DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Construction containing Ε | all forms
GreekGerman
ασφαλτική ανάμιξις εις εργοστάσιονMischen in Anlagen
ασφαλτική ανάμιξις εις εργοστάσιονAnlagemischung
γέφυρα προσπελάσεως εις αγρόκτημαFarmbruecke
εγκατάστασις ενσωματώσεως εις βουτέμιονBituminieranlage
εξάπλωσις ύδατος εις πλημμυρικά φαινόμεναHochwasserableitung
εξάπλωσις ύδατος εις πλημμυρικά φαινόμεναFlussverteilung
εφοδιασμός εις ύδωρWasserversorgung
μονάς ενσωματώσεως εις βουτέμιονBituminierstation
περιεκτικότης εις λιθότριμμαKiesanteil
τεχνικόν έργον παροχετεύσεως επιφανειακών υδάτων εις δραίνονTagwassereinlauf
τεχνικόν έργον παροχετεύσεως επιφανειακών υδάτων εις δραίνονSchlucker
χρόνος θέσεως εις λειτουργίανAnspringzeit
χρόνος θέσεως εις λειτουργίανAnlaufzeit