DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing stock | all forms | exact matches only
EnglishGreek
A.I.stockεπίβαστρο συλλογής σπέρματος
area intended for utilisation of parent vines for root-stockαμπελουργική έκταση που χρησιμοποιείται ως μητρική φυτεία υποκειμένων αμπέλου
breeding stockζώα αναπαραγωγής
breeding stockαριθμός ζώων σε αναπαραγωγική ηλικία
bull pens and service crates or stocks in tubular steel constructionκλωβοί η διαμερίσματα ταύρων και φάτνες ζευγαρώματος σωληνοειδούς χαλύβδινης κατασκευής
butter from intervention stocksβούτυρο παρέμβασης
butter from intervention stocksβούτυρο από τα αποθέματα παρέμβασης
by-catch of a critical stockπαρεμπίπτον αλίευμα υπό εξάντληση και υπεραλιευομένων αποθεμάτων
cattle stockεγκατάσταση περίθαλψης ζώων
cattle stockπληθυσμός βοοειδών
cattle stockαριθμός βοοειδών
conservative stockingπεριορισμένη βοσκοφόρτωσις
date of entry into stockημερομηνία εισαγωγής στα αποθέματα
density of stockingπυκνότης κορμών δασοσυστάδος
density of stockingξυλοβρίθεια δασοσυστάδος
dimension stockξυλεία φυλλοβόλων σταθερών διαστάσεων
dimension stockξυλεία πρίσεως ειδικών διαστάσεων,ξεφαρδισμένη ξυλεία τριών διαστάσεων
effective stockingμελλοντικόν ξυλαπόθεμα
end-of-year stockαποθέματα στο τέλος της περιόδου εμπορίας
enlargement of stockαύξηση του ζωικού πληθυσμού
enlargement of stockαύξηση του αριθμού των ζώων
extensive stock raisingεκτατική εκτροφή
foundation stockαρχικό υλικό
foundation stockαρχικό γενετικό υλικό
furniture stockξυλεία επιπλώσεως
grand parent stock chickνεοσσός αναπαραγωγής
growing-stock treeδένδρον παρακράτημα υλοτομίας
head of stockκεφαλή του κοπαδιού
high-quality stock seedεπιλεγμένοι σπόροι προς σπορά
ideal stockingκανονικό ξυλαπόθεμα
increase of stockαύξηση του ζωικού πληθυσμού
increase of stockαύξηση του αριθμού των ζώων
industrial cut stockπριστή ξυλεία βιομηχανικών διαστάσεων
intensive stock raisingεντατική εκτροφή
intervention stockαπόθεμα της παρέμβασης
intervention stock levelsεπίπεδο αποθεμάτων στην παρέμβαση
irregular stockingσχετικά ακανόνιστον ξυλαπόθεμα
joint stock useΜικτή χρήση
lamination stockξύλα διά φυλλιδιωτά
light stockingελαχίστη βοσκοφόρτωσις
limit set for stocking densityπεριορισμός της πυκνότητας του ζωικού κεφαλαίου
marketing breeding stockπώληση γεννητόρων
normal stockingκανονικό ξυλαπόθεμα
nursery stockυλικόν αναπαραγωγής εις φυτώριον
optimum stockingκανονικό ξυλαπόθεμα
parent stock chicksνεοσσός πολλαπλασιασμού
pattern stockξύλα διά πρόπλασιν
pig stockαριθμός γουρουνιών
pig stockπληθυσμός χοίρων
planting-stock ageηλικία σποροφύτων
plow stockσυγκόλληση
plow stockσύνδεση αρότρου
proper stockingκανονική βοσκοφόρτωσις
replacement stockζώα αντικατάστασης
replenishment of stocksανανέωση των αποθεμάτων
root-stock aliveζωντανό υποκείμενο
root-stock grown in nursery bedsφυτάριο μεγαλωμένο σε πρασιά φυτωρίου
root-stock grown in nursery bedsδενδρύλλιο αυξημένο σε πρασιά φυτωρίου
root stock grown in plastic bagsφυτάριο μεγαλωμένο σε πλαστικό σάκκο
root stock grown in plastic bagsδενδρύλλιο αυξημένο σε νάυλον σακκούλα
root stock varietyποικιλία υποκειμένων αμπέλου
seed stockφυτάριο
service stocksεπίβαστρο
sheep stockπληθυσμός προβάτων
sheep stockαριθμός προβάτων
soap stockπολτός εξουδετέρωσης
state of stocks fishκατάσταση των αποθεμάτωνιχθύες
stock breederκτηνοτρόφος
stock bullαναπαραγωγικός ταύρος
stock carried forwardαπόθεμα μεταφοράς
stock cattleζώα προς σφαγή
stock cellarκελάρι αποθήκευσης
stock controlέλεγχος παραγωγής
stock farmer-cereal growerεκτροφέας-παραγωγός δημητριακών
stock farmingεκτροφή
stock for graftingφυτό που προορίζεται να μπολιαστεί
stock fountποτίστρα με πίεση
stock guardφράκτης προστασίας διώρυγος
stock managementδιαχείριση των αποθεμάτων
stock nurseryμητρική φυτεία
stock of waterαπόθεμα ύδατος
stock pondενυδρείο
stock pondιχθυοτροφείο
stock-rearingεκτροφή
stock-suckersβλαστοί προερχόμενοι από το υποκείμενο του εμβολιασμού
stock-suckersάγριοι βλαστοί
stock variationαυξομείωση αποθεμάτων; μεταβολή αποθεμάτων
stocking crop densityπυκνότης κορμών δασοσυστάδος
stocking densityπυκνότητα των ζώων
stocking densityεπίπεδο πυκνότητας
stocking densityβοσκοφόρτωση
stud stockαριθμός ζώων σε αναπαραγωγική ηλικία
upper stockκεφάλι του πηδαλίουκν.
upper stockπηδόκρανο
vine-stockκλήμα αμπέλου; πρέμνο
vine-stockπρέμνο
wine stocks in bottles or casksαπόθεμα εμφιαλωμένου οίνου ή χύμα
winnowed stockλοξοκομμένος μίσχος
young stockνεαρά ζώα
young stock shedστάβλος νέων βοδιών