DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Construction containing capado | all forms
SpanishGreek
capa aislante del hieloαντιπαγετική στρώση
capa antihieloαντιπαγετική στρώση
capa asfálticaασφαλτικόν πλακίδιον
capa asfálticaασφαλτικόν στρώμα
capa asfálticaασφαλτική πλαξ
capa asfálticaασφαλτικός τάπης
capa asfálticaασφαλτικός πλακόλιθος
capa asfálticaασφαλτικόν φύλλον
capa asfálticaασφαλτικά πλακίδια
capa correctoraστρώση εξομάλυνσης
capa de afirmadoσταθεροποιημένη στρώση
capa de cementoστρώμα τσιμέντου
capa de impermeabilizaciónστεγανωτική στρώση
capa de morteroστρώμα κονίας
capa de nivelaciónστρώση εξομάλυνσης
capa de rechequeoστρώση εξομάλυνσης
capa de regulaciónστρώση εξομάλυνσης
capa de regularizaciónστρώση εξομάλυνσης
capa de renivelaciónστρώση εξομάλυνσης
capa de revestimientoστρώση επιχρίσματος
capa de rodaduraστρώση κυκλοφορίας
capa drenanteκατάντη στραγγιστήριο
capa drenanteαποστραγγιστική στρώση
capa estabilizadaσταθεροποιημένη στρώση
capa intermediaστρώση βάσης
capa niveladoraστρώση εξομάλυνσης
capa no estabilizadaμη σταθεροποιημένη στρώση
capa rectificadoraστρώση εξομάλυνσης
capa tratadaσταθεροποιημένη στρώση
espesor de capaπάχος στρώσεως
revestimiento de dos capasεπένδυση με διπλή στρώση
revestimiento de una sola capaεπένδυση με μιά στρώση