Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Chemistry
containing
λειτουργία
|
all forms
Greek
German
άεργη
λειτουργία
Zwischenlauf
άεργη
λειτουργία
Leerlauf bei Materialwechsel
αναμίκτης συνεχούς
λειτουργίας
kontinuierlicher Mischer für Flüssigkeiten und Gase
αναμίκτης συνεχούς
λειτουργίας
In-Line-Mischer
αναμεικτήρας συνεχούς
λειτουργίας
kontinuierlicher Mischer für Flüssigkeiten und Gase
αναμεικτήρας συνεχούς
λειτουργίας
In-Line-Mischer
απόσταξη ασυνεχούς
λειτουργίας
absatzweise Destillation
απόσταξη ασυνεχούς
λειτουργίας
Blasendestillation
απόσταξη συνεχούς
λειτουργίας
kontinuierliche Destillation
γραμμή
λειτουργίας
Austauschgerade
γραμμή
λειτουργίας
Bilanzlinie
γραμμή
λειτουργίας
Arbeitslinie
δοκιμαστική
λειτουργία
Testlauf
δοκιμαστική
λειτουργία
Probelauf
εν κενώ
λειτουργία
Zwischenlauf
εν κενώ
λειτουργία
Leerlauf bei Materialwechsel
εσωτερική διέλευση εμβόλου εν
λειτουργία
Betriebsmolchung
ημέρα
λειτουργίας
Heiztag
ημέρα
λειτουργίας
Feuertag
θέτω σε
λειτουργία
in Betrieb nehmen
λειτουργία
εν κενώ
Zwischenlauf
λειτουργία
εν κενώ
Leerlauf bei Materialwechsel
λειτουργία
φασματομέτρου μαζών παρακολούθησης επιλεγμένων ιόντων
massenselektive Registrierung der Ionenspur
λειτουργία
φασματομέτρου μαζών παρακολούθησης επιλεγμένων ιόντων
massenselektive Registrierung einer Ionenspur
λειτουργία
φασματομέτρου μαζών παρακολούθησης επιλεγμένων ιόντων
massenspektrometrische
Einzelmassenregistrierung
μίγμα
λειτουργίας
fertiges Kohlengemisch
μίγμα
λειτουργίας
Ladekohle
μίγμα
λειτουργίας
Betriebsmischung
μετάβαση σε
λειτουργία
αεριογόνου συσκευής
Übergang auf Generatorbetrieb
μετάβαση σε
λειτουργία
αεριογόνου συσκευής
Oxideinstellung
μεταβλητή
λειτουργίας
variable Groesse
μεταβλητή
λειτουργίας
Prozessvariable
σε
λειτουργία
in Betrieb
σε συνθήκες
λειτουργίας
im Betriebszustand
σε συνθήκες
λειτουργίας
unter Betriebsbedingungen
σε συνθήκες
λειτουργίας
Betriebs
συνθήκες
λειτουργίας
Verwendungsbedingungen
συνθήκες σταθερής
λειτουργίας
stationaere Arbeitsbedingungen
συσκευή διακοπής καυσίμου βραδείας
λειτουργίας
Leerlaufabstellvorrichtung
χημικό σύστημα για τη θέση εκτός
λειτουργίας
chemisches Abschaltsystem
Get short URL