότητας και την κυκλοφορία των προσώπων |
addressee of a judicial document | παραλήπτης δικαστικού εγγράφου |
Agreement between the European Community and the Kingdom of Denmark on the service of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters | Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις |
annexes to the documents lodged | συνημμένα |
any supporting document | στοιχεία ή έγγραφα |
application or other procedural document addressed to the Court of Justice lodged by mistake with the Registrar of the Court of First Instance | δικόγραφο προσφυγής ή άλλο διαδικαστικό έγγραφο,απευθυνόμενο στο Δικαστήριο και κατατιθέμενο εκ παραδρομής στον Γραμματέα του Πρωτοδικείου |
attested document | θεωρημένο έγγραφο |
attested document | επικυρωμένο έγγραφο |
attested document | γνήσιο έγγραφο |
authenticated document | επικυρωμένο έγγραφο |
authenticated document | γνήσιο έγγραφο |
authenticated document | θεωρημένο έγγραφο |
by a separate document | με χωριστό δικόγραφο |
certified document | γνήσιο έγγραφο |
certified document | επικυρωμένο έγγραφο |
certified document | θεωρημένο έγγραφο |
code of conduct concerning public access to Commission and Council documents | Κώδικας συμπεριφοράς όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της Επιτροπής και του Συμβουλίου |
communication of procedural documents arg.Art.1 I IG | κοινοποίηση των διαδικαστικών εγγράφων |
communication of procedural documents arg.Art.1 I IG | γνωστοποίηση των διαδικαστικών εγγράφων |
Convention drawn up on the basis of Article K.3 of the Treaty on European Union, on the service in the Member States of the European Union of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters | Σύμβαση καταρτιζόμενη βάσει του άρθρου Κ3 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convention on the service abroad of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters | σύμβαση σχετικά με την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξωδίκων εγγράφων στην αλλοδαπή σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convention on the service in the Member States of the European Union of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters | Σύμβαση για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις |
Convention on the services of judicial and extrajudicial documents in civil or commercial matters | Σύμβαση για τη διαβίβαση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convention Travel Document | επίσημο ταξιδιωτικό έγγραφο |
credit document | έγγραφο εγγύησης |
cross-border service of judicial and extrajudicial documents | διασυνοριακή επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων |
declassification of documents covered by professional or business secrecy | αποχαρακτηρισμός εγγράφων που καλύπτονται από επαγγελματικό ή επιχειρησιακό απόρρητο |
delivery of documents | επίδοση εγγράφων |
descriptive document | περιγραφικό έγγραφο |
descriptive documents | περιγραφικά έγγραφα |
document check by carrier prior to boarding | έλεγχος ταξιδιωτικών εγγράφων από τον μεταφορέα |
document display | απεικόνιση των εγγράφων |
document drawn up in compliance with the letters rogatory | έγγραφο που συντάσσεται κατά την εκτέλεση της απόφασης |
document fraud | απάτη σχετικά με τα έγγραφα |
document having the same legal effect | πράξη έχουσα την αυτή ισχύ' πράξη ανάλογης ισχύος |
document in writing adduced by the party seeking to rely on it | γραπτό κείμενο που προέρχεται από το διάδικο που το επικαλείται |
document instituting proceedings | εισαγωγικό έγγραφο της δίκης |
document instituting the proceedings | εισαγωγικό έγγραφο της δίκης |
document lodged by the parties in the course of the hearing | έγγραφο που κατατέθηκε από τους διαδίκους κατά τη διάρκεια της συνεδριάσεως |
document of compliance | έγγραφο συμμόρφωσης |
document of title | έγγραφο τίτλου |
document or any paper relating to the case | στοιχείο που έχει σχέση με την υπόθεση |
document signed by a person in his/her private capacity | ιδιωτικό έγγραφο |
document to be served, notice to be given or communication to be made | επιδόσεις,κοινοποιήσεις και γνωστοποιήσεις |
document under hand | ιδιωτικό έγγραφο |
documents arising from the implementation | στοιχεία που προέκυψαν από την εκτέλεση των διαδικαστικών πράξεων |
documents considered desirable by the Court | έγγραφο που ζητεί το Δικαστήριο |
documents for the purposes of enforcement | έγγραφα για τους σκοπούς της εκτέλεσης |
documents relating to the legislative procedures | έγγραφα που αφορούν τις νομοθετικές διαδικασίες |
emergency travel document | προσωρινό ταξιδιωτικό έγγραφο |
to ensure speed in the transmission of judicial documents | εξασφαλίζω την ταχύτητα στη διαβίβαση των δικαστικών εγγράφων |
European Convention on the Service Abroad of Documents relating to Administrative Matters | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την κοινοποίηση στο εξωτερικό εγγράφων διοικητικών θεμάτων |
explanatory document | επεξηγηματικό έγγραφο |
extrajudicial document | εξώδικη πράξη |
failing to make documents available for inspection | μη εμφάνιση αποδεικτικών στοιχείων κατά τον έλεγχο |
fee for making available the relevant documents | τέλος για τη διάθεση των απαιτούμενων εγγράφων |
foreign national without identity documents | αλλοδαπός χωρίς έγγραφο ταυτότητας |
foreign national without identity documents | αλλοδαπός στερούμενος δελτίου ταυτότητας |
forged identity document | πλαστό έγγραφο ταυτότητας |
forged or falsified documents | πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα |
forgery of administrative documents | πλαστογραφία δημοσίων εγγράφων |
forgery of administrative documents | πλαστoγραφία εγγράφωv? πλαστoγραφία πιστoπoιητικώv |
forgery of administrative documents | νοθεία κρατικών εγγράφων |
Hague Convention of 5 October 1961 abolishing the requirement of legalization for foreign public documents | σύμβαση της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961,η οποία καταργεί την απαίτηση επικυρώσεως των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων |
identity document | έγγραφο ταυτότητας |
issue of copies of file documents | έκδοση αντιγράφων των εγγράφων φακέλου |
judicial document | δικαστική πράξη |
length of a document | όγκος ενός στοιχείου ή εγγράφου |
lengthy document | μακροσκελές στοιχείο και έγγραφο |
obligation to carry papers and documents | υποχρέωση του αλλοδαπού να φέρει τα νόμιμα έγγραφα |
offer document | έντυπο της προσφοράς |
official document | επικυρωμένο έγγραφο |
official document | γνήσιο έγγραφο |
official document | θεωρημένο έγγραφο |
one-way document | προσωρινό ταξιδιωτικό έγγραφο |
original of documents | πρωτότυπο των προσκομιζομένων στοιχείων |
Palma document | έγγραφο της Πάλμα |
papers and documents | έγγραφα |
papers and documents in support | στοιχεία και έγγραφα προς υποστήριξη |
patent document | ευρεσιτεχνία |
patent document | έγγραφο ευρεσιτεχνίας |
patent document | προδιαγραφή ευρεσιτεχνίας |
Practical Handbook on the Operation of the Hague Convention of 15 November 1965 on the Service Abroad of Judicial and Extrajudicial Documents in Civil and Commercial Matters | Εγχειρίδιο για την εφαρμογή της Σύμβασης της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965 για την επίδοση και την κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
prepare copies of documents | σύνταξη αντιγράφου του πρωτοτύπου |
procedural document validly lodged | διαδικαστικό έγγραφο που κατατίθεται εγκύρως |
to produce all relevant documents and expert and other evidence | προσκομίζει όλα τα συναφή έγγραφα,εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης και μαρτυρίες |
to produce documents | προσκομίζω έγγραφα |
production of documents and items of evidence | προσκόμιση εγγράφων και δειγμάτων |
production of documents in legal proceedings | προσκόμιση εγγράφων ενώπιον δικαστηρίου |
Programme of training, exchanges and cooperation in the field of identity documents | Πρόγραμμα κατάρτισης, ανταλλαγών και συνεργασίας στον τομέα των εγγράφων ταυτότητας |
Programme of training, exchanges and cooperation in the field of identity documents | πρόγραμμα κατάρτισης, ανταλλαγών και συνεργασίας στον τομέα των εγγράφων ταυτότητας |
public document | γνήσιο έγγραφο |
public document | επικυρωμένο έγγραφο |
public document | θεωρημένο έγγραφο |
receipt of copies of secret or confidential documents | ανακοίνωση απορρήτων ή εμπιστευτικών στοιχείων |
right of access to documents of the Union institutions, bodies, offices and agencies | δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης |
schedule of annexed documents | συνημμένη κατάσταση στοιχείων και εγγράφων |
service of judicial documents abroad | επίδοση των δικαστικών εγγράφων στην αλλοδαπή |
service of legal documents | κοινοποίηση των δικαστικών πράξεων |
service of legal documents | επίδοση των δικαστικών πράξεων |
supporting document | συνημμένο στοιχείο και έγγραφο |
supporting document | προσκομιζόμενο στοιχείο |
supporting document annexed to the application | στοιχείο προς στήριξη της αιτήσεως |
supporting documents | δικαιολογητικά έγγραφα |
supporting documents regarding return | δικαιολογητικό που αφορά την επιστροφή |
taxation document | φορολογικό στοιχείο |
the court may dispense with the production of these documents by the applicant if it considers that it has sufficient information before it from other evidence | ικανοποιητικά πληροφορημένος |
the documents are machine readable | τα έγγραφα είναι μηχανικώς αναγνώσιμα |
the production of documents and items of evidence | προσκόμιση εγγράφων και δειγμάτων |
the service of a judicial document causes time to begin to run | με την επίδοση δικαστικού εγγράφου αρχίζουν να τρέχουν οι προθεσμίες |
trafficking in false documents | εμπορία πλαστών εγγράφων |
trafficking in forged documents | εμπορία πλαστών εγγράφων |
transmission of judicial documents | μεταβίβαση δικαιογράφων |
transmission of the documents lodged | διαβίβαση των προσκομιζομένων εγγράφων |
travel document | ταξιδιωτικό έγγραφο |
use of forged documents | χρήση πλαστών εγγράφων |
valid travel document | έγκυρο πιστοποιητικό κυκλοφορίας |
when the document instituting the proceedings is served | κατά το χρόνο επιδόσεως της αγωγής |
written document | συμβόλαιο |
written document | έγγραφο ντοκουμέντο |
written document | γραπτό τεκμήριο |
written document | συμφωνία |