DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject Environment containing atmosfera | all forms | exact matches only
PortugueseGreek
Administração Nacional dos Oceanos e da AtmosferaΕθνική Υπηρεσία Ωκεάνειας Ατμόσφαιρας
amostra de atmosfera urbanaαστικό δείγμα
atmosfera explosivaεκρηκτική ατμόσφαιρα
atmosfera explosivaεκρήξιμη ατμόσφαιρα
atmosfera potencialmente explosivaεκρηκτική ατμόσφαιρα
capacidade de autodepuração da atmosferaικανότητα αυτοκαθαρισμού της ατμόσφαιρας
ciências da atmosferaεπιστήμες της ατμόσφαιρας
componentes da atmosferaσυστατικό της ατμόσφαιρας
composição da atmosferaσύσταση της ατμόσφαιρας
descarga na atmosfera através de uma chaminéαπόρριψη στην ατμόσφαιρα μέσω καμινάδας
dispersar gases na atmosferaδιασκορπίζω αέριο στην ατμόσφαιρα
emissão para a atmosferaεκπομπή στην ατμόσφαιρα
emissões para a atmosferaεκπομπή στην ατμόσφαιρα
equilíbrio de enxofre na atmosferaισοζύγιο του θείου στην ατμόσφαιρα
estação de escape para a atmosferaμονάς εξαγωγής στην ατμόσφαιρα
estação de exaustão para a atmosferaμονάς εξαγωγής στην ατμόσφαιρα
estratificação da atmosferaατμοσφαιρικές στιβάδες
estrutura da atmosferaδομή της ατμόσφαιρας
estrutura térmica da atmosferaθερμοκρασιακή δομή της ατμόσφαιρας
física da atmosferaατμοσφαιρική φυσική/φυσική της ατμόσφαιρας
física da atmosferaφυσική της ατμόσφαιρας
física da atmosferaατμοσφαιρική φυσική
inertização da atmosferaαδρανής συμπίεση τήξη
inertização da atmosferaαδρανής συμπίεση
interação atmosfera-oceanos-criosferaαλληλεπίδραση ατμόσφαιρας-ωκεανών-κρυόσφαιρας
ozono da atmosferaόζον της ατμόσφαιρας
poluente da atmosferaρυπαντής ατμόσφαιρας
poluente da atmosferaρυπαντής του αέρα
poluente da atmosferaαέριος ρύπος
poluente da atmosferaατμοσφαιρικός ρύπος
poluente da atmosferaρύπος αέρα
química da atmosferaατμοσφαιρική χημεία/χημεία της ατμόσφαιρας
química da atmosferaχημεία της ατμόσφαιρας
química da atmosferaατμοσφαιρική χημεία
teor em ozono duma coluna vertical da atmosferaπεριεκτικότητα κατακόρυφης ατμοσφαιρικής στήλης σε όζον