Portuguese | Greek |
a administração central destas sociedades | η κεντρική διοίκηση των εταιριών αυτών |
a adoção ou alteração de uma disposição | η θέσπιση ή η τροποποίηση διατάξεως |
a Agência fica sob controlo da Comissão | ο Oργανισμός τελεί υπό τον έλεγχο της Eπιτροπής |
a Agência não pode exercer qualquer discriminação entre os utilizadores | ο Oργανισμός δεν δύναται να προβαίνει σε οποιαδήπτε διάκριση μεταξύ των καταναλωτών |
a Alta Autoridade tem competência exclusiva | η Aνωτάτη Aρχή έχει αποκλειστική αρμοδιότητα |
a aprovação foi recusada ou revogada | η έγκριση δεν εχορηγήθη ή ανεκλήθη |
a aproximação das legislações nacionais | η προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών |
a Assembleia só pode pronunciar-se por votação pública | η Συνέλευση δεν δύναται να αποφασίσει παρά μόνο με φανερή ψηφοφορία |
a audiência é pública | η συνεδρίαση είναι δημοσία |
a cominação de multas e adstrições | η πρόβλεψη προστίμων και χρηματικών ποινών |
a Comissão apresentará o seu requerimento num prazo de dois meses a contar da notificação | η Eπιτροπή διαβιβάζει το αίτημά της εντός προθεσμίας δύο μηνών από της κοινοποιήσεως |
a Comissão decidirá | η Eπιτροπή αποφασίζει |
a Comissão deve sem demora dar início ao procedimento | η Eπιτροπή κινεί αμελλητί τη διαδικασία |
a Comissão dirigirá a..., quando necessário, as diretivas adequadas | η Eπιτροπή απευθύνει,εφ'όσον είναι ανάγκη,κατάλληλες οδηγίες προς... |
a Comissão dispõe de poder de decisão próprio | η Eπιτροπή έχει ιδία εξουσία λήψεως αποφάσεων |
a Comissão, mediante processo de urgência, estabelecerá as medidas de proteção | η Eπιτροπή ορίζει με επείγουσα διαδικασία τα μέτρα διασφαλίσεως |
a Comissão pode proceder a todas as verificações necessárias | η Eπιτροπή δύναται να προβαίνει σε όλους τους αναγκαίους ελέγχους |
a Comissão recomendará ao Conselho a concessão de assistência mútua | η Επιτροπή συνιστά στο Συμβούλιο την παροχή αμοιβαίας συνδρομής |
a competência dos órgãos jurisdicionais nacionais | η αρμοδιότης των εθνικών δικαστηρίων |
a Comunidade deve reparar o dano | η Kοινότης υποχρεούται σε αποκατάσταση της ζημίας |
a Comunidade estabelecerá todas as formas úteis de cooperação com o Conselho da Europa | η Kοινότης καθιερώνει την κατάλληλη συνεργασία με το Συμβούλιο της Eυρώπης |
a Comunidade goza da mais ampla capacidade jurídica | η Kοινότης έχει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα |
a Comunidade pode estar em juízo | η Kοινότης δύναται να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου |
a Comunidade tem personalidade jurídica | η Kοινότης έχει νομική προσωπικότητα |
a concessão de licenças de exploração de patentes | η παραχώρηση των αδειών εκμεταλλεύσεως διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
a constituição de agências,sucursais ou filiais | η ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιριών |
a decisão constitui título executivo | η απόφαση αποτελεί τίτλο εκτελεστό |
a decisão em nada prejudica a decisão do Tribunal sobre o fundo da causa | η απόφαση ουδόλως προδικάζει την απόφαση του δικαστηρίου επί της κυρίας υποθέσεως |
a decisão implícita de recusa que se deduz deste silêncio | η σιωπηρά αρνητική απόφαση που θεωρείται ότι προκύπτει από τη σιωπή αυτή |
a decisão tem caráter meramente provisório | η απόφαση έχει προσωρινό χαρακτήρα |
a execução das decisões judiciais | η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων |
a fase oral foi iniciada antes dessa data | η προφορική διαδικασία είχε αρχίσει πριν από την ημερομηνία αυτή |
a fiscalização das contas é efetuada pelo Tribunal de Contas | το Ελεγκτικό Συνέδριο εξασφαλίζει τον έλεγχο των λογαριασμών |
a fórmula executória | ο εκτελεστήριος τύπος |
a fórmula executória é aposta pela autoridade nacional | ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται από την εθνική αρχή |
a inscrição de um mandatário sera suprimida oficiosamente | πληρεξούσιος που διαγράφεται αυτεπάγγελτα |
a instância de arbitragem designará o seu próprio presidente | το διαιτητικό όργανο εκλέγει τον πρόεδρό του |
a instância de arbitragem proferirá a sua decisão | το διαιτητικό όργανο εκδίδει την απόφασή του |
a legislação nacional | οι εθνικές νομοθεσίες |
a leitura do relatório | η ανάγνωση της εισηγήσεως |
a liberalização destas restrições dependerá da coordenação de... | η άρση των περιορισμών προϋποθέτει το συντονισμό των... |
a mais alta jurisdição nacional | το ανώτατο εθνικό δικαστήριο |
a mais ampla capacidade jurídica | έχω την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα |
a marca deixar de produzir efeitos | το σήμα παύει να παράγει αποτελέσματα |
a natureza coerciva destas regras | ο αναγκαστικός χαρακτήρας των κανόνων αυτών |
a natureza e os meios de controlo | η φύση και τα μέσα του ελέγχου |
a notificação de um ato judicial faz correr os prazos | με την επίδοση δικαστικού εγγράφου αρχίζουν να τρέχουν οι προθεσμίες |
a ordem por que são realizadas as audiências | πινάκιο συνεδριάσεων |
a parte contra a qual a execução é promovida | ο διάδικος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση |
a parte contrária cumpre voluntariamente a sentença | ο αντίδικος εκτελεί εκούσια την απόφαση |
a parte recorrente vencedora pague à parte contrária as despesas | καταβολή εξόδων στον ηττηθέντα αντίδικο |
a parte seja vencida respetivamente num ou mais pontos | ο διάδικος ενίκησε και ηττήθηκε μερικώς |
a pedido da parte lesada | με αίτηση του ζημιωθέντος διαδίκου |
a prova de intrusões | διασφαλισμένο από παρεισδύσεις |
a quota-parte dos preparos e custas que ficam a cargo do requerente | μέρος των εξόδων που βαρύνουν τον προσφεύγοντα |
a ratio legis de uma disposição | ratio legis μιας διατάξεως |
a regra locus regit actum | ο κανόνας locus regit actum |
a regularidade das medidas de execução | η κανονικότης των εκτελεστικών μέτρων |
a regularidade formal de decisão | η τυπική εγκυρότης της αποφάσεως |
a requerimento de qualquer parte interessada | με αίτηση κάθε ενδιαφερομένου μέρους |
a responsabilidade contratual da Comunidade | η συμβατική ευθύνη της Kοινότητος |
a revisão tem início com um acórdão | η διαδικασία της αναθεωρήσεως άρχεται δι'αποφάσεως |
a sede social destas sociedades | η καταστατική έδρα των εταιριών αυτών |
a taxa se torna exigível | τέλος που κατέστη απαιτητό |
a tradução está conforme com o texto original | μετάφραση που αποδίδει το πρωτότυπο κείμενο |
a título incidental | παρεμπιπτόντως |
a título oneroso | εξ επαχθούς αιτίας |
a UEO enquanto componente de defesa da União Europeia | η ΔΕΕ ως αμυντική συνιστώσα της Ευρωπαϊκής'Ενωσης |
a uniformização da política comercial | η ενοποίηση της εμπορικής πολιτικής |
Acta Fundadora sobre as Relações Mútuas, a Cooperação e a Segurança entre a NATO e a Federação Russa | Ιδρυτική Πράξη αμοιβαίων σχέσεων, συνεργασίας και ασφάλειας μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσικής Ομοσπονδίας |
actividade contrária à ordem pública | δραστηριότητα αντίθετη προς τη δημόσια τάξη |
acto com a mesma força | πράξη έχουσα την αυτή ισχύ' πράξη ανάλογης ισχύος |
acórdão do Tribunal de Justiça que declare expressamente verificada a existência de um facto novo | απόφαση του Δικαστηρίου που διαπιστώνει ρητώς την ύπαρξηνέουγεγονότος |
acórdão proferido sobre a oposição de terceiro | απόφαση επί της τριτανακοπής |
acórdão à revelia suscetível de oposição | ανακοπή κατά της ερήμην αποφάσεως |
acórdãos à revelia e oposição | ερήμην αποφάσεις και ανακοπή ερημοδικίας |
aderir a um acordo coletivo | προσχωρώ σε μία συλλογική σύμβαση |
aderir a uma convenção coletiva | προσχωρώ σε μία συλλογική σύμβαση |
aderir à greve | υπακούω στην απόφαση για πραγματοποίηση απεργίας |
aderir à greve | συμμετέχω στην απεργία |
adicional a um contrato | επισυμφωνητικό |
aditamento a um contrato | επισυμφωνητικό |
aditamento a uma convenção coletiva | παράρτημα συλλογικήςσύμβασης |
aditamento a uma convenção coletiva | παράρτημα σε μία συλλογική σύμβαση |
advogado autorizado a exercer | δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο |
advogado autorizado a exercer a advocacia nos tribunais de um Estado-Membro | δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο κράτους μέλους |
advogado autorizado a exercer num dos Estados-Membros | δικηγόρος εγγεγραμμένος σε δικηγορικό σύλλογο κράτους μέλους |
advogado habilitado a exercer no território de um Estado-Membro | δικηγόρος ο οποίος δικαιούται να ασκεί δικηγορία στο έδαφος κράτους μέλους |
afetação a um novo emprego | νέος διορισμός |
afetação a um novo emprego | μετάταξη |
afetação a um novo emprego | διορισμός σε άλλη απασχόληση |
afetação de um direito à constituição de uma garantia | δικαίωμα που παραχωρείται ως ασφάλεια |
ameaça para a ordem pública | κίνδυνος για τη δημόσια τάξη |
ameaça para a ordem pública | απειλή για τη δημόσια τάξη |
ameaça à saúde pública | απειλή για τη δημόσια υγεία |
ameaça à vida | προσβολή της ζωής |
apelo à greve | κάλεσμα σε απεργία |
aplicável a qualquer acordo ou categoria de acordos | εφαρμοστέα σε κάθε συμφωνία ή κατηγορία συμφωνιών |
apoio financeiro a médio prazo às balanças de pagamentos | μηχανισμός μεσοπρόθεσμης οικονομικής στήριξης του ισοζυγίου πληρωμών |
apoio monetário a curto prazo | βραχυπρόθεσμη νομισματική στήριξη |
apoio monetário a curto prazo | βραχυπρόθεσμος μηχανισμός νομισματικής στήριξης |
aprovar a escolha do interessado | εγκρίνω την επιλογή του ενδιαφερόμενου |
apto a negociar as convenções coletivas | ικανός για διαπραγμάτευση συλλογικών συμβάσεων |
assalto à mão armada | αεροπειρατεία |
Associação internacional para a reforma penal | Διεθνής ένωση για τη μεταρρύθμιση του ποινικού δικαίου |
atentado a liberdade de impresa | παραβίαση της ελευθερίας του τύπου |
atentado à bomba | βομβιστική επίθεση |
atentado à integridade física | προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητας προσώπου |
atestar a integridade da pessoa em causa | αποδεικνύω την εντιμότητα ενός συγκεκριμένου προσώπου |
ato a título oneroso | επαχθής δικαιοπραξία |
ato de violência que atente contra a vida | πράξη βίας στρεφόμενη κατά της ζωής |
ato sujeito a autorização | πράξη που υπόκειται σε άδεια του δικαιούχου |
ato suscetível de ser submetido à Comissão | η πράξη μπορεί να παραπεμφθεί ενώπιον της Επιτροπής |
autoridade federal para a proteção da informação | ομοσπονδιακός επίτροπος προστασίας δεδομένων |
autoridade judiciária onde foi intentada a ação penal | ποινικό δικαστήριο |
autoridades competentes para a aplicação da lei | αρχές επιβολής του νόμου |
ações judiciais relativas a marcas comunitárias | αγωγές που αφορούν κοινοτικά σήματα |
Base de dados especializada em legislação sobre a informação | Βάση δεδομένων ειδικευμένη στο δίκαιο της πληροφορικής |
casco à deriva | εγκαταλειμμένο ναυάγιο |
cessar a atividade | παύω τη δραστηριότητα |
chamamento de garante à ação | αγωγή εγγυήσεως |
cliente não sujeito à tarifa | πελάτης για τον οποίο δεν εφαρμόζονται οι επίσημοι τιμοκατάλογοι |
colaboração com as autoridades na investigação do auxílio à imigração ilegal | συνεργασία με τις αρχές για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης μεταναστών |
colaboração com as autoridades na investigação do auxílio à imigração ilegal | συνεργασία με τις αρχές για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης |
Comissão para a Lei dos Monopólios | Επιτροπή Μονοπωλίων |
comprometer-se a pagar a prestações | αναλαμβάνω την υποχρέωση να εξοφλώ με δόσεις |
comunicação oficiosa à Comissão | αυτεπάγγελτη ανακοίνωση προς την Eπιτροπή |
comutar a pena de morte em prisão | μετατρέπω την ποινή του θανάτου σε φυλάκιση |
condenação frequente à pena de morte | συχνή επιβολή της θανατικής ποινής |
condições de acesso a um direito | προϋποθέσεις για τη θεμελίωση ενός δικαιώματος |
condições para a concessão do direito de prioridade | προϋποθέσεις εφαρμογής του δικαιώματος προτεραιότητος |
condução à fronteira | επαναπροώθηση στα σύνορα |
Conferência Ministerial Mundial das Nações Unidas sobre a Criminalidade Organizada | Παγκόσμια Υπουργική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το οργανωμένο διεθνικό έγκλημα |
constatar a vaga | διαπιστώνει ότι η έδρα κατέστη κενή |
constituir, quanto à aplicação do direito, um todo indivisível | αποτελώ ενιαίο σύνολο όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού |
constituição de uma empresa em nome individual sob a forma de sociedade | μετατροπή μιας ατομικής επιχείρησης σε εταιρεία |
contestar a validade da patente | αμφισβητώ την εγκυρότητα του δικαιώματος ευρεσιτεχνίας |
continuar a conhecer de casos de que já estavam encarregados | συνεχίζω να εκδικάζω υποθέσεις τις οποίες έχουν ήδη επιληφθεί |
controlo do processamento a pedido de terceiros | έλεγχος επεξεργασίας για τρίτους |
Convenção Civil sobre a Corrupção | Σύμβαση για θέματα Αστικού Δικαίου περί διαφθοράς |
Convenção das Nações Unidas sobre o reconhecimento e a execução das sentenças arbitrais estrangeiras, de 10 de junho de 1968 | σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων της 10ης Ιουνίου 1958 |
Convenção das Nações Unidas sobre o reconhecimento e a execução de sentenças arbitrais estrangeiras | σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων |
Convenção das Nações Unidas sobre o reconhecimento e a execução de sentenças arbitrais estrangeiras | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων |
Convenção das Nações Unidas sobre o reconhecimento e a execução de sentenças arbitrais estrangeiras | Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των διαιτητικών αποφάσεων |
Convenção das Nações Unidas sobre o reconhecimento e a execução de sentenças arbitrais estrangeiras | Σύμβαση της Νέας Υόρκης |
Convenção de aplicação do Acordo de Schengen de 14 de junho de 1985 relativo à supressão gradual dos controlos nas fronteiras comuns, 19 de junho de 1990 | Σύμβαση της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Schengen της 14ης Ιουνίου 1985,σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα |
Convenção de Berna para a Proteção das Obras Literárias e Artísticas | σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna para a Proteção das Obras Literárias e Artísticas | Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna para a proteção de obras literárias e artísticas | Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna para a proteção de obras literárias e artísticas | σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna relativa à proteção das obras literárias e artísticas | Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna relativa à proteção das obras literárias e artísticas | σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna sobre a Proteção das Obras Literárias e Artísticas | Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de Berna sobre a Proteção das Obras Literárias e Artísticas | σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων |
Convenção de 20 de novembro de 1963, que altera a Convenção revista de Mannheim e o Protocolo Adicional de 25 de outubro de 1972 | σύμβαση της 20ής Νοεμβρίου 1963,με την οποία επιφέρεται τροπολογία στην αναθεωρημένη σύμβαση του Mannheim και πρόσθετο πρωτόκολλο της 25ης Οκτωβρίου 1972 |
Convenção de 27 de outubro de 1956 entre o Grão-Ducado do Luxemburgo, a República Federal da Alemanha e a República Francesa, sobre a navegabilidade do Mosela | Σύμβαση της 27ης Οκτωβρίου 1956 μεταξύ Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου,Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και Γαλλικής Δημοκρατίας με αντικείμενο τη διευθέτηση του ρου του ποταμού Moselle |
Convenção de Haia, de 15 de abril de 1958, sobre a competência do foro contratual em caso de venda internacional de mercadorias | σύμβαση της Χάγης της 15ης Απριλίου 1958 για τη δικαιοδοσία του συμβατικού forum σε περίπτωση διεθνούς πωλήσεως κινητών προσωπικής χρήσεως |
Convenção de Haia de 5 de outubro de 1961, que suprime a exigência da legalização de atos públicos estrangeiros | σύμβαση της Χάγης της 5ης Οκτωβρίου 1961,η οποία καταργεί την απαίτηση επικυρώσεως των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων |
Convenção de Nova Iorque, de 20 de junho de 1956, sobre a cobrança de alimentos no estrangeiro | σύμβαση της Νέας Υόρκης της 20ής Ιουνίου 1956 για την είσπραξη διατροφής σε αλλοδαπό κράτος |
Convenção de Paris para a Proteção da Propriedade Industrial | σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας |
Convenção de Paris para a Proteção da Propriedade Industrial | η συνθήκη των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας |
Convenção de Paris para a proteção da propriedade industrial e de informações não divulgadas relativas ao know-how | σύμβαση των Παρισίων για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και της προστασίας πληροφοριών σχετικών με την τεχνογνωσία που δεν έχουν κοινοποιηθεί |
Convenção de Viena sobre a Sucessão de Estados em matéria de Tratados | Σύμβαση της Βιέννης περί διαδοχής κρατών όσον αφορά τις συνθήκες |
Convenção Europeia para a Vigilância de Pessoas Condenadas ou Libertadas Condicionalmente | Σύμβαση "περί επιτηρήσεως των υφ'όρον καταδικασθέντων ή απολυθέντων προσώπων" |
Convenção europeia relativa à segurança social dos trabalhadores dos transportes internacionais | Ευρωπαϊκή Σύμβαση σχετικά με την Κοινωνική Ασφάλεια των εργαζομένων στις διεθνείς μεταφορές |
Convenção europeia relativa à segurança social dos trabalhadores dos transportes internacionais | Eυρωπαϊκή Σύμβαση περί της Kοινωνικής Aσφαλίσεως των Eργαζομένων στις Διεθνείς Mεταφορές |
Convenção Europeia sobre a Arbitragem Comercial Internacional | Ευρωπαϊκή Σύμβαση περί διεθνούς εμπορικής διαιτησίας |
Convenção Europeia sobre a Nacionalidade | Ευρωπαϊκή σύμβαση για την ιθαγένεια |
Convenção Europeia sobre a Notificação no Estrangeiro de Documentos em Matéria Administrativa | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την κοινοποίηση στο εξωτερικό εγγράφων διοικητικών θεμάτων |
Convenção Europeia sobre a Obtenção no Estrangeiro de Informações e Provas em Matéria Administrativa | Σύμβαση για τη συλλογή πληροφοριών και αποδεικτικών στοιχείων στην αλλοδαπή για διοικητικές υποθέσεις |
Convenção Internacional de Berna, de 7 de fevereiro de 1970, relativa ao transporte ferroviário de mercadorias CIM e ao transporte ferroviário de viajantes e de bagagens CIV, bem como o Protocolo Adicional e os Protocolos I e II, de 9 de novembro de 1973, elaborados pela Conferência Diplomática para a Aplicação das Convenções Internacionais | Διεθνής σύμβαση της Βέρνης της 7ης Φεβρουαρίου 1970 σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων σιδηροδρομικώςCIMκαι τη μεταφορά ταξιδιωτών και αποσκευών σιδηροδρομικώςCIVκαθώς και πρόσθετο πρωτόκολλο και τα πρωτόκολλα Ι και ΙΙ της 9ης Νοεμβρίου 1973,τα οποία συντάχθηκαν από τη διπλωματική συνδιάσκεψη που είχε συγκληθεί με σκοπό τη θέση σε ισχύ των διεθνών συμβάσεων |
Convenção Internacional de Bruxelas, de 27 de maio de 1967, para a unificação de certas normas em matéria de transporte marítimo de bagagens de passageiros | διεθνής σύμβαση των Βρυξελλών της 27ης Μαΐου 1967 για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων θαλάσσιας μεταφοράς αποσκευών επιβατών |
Convenção Internacional de Bruxelas, de 27 de maio de 1967, para a unificação de certas normas relativas aos privilégios e hipotecas marítimos | διεθνής σύμβαση των Βρυξελλών της 27ης Μαΐου 1967 για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τα ναυτικά προνόμια και τις ναυτικές υποθήκες |
Convenção Internacional de Bruxelas, de 29 de novembro de 1969, sobre a responsabilidade civil pelos danos devidos à poluição provocada pelos hidrocarbonetos | διεθνής σύμβαση των Βρυξελλών της 29ης Νοεμβρίου 1969 σχετικά με την αστική ευθύνη για τις ζημίες που οφείλονται στη μόλυνση ή ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção Internacional, de 18 de dezembro de 1971, que cria um fundo internacional de indemnização para os danos devidos à poluição provocada pelos hidrocarbonetos | διεθνής σύμβαση της 18ης Δεκεμβρίου 1971,με την οποία δημιουργείται διεθνές ταμείο αποζημιώσεως λόγω ζημιών που οφείλονται στη μόλυνση ή ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção internacional destinada a penalizar a corrupção dos funcionários públicos estrangeiros | διεθνής σύμβαση σχετικά με την ποινικοποίηση της δωροδοκίας των αλλοδαπών δημοσίων υπαλλήλων |
Convenção Internacional para a Proteção das Obtenções Vegetais | διεθνής σύμβαση για την προστασία νέων φυτών ποικιλιών |
Convenção Internacional para a Proteção das Obtenções Vegetais | διεθνής σύμβαση για την προστασία νέων φυτικών ποικιλιών |
Convenção Internacional para a Proteção das Obtenções Vegetais | Σύμβαση UΡΟV |
Convenção internacional para a repressão da moeda falsa | διεθνής σύμβαση για την καταστολή της παραχάραξης και της κιβδηλείας |
Convenção internacional para a unificação de certas normas relativas à competência civil em matéria de abalroação, assinada em Bruxelas em 10 de maio de 1952 | Διεθνής σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τη δικαιοδοσία αστικών δικαστηρίων σε υποθέσεις συγκρούσεως πλοίων,που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 10 Μαΐου 1952 |
Convenção internacional para a unificação de certas normas sobre o arresto de navios de mar, assinada em Bruxelas em 10 de maio de 1952 | Διεθνής σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τη συντηρητική κατάσχεση πλοίων,που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 10 Μαΐου 1952 |
Convenção Internacional para a Unificação de Certas Regras sobre o Arresto de Navios | διεθνή σύμβαση περί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων |
Convenção Internacional sobre a Resolução de Diferendos relativos aos Investimentos | Διεθνής Σύμβαση για τη Διευθέτηση των Διαφορών στον τομέα Επενδύσεων |
Convenção Internacional sobre a Resolução de Diferendos relativos aos Investimentos | Σύμβαση ICSID |
Convenção Internacional sobre a Resolução de Diferendos relativos aos Investimentos | Σύμβαση για τη ρύθμιση των σχετιζομένων προς τις επενδύσεις διαφορών μεταξύ κρατών και υπηκόων άλλων κρατών |
Convenção internacional sobre a responsabilidade civil pelos danos devidos à poluição por hidrocarbonetos | διεθνής σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção internacional sobre a responsabilidade civil pelos danos devidos à poluição por hidrocarbonetos | σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για τη ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção Internacional sobre a responsabilidade civil pelos prejuízos devidos à poluição por hidrocarbonetos | σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για τη ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção Internacional sobre a responsabilidade civil pelos prejuízos devidos à poluição por hidrocarbonetos | διεθνής σύμβαση σχετικά με την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε ρύπανση από υδρογονάνθρακες |
Convenção Internacional sobre a Segurança dos Contentores | Διεθνής Σύμβαση για ασφαλή εμπορευματοκιβώτια |
Convenção para a Conservação e Gestão dos Recursos de Escamudo no Mar de Bering Central | Σύμβαση για τη διατήρηση και διαχείριση των αποθεμάτων μπακαλιάρου της Αλάσκας στην κεντρική Βερίγγειο Θάλασσα |
Convenção para a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Διαρκή Χρήση του Δούναβη |
Convenção para a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | σύμβαση για την προστασία του Δούναβη |
Convenção para a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Βιώσιμη Χρήση του Δούναβη |
Convenção para a elaboração do projecto de Carta dos Direitos Fundamentais da União Europeia | Συνέλευση για την εκπόνηση του σχεδίου Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Convenção para a Execução de Sentenças Arbitrais Estrangeiras | Σύμβαση "περί εκτελέσεως των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων" |
Convenção para a proteção da propriedade industrial | σύμβαση για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας |
Convenção para a proteção do meio marinho do Atlântico Nordeste | Σύμβαση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος του Βορειοανατολικού Ατλαντικού |
Convenção para a resolução de diferendos relativos a investimentos entre Estados e nacionais de outros Estados | Σύμβαση ICSID |
Convenção para a resolução de diferendos relativos a investimentos entre Estados e nacionais de outros Estados | Διεθνής Σύμβαση για τη Διευθέτηση των Διαφορών στον τομέα Επενδύσεων |
Convenção para a resolução de diferendos relativos a investimentos entre Estados e nacionais de outros Estados | Σύμβαση για τη ρύθμιση των σχετιζομένων προς τις επενδύσεις διαφορών μεταξύ κρατών και υπηκόων άλλων κρατών |
convenção para a solução das disputas internacionais | συνθήκη για την επίλυση διεθνών διαφορών |
Convenção para a unificação de certas normas relativas ao transporte aéreo internacional e o protocolo adicional, assinados em Varsóvia em 12 de outubro de 1929 | Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές και πρόσθετο πρωτόκολλο,που υπογράφτηκαν στη Βαρσοβία στις 12 Οκτωβρίου 1929 |
Convenção Penal sobre a Corrupção | Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά |
Convenção que cria a Organização Mundial da Propriedade Intelectual | σύμβαση για την ίδρυση του παγκόσμιου οργανισμού πνευματικής ιδιοκτησίας |
Convenção relativa a certas Instituções comuns às Comunidades Europeias | σύμβαση περί ορισμένων κοινών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων |
Convenção relativa aos danos causados a terceiros à superfície por aeronaves estrangeiras, assinada em Roma em 7 de outubro de 1952 | Σύμβαση σχετικά με τις ζημίες που προκαλούνται στους τρίτους στην επιφάνεια από αλλοδαπά αεροσκάφη,που υπογράφτηκε στη Ρώμη στις 7 Οκτωβρίου 1952 |
Convenção relativa à Adesão da República da Áustria, da República da Finlândia e do Reino da Suécia à Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial, bem como ao Protocolo relativo à sua Interpretação pelo Tribunal de Justiça | Σύμβαση για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας στη Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις καθώς και στο Πρωτόκολλο για την ερμηνεία της από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκαν από τη Σύμβαση για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας, από τη Σύμβαση για την προσχώρηση... |
Convenção relativa à Adesão da República da Áustria, da República da Finlândia e do Reino da Suécia à Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais bem como ao Primeiro e Segundo Protocolos relativos à sua Interpretação pelo Tribunal de Justiça | Σύμβαση για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980, καθώς και στο πρώτο και δεύτερο πρωτόκολλο όσον αφορά την ερμηνεία της από το Δικαστήριο |
Convenção relativa à adesão da República Helénica à Convenção de Bruxelas | σύμβαση για την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στη σύμβαση των Βρυξελλών |
Convenção relativa à adesão do Reino da Dinamarca, da Irlanda e do Reino Unido da Grã-Bretanha e Irlanda do Norte à Convenção de Bruxelas | σύμβαση της 19ης Οκτωβρίου 1978 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Δανίας,της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας στη σύμβαση των Βρυξελλών |
convenção relativa à circulação de pessoas | σύμβαση για την κυκλοφορία των προσώπων |
Convenção relativa à citação e à notificação dos atos judiciais e extrajudiciais em matérias civil e comercial nos Estados-Membros da União Europeia | Σύμβαση για την επίδοση και την κοινοποίηση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις |
Convenção relativa à Competência Judiciária, ao Reconhecimento e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção relativa à Competência Judiciária, ao Reconhecimento e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση του Λουγκάνο |
Convenção relativa à competência judiciária e à execução das decisões em matéria civil e comercial | σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção relativa à competência judiciária e à execução das decisões em matéria civil e comercial | Σύμβαση των Βρυξελλών |
Convenção relativa à competência judiciária e à execução das decisões em matéria civil e comercial | σύμβαση περί διεθνούς δικαιοδοσίας και εκτελέσεως των αποφάσεων επί αστικών και εμπορικών υποθέσεων |
convenção relativa à competência judiciária e à execução das decisões em matéria matrimonial | Σύμβαση όσον αφορά τη δικαστική αρμοδιότητα και την εκτέλεση των αποφάσεων σε θέματα γάμου |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Παράλληλη Σύμβαση |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση του Λουγκάνο |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις παγιωμένη μορφή |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση του exequatur |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial Lugano,16 de setembro de 1988 | Σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção relativa à Competência Judiciária e à Execução de Decisões em Matéria Civil e Comercial | Σύμβαση των Βρυξελλών |
Convenção relativa à extradição entre os Estados-Membros da União Europeia | Σύμβαση για την έκδοση μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης |
Convenção relativa à Segurança Social | σύμβαση περί κοινωνικής ασφαλίσεως |
Convenção sobre a citação e notificação no estrangeiro de atos judiciais e extrajudiciais em matéria civil e comercial | σύμβαση σχετικά με την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξωδίκων εγγράφων στην αλλοδαπή σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção sobre a Cobrança Internacional de Alimentos em benefício dos Filhos e de outros Membros da Família | Σύμβαση για την είσπραξη, σε διεθνές επίπεδο, απαιτήσεων διατροφής παιδιών και άλλων μορφών οικογενειακής διατροφής |
Convenção sobre a Concessão de Patentes Europeias | σύμβαση για το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre a Concessão de Patentes Europeias | σύμβαση για τη χορήγηση των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre a Concessão de Patentes Europeias | Σύμβαση σχετικά με τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
convenção sobre a conciliação e a arbitragem | συμφωνία για τη συμφιλίωση και τη διαιτησία |
Convenção sobre a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Βιώσιμη Χρήση του Δούναβη |
Convenção sobre a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Διαρκή Χρήση του Δούναβη |
Convenção sobre a Cooperação para a Proteção e Utilização Sustentável do Danúbio | σύμβαση για την προστασία του Δούναβη |
convenção sobre a defesa dos direitos de todos os trabalhadores migrantes e das suas famílias | σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των μεταναστών εργαζομένων και των οικογένειών τους |
convenção sobre a execução das decisões de inibição do direito de conduzir | Σύμβαση για την εκτέλεση των αποφάσεων περί εκπτώσεως από το δικαίωμα οδήγησης |
Convenção sobre a Informação e a Cooperação Jurídica relativas aos "Serviços da Sociedade da Informação" | Σύμβαση αριθ. 180 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πληροφόρηση και τη δικαστική συνεργασία όσον αφορά τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας |
Convenção sobre a Lei Aplicável a certos Direitos sobre Valores Mobiliários detidos junto de Intermediários | Σύμβαση της Χάγης για το εφαρμοστέο δίκαιο σε ορισμένα δικαιώματα επί τίτλων που κατέχονται από διαμεσολαβητές |
Convenção sobre a Lei Aplicável em matéria de Acidentes de Circulação Rodoviária | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στα τροχαία ατυχήματα |
Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Σύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβατικές ενοχές |
Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Σύμβαση της Ρώμης Ι |
Convenção sobre a Lei Aplicável às Obrigações Contratuais | Σύμβαση της Ρώμης |
Convenção sobre a lei aplicável às obrigações contratuais | σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές υποχρεώσεις |
Convenção sobre a lei aplicável às obrigações contratuais | Σύμβαση για το δίκαιο που διέπει τις συμβατικές ενοχές |
convenção sobre a lei aplicável às obrigações extracontratuais | σύμβαση περί του εφαρμοστέου δικαίου στις εξωσυμβατικές ενοχές |
convenção sobre a passagem das fronteiras externas da Comunidade | σύμβαση σχετικά με τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας |
Convenção sobre a Patente Europeia | Σύμβαση σχετικά με τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre a Patente Europeia | σύμβαση για τη χορήγηση των ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre a Patente Europeia | σύμβαση για το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre a Proteção do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Βιώσιμη Χρήση του Δούναβη |
Convenção sobre a Proteção do Danúbio | Σύμβαση Συνεργασίας για την Προστασία και τη Διαρκή Χρήση του Δούναβη |
Convenção sobre a Proteção do Danúbio | σύμβαση για την προστασία του Δούναβη |
Convenção sobre a responsabilidade dos armadores de navios nucleares e protocolo adicional, feita em Bruxelas em 25 de maio de 1962 | Σύμβαση σχετικά με την ευθύνη των φορέων εκμεταλλεύσεως πυρηνικών πλοίων και πρόσθετο πρωτόκολλο,που υπογράφτηκαν στις Βρυξέλλες στις 25 Μαΐου 1962 |
convenção sobre a transmissão dos atos judiciários e extrajudiciários em matéria civil e comercial | Σύμβαση για τη διαβίβαση δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Convenção sobre a transposição das fronteiras externas da Comunidade | σύμβαση για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας |
Convenção sobre a Unificação de certos Elementos do Direito das Patentes de Invenção | Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων στοιχείων του Δικαίου των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας |
Convenção sobre o Mar Territorial e a Zona Contígua | Σύμβαση για τη χωρική θάλασσα και τη συνορεύουσα ζώνη ; Σύμβαση για την αιγιαλίτιδα ζώνη και τη συνορεύουσα ζώνη |
Convenção sobre o Reconhecimento e a Execução de Sentenças Arbitrais Estrangeiras | Σύμβαση "περί της αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων" |
Convenção tendente a facilitar o acesso internacional à justiça | Σύμβαση που σκοπεύει να διευκολύνει την προσφυγή στη δικαι οσύνη σε διεθνές επίπεδο |
convenção-quadro sobre a segurança nuclear | σύμβαση-πλαίσιο για την πυρηνική ασφάλεια |
cooperação com as autoridades no combate à imigração clandestina | συνεργασία με τις αρχές για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης |
cooperação com as autoridades no combate à imigração clandestina | συνεργασία με τις αρχές για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης μεταναστών |
Coordenador Nacional para a Cooperação no Domínio da Justiça e Assuntos Internos da União Europeia | Επιτροπή Κ.4 |
Código internacional de gestão para a segurança | διεθνής κώδικας διαχείρισης της ασφάλειας |
Código internacional de gestão para a segurança | διεθνής κώδικας ασφαλούς διαχείρισης |
Código internacional de gestão para a segurança | κώδικας ISM |
Código Internacional de Gestão para a Segurança da Exploração dos Navios e a Prevenção da Poluição | διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος |
Código Internacional de Gestão para a Segurança da Exploração dos Navios e a Prevenção da Poluição | Διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την πρόληψη της ρύπανσης |
código internacional para a gestão em segurança da exploração dos navios e a prevenção da poluição | διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος |
código internacional para a gestão em segurança da exploração dos navios e a prevenção da poluição | Διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την πρόληψη της ρύπανσης |
cônjuge a cargo | σύζυγος του οποίου η διατροφή βαρύνει το δικαιούχο της συντάξεως |
decisões do Tribunal de Primeira Instância que ponham termo à instância | οριστικές αποφάσεις του Πρωτοδικείου |
declarar a inadmissibilidade de petição | κρίνω απαράδεκτη κάθε αίτηση |
declarar-se não competente a favor do tribunal onde foi intentada a primeira ação | διαπιστώνω την αναρμοδιότητά μου υπέρ του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου |
decretar sessão à porta fechada | αποφασίζω την κεκλεισμένων των θυρών διαδικασία |
dedutibilidade das contribuições pagas a caixas de reforma estrangeiras | έκπτωση των εισφορών που καταβάλλονται σε αλλοδαπά ταμεία συντάξεων |
definição, a prazo, de uma política de defesa comum que poderá conduzir, no momento própio, a uma defesa comum | διαμόρφωση εν καιρώ μιας κοινής αμυντικής πολιτικής,η οποία μπορεί,σε δεδομένη στιγμή,να οδηγήσει σε κοινή άμυνα |
depositar uma quantia a título de caução | καταθέτω ορισμένο ποσό ως εγγύηση |
designação provisória para a variedade | προσωρινός χαρακτηρισμός της ποικιλίας |
despacho da secção a que o processo tenha sido atribuído | Διάταξη του τμήματος στο οποίο έχει ανατεθεί η υπόθεση |
despacho em que se especifiquem os factos a provar | διάταξη που καθορίζει τα θέματα αποδείξεως |
deter os cidadãos estrangeiros contra a vontade destes | κράτηση ευρωπαίων πολιτών παρά τη θέλησή τους |
dever de cumprir a sua missão conscienciosamente e com toda imparcialidade | υποχρέωση να εκπληρώσουν το έργο τους ευσυνείδητα και αμερόληπτα |
dever de cumprir a sua missão em consciência e com toda a imparcialidade | υποχρέωση να εκπληρώσουν το έργο τους ευσυνείδητα και αμερόληπτα |
devolução do caso à instância de recurso | παραπομπή της υποθέσεως στο τμήμα προσφυγών |
diferendo relativo à exploração de uma sucursal, agência ou qualquer outro estabelecimento | διαφορά για εκμετάλλευση υποκαταστήματος,πρακτορείου ή άλλης εγκατάστασης |
diferendos relativos à execução de sentenças | διαφορές σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων |
dificuldades a nível do cálculo dos riscos | δυσκολίες όσον αφορά τον υπολογισμό των κινδύνων |
diretriz para a renovação | κατευθυντήρια γραμμή για την ανανέωση |
Direção de Trabalhos Consultivos - A | Διεύθυνση Συμβουλευτικών Εργασιών Α |
Direção para a Investigação Anti-Mafia | Υπηρεσία διώξεως της Μαφίας |
dissimular a matéria tributável | αποκρύπτω τη φορολογητέα ύλη |
dívida a cobrar decorrente de sub-rogação | απαιτήσεις λόγω υποκατάστασης |
educação à distância | εκπαίδευση εξ αποστάσεως |
elegibilidade para a pesca | επιλεξιμότητα για την αλιεία |
entrada de capital para a nova entidade | εισφορά στη νέα οντότητα |
entrado a título oneroso sob a forma de imóveis | εισφορά,επ'ανταλλάγματι τίτλων,με τη μορφή ακινήτων |
enviado a | παραπέμπεταιστις επιτροπές |
equiparação da marca comunitária à marca nacional | εξομοίωση του κοινοτικού σήματος με το εθνικό σήμα |
escalonamento a pedido | μηχανισμός πρόληψης |
escalonamento a pedido | κατανομή κατά προτεραιότητα |
escalonar o pagamento das royalties para a utilização | καταβάλλω τα δικαιώματα |
especificar os factos a provar | καθορίζω τα θέματα αποδείξεως |
esquadra da polícia relacionada com a droga | ομάδα διώξεως ναρκωτικών της Αστυνομίας |
esta modificação não pode prejudicar a obrigação de... | η τροποποίηση αυτή δεν θίγει την υποχρέωση της... |
estada não superior a três meses | διαμονή βραχύτερη των τριών μηνών |
estada não superior a três meses | διαμονή έως τρεις μήνες |
estada não superior a três meses | διαμονή για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνες |
estada superior a três meses | διαμονή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών |
estada superior a três meses | διαμονή πέραν των τριών μηνών |
estada superior a três meses | διαμονή άνω των τριών μηνών |
Estado-Membro que exerce a Presidência | χώρα που ασκεί την προεδρία |
estar a cargo de um trabalhador não assalariado | βαρύνει τον εργαζόμενο μη μισθωτό |
estar aberto à assinatura | παραμένει ανοικτό προς υπογραφή |
exigir a cotitularidade do direito | αξιώνω να αποκτήσω την ιδιότητα του συνδικαιούχου |
exploração contrária à ordem pública ou aos bons costumes | εκμετάλλευση που αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη |
facto a provar | περιστατικό που πρέπει να αποδειχθεί |
factos e circunstâncias que fundamentam a denúncia | γεγονότα και περιστατικά στα οποία βασίζεται η καταγγελία |
factos oficiosamente sujeitos a prova | διατάσσω την απόδειξη ορισμένων περιστατικών αυτεπαγγέλτως |
factos sujeitos a prova a pedido das partes | διατάσσω την απόδειξη ορισμένων περιστατικών κατόπιν αιτήσεως των διαδίκων |
falta de uma testemunha ou de um perito que ocultou ou falseou a realidade dos factos | παράβαση μάρτυρα ή πραγματογνώμονα ο οποίος αποκρύπτει ή παραποιεί τα πραγματικά γεγονότα |
financiamento a muito curto prazo | πολύ βραχυπρόθεσμος χρηματοδοτικός μηχανισμός |
financiamento de uma venda a prestações | χρηματοδότηση πωλήσεως με δόσεις |
formulário A/B | έντυπο Α/Β |
foro do lugar onde a obrigação foi constituída, foi ou deve ser cumprida | δικαστήριο του τόπου συστάσεως ή εκτελέσεως της ενοχής |
fraude à lei | απάτη κατά του δικαστηρίου |
fraude à lei nacional | καταστρατήγηση του εθνικού δικαίου |
Fundação Europeia para a Liberdade de Expressão | Ευρωπαϊκό ΄Ιδρυμα για την Ελευθερία της ΄Εκφρασης |
identidade entre a marca e o sinal | ταυτότητα μεταξύ του σήματος και του σημείου |
implicar a caducidade da reserva | συνεπάγεται τη λήξη ισχύος της επιφύλαξης |
implicar a responsabilidade civil da instituição | επιφέρω την αστική ευθύνη για το όργανο |
importância a pagar para acesso ao banco de dados do Instituto | τέλος για την πρόσβαση στην τράπεζα δεδομένων του Γραφείου |
imposto a montante | φόρος κατά το προηγούμενο στάδιο |
imposto sobre o valor acrescentado a montante | προηγουμένως καταβληθείς φόρος προστιθέμενης αξίας |
imposto sobre o valor acrescentado à importação | ΦΠA κατά την εισαγωγή |
impostos sobre os rendimentos e sobre a fortuna | φόρος επί του εισοδήματος και της περιουσίας |
incitação à delação | προτροπή σε κατάδοση |
indemnização a pagar a perito | αποζημίωση που καταβάλλεται σε πραγματογνώμονα |
indemnização a pagar a testemunha | αποζημίωση που καταβάλλεται σε μάρτυρα |
informação para a gestão dos direitos | πληροφορία για το καθεστώς των δικαιωμάτων |
informação sobre a legislação ambiental | πληροφόρηση για την περιβαλλοντική νομοθεσία |
infração a marca nacional | προσβολή εθνικού σήματος |
infração à legislação do trabalho | παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας |
infração à lei passível de procedimento penal | κολάσιμο ποινικό αδίκημα |
infração à ordem pública | προσβολή της δημοσίας τάξεως |
Iniciativa Internacional da FAO sobre os Recursos Fitogenéticos para a Alimentação e a Agricultura | Διεθνής υποχρέωση για τους φυτογενετικούς πόρους για τα τρόφιμα και τη γεωργία του FAO |
instigação à infração | ηθική αυτουργία σε αξιόποινη πράξη |
instruções relativas à prevenção dos acidentes | οδηγίες για την πρόληψη των ατυχημάτων |
investigação a nível administrativo | διοικητική έρευνα |
invocar a confiança legítima | επικαλούμαι τη νόμιμη εμπιστοσύνη |
invocar a proteção da confiança | επικαλούμαι την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης |
legislação nacional relativamente à violação de direitos | εθνική νομοθεσία σχετικά με τις παραβάσεις |
leis relativas à propriedade fundiária | νόμοι περί εγγείου ιδιοκτησίας |
levantar a imunidade de jurisdição | αίρω την ετεροδικία |
limitar a lista de produtos contidos no pedido | περιορισμός του καταλόγου προϊόντων που περιλαμβάνει η αίτηση |
litígio entre a Comunidade e terceiros | διαφορά μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων |
litígio relativo à igualdade dos sexos | δικαστικός αγώνας σχετικά με την ισότητα των φύλων |
litígios relativos à reparação dos danos | διαφορές αποζημιώσεως |
livre acesso a qualquer atividade assalariada que pretenda exercer | ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής του |
luta contra a corrupção | καταπολέμηση της δωροδοκίας |
luta contra a corrupção | καταπολέμηση της διαφθοράς |
luta contra a criminalidade organizada | καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος |
menção à margem | σημείωση στο περιθώριο |
menção à margem das decisões | σημείωση στο περιθώριο των αποφάσεων |
montante da quantia fixa ou progressiva correspondente à sanção pecuniária | ύψος του κατ'αποκοπήν ποσού ή της χρηματικής ποινής |
motivo que justifique a sua não utilização | εύλογος αιτία για τη μη χρήση |
nenhum Estado-membro é obrigado a fornecer informações | κανένα Kράτος μέλος δεν υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες |
no caso de a carga chegar ao seu destino sem qualquer danificação | σε περίπτωση αφίξεως στον τόπο προορισμού χωρίς ζημία του φορτίου |
não prejudicar a possibilidade de aplicação | δεν θίγω τη δυνατότητα εφαρμογής |
Não se causa dano a quem quer | ο συναινών δεν βλάπτεται (Volenti non fit injuria) |
não ser vinculado a qualquer instrução | δεν δεσμεύομαι από οδηγίες |
número de juízes afetos à secção | αριθμός των τοποθετημένων στο τμήμα δικαστών |
o BCE enviará anualmente ao Parlamento Europeu, ao Conselho, à Comissão e ainda ao Conselho Europeu um relatório sobre as atividades do SEBC e sobre a política monetária do ano anterior e do ano em curso | η ΕΚΤ απευθύνει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του ΕΣΚΤ και για τη νομισματική πολιτική του προηγούμενου και του τρέχοντος έτους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή,καθώς και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο |
o caso haja paralelamente sido submetido à Comissão | παράλληλη υποβολή της υπόθεσης στην κρίση της Επιτροπής |
o Conselho consultará a Comissão e,se for caso disso... | το Συμβούλιο συζητεί με την Eπιτροπή και,κατά περίπτωση,με... |
o direito é oponível a terceiros | το δικαίωμα αντιτάσσεται κατά τρίτων |
o disposto no presente artigo é aplicável a qualquer organismo | οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε κάθε οργανισμό |
o gozo e a proteção dos direitos | η απόλαυση και η προστασία των δικαιωμάτων |
o juiz pronuncia a dissolução de uma sociedade | το δικαστήριο εκδίδει απόφαση διαλύσεως μιας εταιρείας |
o mandato tem a duração de quatro anos e é renovável | η θητεία τους διαρκεί τέσσερα έτη και δύναται να ανανεωθεί |
o montante das custas ou a determinação da parte a quem cabe o respetivo pagamento | καταλογισμός και ύψος της δικαστικής δαπάνης |
o montante das despesas ou a determinação da parte a quem cabe o respetivo pagamento | καταλογισμός και ύψος της δικαστικής δαπάνης |
o prazo começa a correr | αφετηρία της προθεσμίας |
o presidente assegura a boa ordem da audiência | ο πρόεδρος φροντίζει για την ευταξία στο ακροατήριο |
o reembolso de certas prestações inerentes à noção de serviço público | η αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημοσίας υπηρεσίας |
o Tribunal de Justiça decide à porta fechada | το Δικαστήριο αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών |
o Tribunal de Justiça é competente para decidir,a título prejudicial | το Δικαστήριο αποφαίνεται με προδικαστικές αποφάσεις |
ofensa à integridade física | προσβολή κατά της σωματικής ακεραιότητας προσώπου |
ofensa à integridade física grave | βαρεία σωματική βλάβη |
oponibilidade a terceiros | αποτελέσματα έναντι τρίτων |
os estatutos podem remeter,a título subsidiário,para as legislações nacionais | το καταστατικό δύναται να παραπέμπει επικουρικώς στις εθνικές νομοθεσίες |
os litígios em que a Comunidade seja parte | οι διαφορές στις οποίες η Kοινότης είναι διάδικος |
os prazos para introdução de recursos só começam a correr a partir desta data | οι προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής τρέχουν από αυτό το χρονικό σημείο |
os princípios tradicionais que regulam a aplicação do direito | οι παραδοσιακές αρχές που διέπουν την εφαρμογή του δικαίου |
os serviços compreendem designadamente: a) atividades de natureza industrial | εμπορικές δραστηριότητες |
os serviços compreendem designadamente: a) atividades de natureza industrial | οι υπηρεσίες περιλαμβάνουν ιδίως: βιομηχανικές δραστηριότητες |
os serviços compreendem designadamente: a) atividades de natureza industrial | δραστηριότητες των ελευθέρων επαγγελμάτων |
os serviços compreendem designadamente: a) atividades de natureza industrial | βιοτεχνικές δραστηριότητες |
parecer referente à capacidade jurídica | γνωμοδότηση σχετικά με την ικανότητα και καταλληλότητα συμμετέχοντα |
preencher as condições necessárias para a adoção de uma moeda única | πληρώ τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση ενιαίου νομίσματος |
prejuízo global a reportar | μεταφερόμενο γενικό παθητικό |
prestação de serviços a título gratuito | παροχή υπηρεσιών χωρίς αντάλλαγμα |
prestação de serviços a título oneroso | παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας |
prestação de serviços a um utilizador final | παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες |
produtos à base de carne | προϊόντα με βάση το κρέας |
progenitor que tem a guarda | γονέας που έχει την επιμέλεια του τέκνου |
proibir a partilha das comissões sobre as vendas | απαγορεύεται να μοιράζονται τις προμήθειες επί των πωλήσεων |
proibição de permanência a título definitivo | ισόβια απαγόρευση διαμονής |
propor a concessão de uma licença | προτείνουν τη παραχώρηση αδείας |
prorrogar a suspensão | παρατείνω την αναστολή |
prorrogar a suspensão da realização da concentração | παρατείνω την αναστολή μιας συγκέντρωσης |
prova de irregularidade suficiente à primeira vista | αρχικά αποδεικτικά στοιχεία παρατυπίας |
prova de tomada a cargo | απόδειξη ανάληψης της ευθύνης |
questão de facto a apreciar pelo juiz do processo | θέμα που επαφίεται στην κρίση του επιλαμβανομένου δικαστηρίου |
questão submetida a votação | ζήτημα που τίθεται σε ψηφοφορία |
reembolso das somas pagas a título da assistência judiciária | ανάληψη των ποσών που καταβάλλονται λόγω του ευεργετήματος πενίας |
referendo sobre a autodeterminação do povo sarauí | δημοψήφισμα για την αυτοδιάθεση του λαού Σαχράουι |
referente a | σχετικός με |
referir-se expressamente a um Estado | αναφέρονται ρητώς σε ένα Kράτος |
regime de restrição do direito a dedução | περιοριστικό καθεστώς του δικαιώματος προς έκπτωση |
regime que garanta que a concorrência não seja falseada no mercado interno | ένα καθεστώς που εξασφαλίζει ανόθευτο ανταγωνισμό μέσα στην εσωτερική αγορά |
registo aberto à inspeção pública | μητρώο που βρίσκεται στη διάθεση του κοινού για έρευνα |
registo da renúncia à marca | καταχώρηση της παραίτησης από το σήμα |
regra aplicável a | κανόνας που εφαρμόζεται σε |
regra relativa à cumulação | κανόνας συσσώρευσης |
regra relativa à cumulação | κανόνας σώρευσης |
regra relativa à dedutibilidade dos encargos | κανόνας έκπτωσης των βαρών |
regras comuns relativas à concorrência, à fiscalidade e à aproximação das legislações | κοινοί κανόνες για τον ανταγωνισμό, τη φορολογία και την προσέγγιση των νομοθεσιών |
regras de conduta uniformes para a transferência de dados por teletransmissão | ενιαίοι κανόνες συμπεριφοράς για την ανταλλαγή εμπορικών παραστατικών |
Regras Mínimas das Nações Unidas para a Administração da Justiça de Menores | ελάχιστοι κανόνες των Ηνωμένων Εθνών για τη διοίκηση της δικαιοσύνης για ανήλικους κανόνες του Πεκίνου |
Regulamento de Execução da Convenção sobre a Patente Europeia | εκτελεστικός κανονισμός σχετικά με τη Σύμβαση για το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας |
Regulamento do Conselho que altera o Regulamento CE n.º 2201/2003 no que diz respeito à competência e introduz regras relativas à lei aplicável em matéria de divórcio e separação | νομική πράξη με αντικείμενο το εφαρμοστέο δίκαιο στο διαζύγιο |
Regulamento do Conselho relativo à competência judiciária, ao reconhecimento e à execução de decisões em matéria civil e comercial | Κανονισμός του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις |
Regulamento do Conselho relativo à competência judiciária, ao reconhecimento e à execução de decisões em matéria civil e comercial | Κανονισμός Βρυξέλλες Ι |
Regulamento do Parlamento Europeu e do Conselho relativo à lei aplicável às obrigações extracontratuais Roma II | Ρώμη ΙΙ |
Regulamento do Parlamento Europeu e do Conselho relativo à lei aplicável às obrigações extracontratuais Roma II | Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές Ρώμη II |
Regulamento do Parlamento Europeu e do Conselho relativo à lei aplicável às obrigações extracontratuais Roma II | Κανονισμός Ρώμη ΙΙ |
Regulamento do Parlamento Europeu e do Conselho sobre a lei aplicável às obrigações contratuais Roma I | κανονισμός Ρώμη Ι |
Regulamento do Parlamento Europeu e do Conselho sobre a lei aplicável às obrigações contratuais Roma I | Kανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές |
regulamento relativo à admissão à circulação rodoviária | νόμος περί χορηγήσεως εγκρίσεως τύπου των οχημάτων |
Regulamento relativo à Infraestrutura do Mercado Europeu | κανονισμός για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών |
regulamento relativo à procura de emprego | διάταγμα για όσους αναζητούν εργασία |
regulamento sobre a assistência dos segurados no estrangeiro | ρύθμιση περί αρωγής στην αλλοδαπή με κάλυψη από ολλανδικό ταμείο υγείας |
regulamento sobre a marca comunitária | Κανονισμός για το κοινοτικό σήμα |
rejeitar a ação | απορρίπτω την αγωγή |
remessa do processo à secção designada | παραπομπή της υποθέσεως στο τμήμα που έχει οριστεί |
remessa do processo à sessão plenária do Tribunal | παραπομπή της υποθέσεως στην ολομέλεια |
requisito sanitário para a entrada em território nacional | προϋπόθεση υγειονομικού ελέγχου για την είσοδο στην ημεδαπή |
residência superior a três meses | διαμονή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών |
residência superior a três meses | διαμονή πέραν των τριών μηνών |
residência superior a três meses | διαμονή άνω των τριών μηνών |
retoma a cargo de um requerente de asilo | εκ νέου ανάληψη αιτούντος άσυλο |
reunir à porta fechada | συνεδριάζω κεκλεισμένων των θυρών |
se a infração não tiver cessado | αν δεν τερματισθούν οι παραβάσεις |
secção a que o processo tenha sido apresentado | τμήμα ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση |
secção à qual o processo principal foi atribuído | τμήμα στο οποίο έχει ανατεθεί η κύρια υπόθεση |
secção à qual o processo tenha sido atribuído ou remetido | τμήμα στο οποίο έχει ανατεθεί ή υπαχθεί η υπόθεση |
seguimento a dar às propostas do juiz-relator | απόφαση επί των προτάσεων του εισηγητή δικαστή |
Seminário Internacional sobre a Vigilância Legal das Telecomunicações | Διεθνές σεμινάριο για την επιβολή του νόμου στον τομέα των τηλεπικοινωνιών |
ser contrária à lei penal | αντίκειμαι στην ποινική νομοθεσία |
Sexto Protocolo Adicional à Constituição da União Postal Universal | Έκτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο του Καταστατικού της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης |
sistema de opção relativamente à sujeição ao imposto | επιλεκτικό σύστημα υπαγωγής στο φόρο |
sistema de reconhecimento a nível comunitário | κοινοτική αναγνώριση |
sociedade dos direitos relativos à difusão de obras musicais e sua reprodução mecânica | εταιρεία για τα δικαιώματα εκτελέσεως μουσικών έργων και μηχανικής αναπαραγωγής |
sociedade para a valorização de direitos análogos | εταιρεία εκμεταλλεύσεως προστατευομένων δικαιωμάτων έργου |
sociedades sujeitas a legislações nacionais diferentes | εταιρίες που διέπονται από το δίκαιο διαφόρων Kρατών μελών |
Subcomité para a "Aproximação das Legislações" | Υποεπιτροπή για την προσέγγιση των νομοθεσιών |
sucessão a título universal | καθολική διαδοχή |
sujeito a uma convenção coletiva | συμβαλλόμενο μέρος |
sujeito a uma convenção coletiva | υποκείμενος σε συλλογική σύμβαση |
sujeito à obrigação de prestar informação | έχω υποχρέωση να παρέχω πληροφορίες |
sujeitos a um regime de segredo | υποβάλλονται σε καθεστώς απορρήτου |
súbito afluxo de nacionais de um país terceiro à Comunidade | αιφνίδια εισροή υπηκόων τρίτης χώρας στην Κοινότητα |
taxa de juro nominal média a longo prazo | μέσο ονομαστικό μακροπρόθεσμο επιτόκιο |
taxa relativa à gazeta oficial do Instituto | τέλος της επίσημης εφημερίδας του γραφείου |
terceiro habilitado a utilizar uma denominação geográfica | τρίτος που έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία |
território onde a marca anterior está protegida | εδαφική περιοχή στην οποία το προγενέστερο σήμα απολαύει προστασίας |
territórios que acedem à independência | τα εδάφη των οποίων κηρύσσεται η ανεξαρτησία |
testemunhas ou peritos chamados a depor perante o Tribunal | μάρτυρες ή πραγματογνώμονες που καλούνται ενώπιον του Δικαστηρίου |
tomada a cargo de um requerente de asilo | αναδοχή αιτούντος άσυλο |
trabalho pago à tarefa | εργασία αμειβόμενη με το κομμάτι |
tradução limitada a extratos | μετάφραση αποσπασμάτων |
Tratado de Renúncia à Guerra | Συνθήκη αποκηρύξεως του πολέμου |
Tratado que institui a Comunidade Económica Europeia | Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας |
Tratado que institui a Comunidade Europeia | Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας |
Tratado Renunciando à Guerra como Instrumento de Política Nacional | Συνθήκη αποκηρύξεως του πολέμου |
Tratado de Washington sobre a propriedade intelectual em matéria de circuitos integrados | σύμβασητης Ουάσινγκτονγια την πνευματική ιδιοκτησία όσον αφορά τα ολοκληρωμένα κυκλώματα |
Tratado sobre a Proteção da Propriedade Intelectual relativa aos Circuitos Integrados | συνθήκη IPIC |
Tratado sobre a Proteção da Propriedade Intelectual relativa aos Circuitos Integrados | συνθήκη για την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων |
tributação baseada no Estado em que está implantada a sede | φορολόγηση της επιχείρησης στο κράτος που εδρεύει |
uma Convenção de aplicação,anexa a este Tratado | σύμβαση εφαρμογής που προσαρτάται στην παρούσα συνθήκη |
uma decisão tomada sob a forma de regulamento | απόφαση που εκδίδεται ως κανονισμός |
verificação da fixação das custas a pagar | επανεξέταση του επιστρεπτέου ποσού εξόδων διαδικασίας |
violação dos deveres que incubem à Administração | παράβαση των υπηρεσιακών καθηκόντων |
à margem será lavrada cota | σημείωση στο περιθώριο |
à vista e a prazo | άμεσης και προθεσμιακής εκτέλεσης |