DictionaryForumContacts

   Greek German
Terms for subject Construction containing 2 | all forms
GreekGerman
είδη κιγκαλερίας 2. σιδηρικά κλειθροποιία και σιδηρώματαBaubeschläge
κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευώνMaterialhalde
κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευώνVorratslager
κατάθεσις υλικών 2.αποτεθειμένα υλικά κατασκευώνHalde
κινητόν φράγμα 2.φράγμα ανασχέσεως εισροής αλατούχου ύδατοςSperre
κινητόν φράγμα 2.φράγμα ανασχέσεως εισροής αλατούχου ύδατοςSperrbauwerk
Πρωτόκολλο που καταρτίστηκε βάσει του άρθ. 43 παρ. 1 της Σύμβασης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας Σύμβαση EUROPOL για την τροποποίηση του άρθ. 2 και του Παρ. 2 της εν λόγω ΣύμβασηςProtokoll erstellt aufgrund von Artikel 43 Absatz 1 des Übereinkommens über die Errichtung eines Europäischen Polizeiamts Europol-Übereinkommen zur Änderung von Artikel 2 und des Anhangs jenes des Übereinkommens
πυροδότησις 2.ανατίναξις άνευ διατρήματοςSprengen
πυροδότησις 2.ανατίναξις άνευ διατρήματοςSchiessen
σκυρόδεμα 2ου σταδίουBeton der zweiten Phase
τοποθέτησις φίλτρου χαλίκων 2.φίλτρον χαλίκωνUmhuellung
υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπήςAusgleichsspeicherung
υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπήςgesteuerte Speicherung
υδαταποθήκευσις ημερησίας ρυθμίσεως 2.υδαταποθήκευσις ανάντη έργου εκτροπήςAusgleichsmenge
φράγμα με περικάλυψιν εκ μεταλλικού πλέγματος 2.φράγμα με ανάντη παρειάν εκ μεταλλικού πλέγματοςDrahtnetzsenkstuecke