DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing συγκρότημα | all forms
GreekEnglish
βιομηχανικό συγκρότημαindustrial plant
ηχητικό συγκρότημα με πολλαπλά γκογκmulti-gong chiming mechanism
ξηραντήριο συγκρότημαdrying section
ξηραντήριο συγκρότημα με κυλίνδρουςcylinder drying machine
Συγκρότημα ινοποιήσεωςfiberizing unit
Συγκρότημα ινοποιήσεωςfiberizing machine
συγκρότημα μηχανικής πολτοποίησηςgroundwood mill
Συγκρότημα πτερυγίων ψύξεωςfin cooling assembly
Συγκρότημα πτερυγίων ψύξεωςfin shield
Συγκρότημα πτερυγίων ψύξεωςfin cooler
συγκρότημα της κρισάραςwire part
συγκόλληση στο συγκρότημαshop weld
σύνθετο συγκρότημαunit compound