DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing Individual | all forms | exact matches only
EnglishGreek
compensation for the reduction of individual reference quantitiesαποζημίωση για τη μείωση των μεμεονωμένων ποσοτήτων αναφοράς
individual air blast nozzleοπή σωλήνα μικρού διαμετρήματος
individual aperturesμεμονωμένα ανοίγματα
individual box for calvesατομικό χώρισμα για μόσχους
individual declarationατομικές ατομική δηλώσειςδήλωση
individual earnings of persons engaged in agricultureατομικό εισόδημα των εργαζομένων στη γεωργία
individual feedingτροφοδοσία κατά ζώο
individual feedingατομικό σύστημα τροφοδοσίας
individual invitation to tenderειδική δημοπρασία
individual keepingατομική εκτροφή
individual limit per producerατομικό όριο ανά παραγωγό
individual nestατομική φωλιά
individual packagingατομική συσκευασία
individual portionατομική μερίδα
individual quick freezingταχεία κατάψυξη προϊόντων μικρών διαστάσεων
individual stall for calvesατομικός σταύλος για μόσχους
individual stalls or pensκιβώτιο μεταφοράς' ιπποφορείο' μεμονωμένο διαμέρισμα σταβλισμού' κλωβός σταβλισμού
investment aid programme for individual holdingsπρόγραμμα προώθησης των επενδύσεων μεμονωμένων επιχειρήσεων
platform drier with individual sack aperturesξηραντήριο με μάνικες αερισμού
the individual earnings of persons engaged in agricultureτο ατομικό εισόδημα των εργαζομένων στη γεωργία