DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Chemistry containing πράσινο | all forms
GreekGerman
ένυδρο πράσινο οξείδιο του χρωμίουChromoxidhydratgrün
αγγλικό πράσινοMilorigruen
αγγλικό πράσινοEnglisch Gruen
ανόργανο πράσινο χρωστικόgruene Mineralfarbe
Ε140ii,χλωροφυλλίνες,CI φυσικό πράσινο 5E140ii
Ε140ii,χλωροφυλλίνες,CI φυσικό πράσινο 5Natriumchlorophyllin
Ε140ii,χλωροφυλλίνες,CI φυσικό πράσινο 5Kaliumchlorophyllin
Ε140ii,χλωροφυλλίνες,CI φυσικό πράσινο 5Chlorophylline
πράσινο βιτριόλιkristallines Eisensulfat
πράσινο βιτριόλιGrünsalz
πράσινο βιτριόλιCopperas
πράσινο κοβαλτίουRinmans Grün
πράσινο λισαμίνηςLissamingrün
πράσινο λισαμίνηςBrillantsäuregrün
πράσινο οξείδιο του νικελίουgruenes Nickeloxid
πράσινο οξείδιο χρωμίουChromoxidgrün
πράσινο της βρωμοκρεζόληςBromkresolgrün
πράσινο της ουλτραμαρίναςUltramaringruen
πράσινο του GuignetViridian
πράσινο του GuignetGuignets Gruen
πράσινο του GuignetGuignetsgruen
πράσινο του GuignetVeronese-Gruen
πράσινο του GuignetMittlers Gruen
πράσινο του GuignetChromoxidhydratgruen
πράσινο του κοβαλτίουKobaltgruen
πράσινο του ΣέελεScheeles Gruen
πράσινο του ΣέελεSchwedisches Gruen
πράσινο του ΣέελεMineralgruen
πράσινο του ψευδαργύρουZinkgruen
πράσινο φθαλοκυανίνηςPhthalocyaningrün
πράσινο χρωμίουChromgrün
πράσινο χώμαGrünerde
πράσινο όξινο λαμπρόLissamingrün
πράσινο όξινο λαμπρόBrillantsäuregrün