Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Terms
for subject
Environment
containing
προς
|
all forms
|
exact matches only
Greek
English
αέριο
προς
καθαρισμό
dirty gas
αέριο
προς
καθαρισμό
raw gas
αέριο
προς
καθαρισμό
unrefined gas
αέριο
προς
καθαρισμό
rough gas
αέριο
προς
καθαρισμό
crude gas
Ανακοίνωση της Επιτροπής
προς
το Συμβούλιο και το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή: Πράσινη Βίβλος σχετικά με την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών
Green Paper on Remedying Environmental Damage
ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων που ισοδυναμούν
προς
το διοξείδιο του άνθρακα
aggregate anthropogenic carbon dioxide equivalent emissions of greenhouse gases
απορρίμματα
προς
περισυλλογή και ανακύκληση
salvage
The act, process, or business of rescuing vessels or their cargoes from loss at sea
απορρίμματα
προς
περισυλλογή και ανακύκληση/διάσωση
salvage
απόβλητα
προς
αξιοποίηση
waste for recovery
απόβλητα
προς
διάθεση
waste for disposal
Απόφαση ΙΙ/12 για την απαγόρευση των εξαγωγών επικίνδυνων αποβλήτων από τα κράτη ΟΟΣΑ
προς
τα εκτός ΟΟΣΑ κράτη
Decision II/12 on prohibiting exports of hazardous waste from OECD to non-OECD States
βάσεις αναφοράς του σχεδιασμού ως
προς
το περιβάλλον της θέσεως εγκαταστάσεως
design bases dependent upon the site environs
γεωργία "φιλική
προς
το περιβάλλον"
environmentally compatible agriculture
γεωργία "φιλική
προς
το περιβάλλον"
ecologically sustainable farming
είσοδος αέρα
προς
αποκονίωση
dusty air inlet
εναλλακτική, φιλική
προς
το περιβάλλον, πηγή ενέργειας
alternative, environmentally friendly energy source
ζώο
προς
σφαγή
animal for slaughter
Animals bred and killed for the production of food
Η υψηλή τάση μετρήθηκε ως
προς
τη γη με ένα ηλεκτροστατικό βολτόμετρο.
high voltage was measured to ground with an electrostatic voltmeter
καθημερινή μετακίνηση
προς
και από τον τόπο εργασίας εκτος των ωρών αιχμής
off-peak commuting
καθημερινή μετακίνηση
προς
και από τον τόπο εργασίας εκτος των ωρών αιχμής
off-peak commuting
Traveling back and forth regularly over some distance, outside of the hours of maximum traffic frequency
καθημερινή μετακίνηση
προς
κι από τον τόπο εργασίας
commuting
μετατροπή από αέριο
προς
σωματίδια
gas to particle conversion
ουσία ακατάλληλη
προς
χρήση
substance which no longer performs satisfactorily
Οχήματα
προς
απόσυρση
end of life vehicles
πλεονέκτημα ως
προς
την επιλογή
selective advantage
πορεία
προς
χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα
low carbon future
Προς
μια νέα προσέγγιση της ανάπτυξης
Towards a New Development Approach
Προς
την αειφορία
towards sustainability
πρωτογενής ή
προς
πώληση συσκευασία
sales packaging or primary packaging
συσκευασία
προς
πώληση
sales packaging
συσκευασία
προς
πώληση
primary packaging
σφραγισμένη και ερμητικά κλεισμένη συσκευή
προς
αποφυγή κάθε χειροκίνητης παρέμβασης
sealed tamper-proof apparatus
σχέδιο σε επίπεδο διαμερίσματος για τη διάθεση των οικιακών απορριμάτων και των εξομοιουμένων
προς
αυτά
departmental plan for the elimination of domestic and related waste
φιλική
προς
το περιβάλλον προμήθεια
environmental friendly procurement
φιλικό
προς
το περιβάλλον πετρελαιοφόρο
environmentally friendly oil tanker
φιλικός
προς
το κλίμα
climate-friendly
φιλικός
προς
το περιβάλλον
environmentally beneficial
Φιλικός
προς
το περιβάλλον
environmental friendly
φιλικός
προς
το περιβάλλον
environmentally acceptable
φιλικός
προς
το περιβάλλον
eco friendly
φιλικός
προς
το περιβάλλον; που δεν βλάπτει το περιβάλλον
environmentally friendly
φιλικός
προς
το περιβάλλον; που δεν βλάπτει το περιβάλλον
environment-friendly
Get short URL