Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Chemistry
containing
έκθεση
|
all forms
Greek
English
άμεση
έκθεση
direct exposure
έκθεση
αξιολόγησης κινδύνου
Risk Assessment Report
έκθεση
διά της εισπνοής
inhalation exposure
έκθεση
εναρμονισμένης ταξινόμησης και επισήμανσης
CLH report
έκθεση
μέσω της εισπνοής
inhalation exposure
έκθεση
στην επίδραση των καιρικών συνθηκών
weathering
έκθεση
της αρμόδιας αρχής
Competent Authority Report
έκθεση
χημικής ασφάλειας
Chemical Safety Report
έμμεση
έκθεση
indirect exposure
αρχική
έκθεση
αξιολόγησης SIDS
SIDS Initial Assessment Report
καταλυτική μέθοδος με
έκθεση
σε αέριο
catalytic gas exposure method
Μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα ύστερα από παρατεταμένη ή επανειλημμένη
έκθεση
.
May cause damage to organs through prolonged or repeated exposure.
Παρατεταµένη
έκθεση
µπορεί να προκαλέσει ξηρότητα δέρµατος ή σκάσιµο.
Repeated exposure may cause skin dryness or cracking.
Προκαλεί βλάβες στα όργανα ύστερα από παρατεταμένη ή επανειλημμένη
έκθεση
.
Causes damage to organs through prolonged or repeated exposure.
χρήση που δεν συνεπάγεται
έκθεση
του ευρύτερου κοινού
non dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρέος κοινού
widespread dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρέος κοινού
wide dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρέος κοινού
dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρύτερου κοινού
widespread dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρύτερου κοινού
wide dispersive use
χρήση που συνεπάγεται
έκθεση
του ευρύτερου κοινού
dispersive use
Get short URL