Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
Industry
containing
στρίψιμο
|
all forms
Greek
English
εργαλείο για το
στρίψιμο
των άκρων των καρφιών
riveter's snap punch
μηχανή για το
στρίψιμο
των νημάτων του μεταξιού
throwing machine for twisting together continuous filaments of silk
μύλος ή συσκευή συστροφής για το
στρίψιμο
του ακατέργαστου μεταξιού
twister for raw silk
μύλος ή συσκευή συστροφής για το
στρίψιμο
του ακατέργαστου μεταξιού
doubler for raw silk
νήμα χωρίς
στρίψιμο
untwisted yarn
στρίψιμο
κλωστών
to
uptwist
στρίψιμο
κλωστών
to
twist
στρίψιμο
κλωστών
to
ply
στρίψιμο
κλωστών
to
twine
στρίψιμο
κλωστών
to
double
στρίψιμο
μεταξωτών ινών
to
throw silk
στρίψιμο
νημάτων με σελφάκτιν
selfacting twiner
στρίψιμο
στημονιού
twisting-in
στρίψιμο
"του φορ ουάν"
two-for-one twisting of yarn.
στρίψιμο
τσιλέ
hank twister
υγρό
στρίψιμο
wet doubling
Get short URL