DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing εγκατάσταση | all forms
GreekArabic
αθλητική εγκατάστασηمرفق رياضي
αστική εγκατάστασηمرفق حضري
βιομηχανική εγκατάσταση μονάδα κτήριοمنشأة صناعية مبنى
βιομηχανική εγκατάστασηتجهيزات صناعية
δημόσια εγκατάστασηمرفق مجتمعي
διαβαθμισμένη εγκατάστασηتجهيزات مصنفة
εγκατάσταση γεώτρησηςقاعدة الحفار
εγκατάσταση για την οποία απαιτείται έγκρισηتجهيزات تتطلب الحصول على موافقة
εγκατάσταση δεξαμενών καυσίμουخزان الوقود
εγκατάσταση εργοταξίου κατασκευώνإعداد موقع البناء
εγκατάσταση καθαρισμούمرفق تنقية
εγκατάσταση κοινωνικής πρόνοιαςمرفق اجتماعي
εγκατάσταση υγιεινήςأدوات صحية
εγκατάσταση υψηλής επικινδυνότηταςتجهيزات عالية الخطر
επικίνδυνη εγκατάστασηتجهيزات خطرة
νέα εγκατάστασηتجهيزات جديدة
πειραματική εγκατάστασηمصنع تجريبي
πυρηνική εγκατάστασηمرفق نووي
τουριστική εγκατάστασηمرفق سياحي
υγειονομική εγκατάστασηمرفق صحي
υδρονομική εγκατάστασηشركة توزيع المياه
χημική εγκατάστασηمنشأة كيميائية