DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing meter | all forms
EnglishGreek
burn meterμετρητής καυσιμότητας
burning-index meterδείκτης κινδύνου πυρκαϊάς
chemical meterδοσομετρητής σκόνης
chemical meterδοσίμετρο σκόνης
danger meterδείκτης γενικού κινδύνου πυρκαϊάς
dielectric-type moisture meterυγρασιόμετρο με βάση την διηλεκτρική σταθερά
dispatcher's meterκανονισμός αναγκαίων δυνάμεων
electrical resistance moisture meterυγρασιόμετρο με ηλεκτρική αντίσταση
electric-capacity moisture meterυγρόμετρον διηλεκτρικής χωρητικότητος
fire-danger meterδείκτης γενικού κινδύνου πυρκαϊάς
grain flow meterροόμετρο κόκκων
grain flow meterκοκκόμετρο
hygrometric moisture meterυγροσκοπικόν υγρασιόμετρον
hygroscopic moisture meterυγροσκοπικόν υγρασιόμετρον
infra-red CO2-meterμετρητής CO2 με απορρόφηση υπέρυθρης ακτινοβολίας
moisture meterυγρασιόμετρο
moisture meterσυσκευή μέτρησης υγρασίας
paramagnetic O2-meterπαραμαγνητικός μετρητής οξυγόνου
portable battery operated meterυγρασιόμετρο με μπαταρίες
powder meterδοσίμετρο σκόνης
powder meterδοσομετρητής σκόνης
preparedness meterπίναξ προληπτικών μέτρων
rate-of-spread meterδείκτης ταχύτητος διαδόσεως
seed meterδοσομετρητής σπόρων
seed meterδοσίμετρο σπόρων
spirits meterαλκοολόμετρο
vacuum meterμανόμετρο κενού