DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Construction containing load | all forms | exact matches only
EnglishGreek
to apply load factorsπαραγοντοποιώ
applying load factorsπαραγοντοποίηση
bed load feederτροφοδότης φερτού υλικού
collapse loadφορτίο κατάρρευσης
collapse loadφορτίο αστοχίας
design loadφορτίο μελέτης
dynamic load of a bridgeεπιβάρυνση γέφυρας
dynamic load of a bridgeκινητό φορτίο γέφυρας
dynamic load of a bridgeδυναμικό φορτίο γέφυρας
equivalent loadισοδύναμη φόρτιση
factored loadπαραγοντοποιημένο φορτίο
lane loadφόρτιση ανά λωρίδα κυκλοφορίας
live loadκινητά φορτία
live loadκινητό φορτίο
live load of a bridgeεπιβάρυνση γέφυρας
live load of a bridgeδυναμικό φορτίο γέφυρας
live load of a bridgeκινητό φορτίο γέφυρας
load-bearing capacityφέρουσα ικανότητα δαπέδου
load-bearing structureφέροντα οργανισμού
load bearing structureφέρων οργανισμός
load-bearing structureφέρων οργανισμός
load capacity of a connectionαντοχή σε φορτίο μιας σύνδεσης
load per unit areaφορτίο ανά μονάδα επιφανείας
load reversalεναλλαγή φορτίων
maximum floor loadφέρουσα ικανότητα δαπέδου
position of loadθέση των φορτίων
repeated loadδιαρκής φόρτιση
service loadφορτίο εργασίας
service loadωφέλιμο φορτίο
site loadφορτίο κατασκευής
snow loadφόρτιση χιονιού
snow loadφορτίο χιονιού
total loadσυνολική φόρτιση
total loadκαθολική φόρτιση
trapezoidal loadτραπεζοϊδής φόρτιση
triangular loadτριγωνική φόρτιση
uniformly distributed loadομοιόμορφα κατανεμημένο φορτίο
working loadφορτίο εργασίας