DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Construction containing singles | all forms
EnglishGreek
basic-type single tier formworkλυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων με ορθοστάτας ισοϋψείς προς αυτά
cantilever-type single-tier formworkλυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων με προεξέχοντας ορθοστάτας
composite-type single-tier formworkμικτοί λυόμενοι τύποι εξ απλής σειράς πλαισίων
Green Paper on consumer access to justice and the settlement of consumer disputes in the single marketΠράσινο Βιβλίο σχετικά με την πρόσβαση των καταναλωτών στη δικαιοσύνη καθώς και τη διευθέτηση των διαφορών για καταναλωτικά θέματα στην ενιαία αγορά
single-naved domed basilicaμονόκλιτης τρουλλαίας βασιλικής
single-roll crusherμονοκύλινδρος τριβεύς
single-roll crusherμονοκύλινδρος θραυστήρ
single source of warmthμοναδική πηγή θέρμανσης
single storeyαποθήκη
single surface dressingελαφρά ασφαλτική στρώση με μία διάστρωση σκύρων
single surface dressingαπλή ασφαλτική επάλειψη
single surface dressing with double chippingελαφρά ασφαλτική στρώση με δύο διαστρώσεις σκύρων
single surface dressing with double chippingαπλή ασφαλτική επάλειψη με δύο διαστρώσεις ψηφίδων
to speak with a single voiceεκφράζω με μία φωνή