DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Construction containing units | all forms | exact matches only
EnglishGreek
assembly unitστοιχείο προακτασκευασμένο
assembly unitστοιχείο τυποποιημένο για τη συναρμολόγηση
bid unit pricesτιμοκατάλογος
building unitκτιριακή μονάδα
building unitπροκατασκευασμένο δομικό στοιχείο
concreting unitκεντρική εγκατάσταση παραγωγής
concreting unitεργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος
concreting unitκεντρική μονάδα παραγωγής σκυροδέματος
double-glazed window unitsμονάδα διπλού τζαμιού
double-glazed window unitsερμητικό τζάμι
Europol Drugs UnitΜονάδα Ναρκωτικών της Europol' Μονάδα Ναρκωτικών της Ευρωπόλ
Europol National Unitεθνική υπηρεσία
Europol National Unitεθνική ομάδα
industrialized buildings in prefabricated unitsβιομηχανοποιημένα κτήρια σε προκατασκευασμένες μονάδες
interchangeable unitκομμάτι εναλλάξιμο
interchangeable unitστοιχείο εναλλάξιμο
interchangeable unitτεμάχιο εναλλάξιμο
kitchen unitσυγκρότημα κουζίνας
kitchen unitμονάδα κουζίνας
labyrinth-type connection for cladding unitsσύνδεση τύπου λαβύρινθου για μονάδες επένδυσης
load per unit areaφορτίο ανά μονάδα επιφανείας
neighbourhood unitμονάδα γειτονιάς
pre-fabricated unitστοιχείο προακτασκευασμένο
pre-fabricated unitστοιχείο τυποποιημένο για τη συναρμολόγηση
production of heat insulating and damp proof cladding unitsπαρασκευή στοιχείων επένδυσης με δυνατότητα θερμομόνωσης και προστασίας από την υγρασία
sealed glazing unitμονάδα διπλού τζαμιού
sealed glazing unitερμητικό τζάμι
sealed unitτεμάχιο διπλής ή τριπλής υαλόφραξης
special window unitsειδικές μονάδες παραθύρων
unit column methodμέθοδος μοναδιαίων υποστυλωμάτων
units of projectμονάδες όλου έργου
units of projectμονάδες έργου
Urban Environment unitδιοικητική μονάδα "Αστικό περιβάλλον"
wall unitκρεμαστό ντουλάπι
wall unitερμάρι του τοίχου
wall unitντουλάπι του τοίχου