DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Technology containing λειτουργία | all forms
GreekGerman
διάταξη θέσεως σε λειτουργίαAusloeseeinrichtung
ελάχιστον φορτίον λειτουργίας ρυθμιστών σταθεράς παροχήςminimale Moduldruckhoehe
ελάχιστον φορτίον λειτουργίας ρυθμιστών σταθεράς παροχήςminimale Abflussreglerhoehe
ενδιάμεσο ρευστό' ρευστό λειτουργίαςArbeitsfluid
κατανάλωση ενέργειας κατά την άντληση μίας αντλητικής υδροηλεκτρικήςεγκατάστασης κατά την διάρκεια λειτουργίας των αντλιώνPumpstromverbrauch
κατανάλωση ενέργειας κατά την άντληση μίας αντλητικής υδροηλεκτρικήςεγκατάστασης κατά την διάρκεια λειτουργίας των αντλιώνPumpenenergieaufwand eines Pumpspeicherwerkes bei Pumpbetrieb
κατεύθυνση λειτουργίας λαναριού με εργάτεςArbeitsrichtung eines Krempels mit Arbeiter
κατεύθυνση λειτουργίας λαναριστικής μηχανής gilljamArbeitsrichtung eines Droussier-Krempels
κατεύθυνση λειτουργίας μηχανής λύκουArbeitsrichtung eines Reißers
κατεύθυνση λειτουργίας προλαναριστικής μηχανής-willowArbeitsrichtung eines Krempelwolfs
κύκλος λειτουργίαςLastspiel
λειτουργία ανοικτού βρόχουStabilisierung durch Steuerung
λειτουργία δουλείαςabhängiger Betrieb
λειτουργία κλειστού βρόχουStabilisierung durch Regelung
λειτουργία μονής σάρωσηςeinmalige Zeitablenkung
λειτουργία οικονομικής κατανάλωσηςEnergiesparmodus
λειτουργία σειράςSerienbetrieb
μετρητής πολλαπλής λειτουργίαςZaehler mit mehrfacher Funktion
μετρητής στροφών ανά ώρες λειτουργίαςStundenzaehler
μετρητής ωρών λειτουργίας για μηχανέςArbeitsstundenzaehler fuer Maschinen
μηχάνημα συνεχούς λειτουργίας εξώθησης,τραβήγματος και στρίψηςKontinue-Düsenspinn-Streck-Zwirnmaschine
μηχάνημα συνεχούς λειτουργίας μετατροπής φιτιλιού συνεχών ινών tow σε φιτίλι ασυνεχών ινών topKabelspinnmaschine
Οδηγία του Συμβουλίου 90/384/ΕΟΚ για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίαςRichtlinie 90/384/EWG des Rates zur Angleichung der Rechtsvorschriften der Mitgliedstaaten über nichtselbsttätige Waagen
οριακές τιμές λειτουργίαςGrenzwerte im Betrieb
οριστική θέση εκτός λειτουργίαςStilllegung
οριστική θέση εκτός λειτουργίαςAußerdienststellung
περιοχή λειτουργίαςBetriebsbereich
σταθμική μηχανή διαλογής ελέγχου ασυνεχούς λειτουργίαςdiskontinuierlich arbeitende Kontrollwaage
σταθμική μηχανή διαλογής ελέγχου συνεχούς λειτουργίαςkontinuierlich arbeitende Kontrollwaage
σταθμική μηχανή διαλογής κατατάξεως ασυνεχούς λειτουργίαςdiskontinuierlich arbeitende Sortierwaage
σταθμική μηχανή διαλογής κατατάξεως συνεχούς λειτουργίαςkontinuierlich arbeitende Sortierwaage
συντελεστής απόρριψης λειτουργίας σειράςSerientaktunterdrückungsmaß
συντελεστής χαλάρωσης λειτουργίαςUnterlastungsgrad
σύστημα ενισχυτή με απομόνωση λειτουργίας σε ενεργητική ή παθητική φάσηVerstärkersystem mit aktiver-passiver Modem-Synchronisation
σύστημα επιτηρήσεως των ορίων λειτουργίας του πυρήνα αντιδραστήραKern-Betriebsgrenzwert-Ueberwachungssystem
τάση κοινής λειτουργίαςGleichaktspannung
τάση λειτουργίας σειράςSerientaktspannung
ταξινόμηση σύμφωνα με τον τρόπο λειτουργίαςEinteilung nach der Arbeitsweise
ταχύτης λειτουργίαςWaegegeschwindigkeit
ταχύτης λειτουργίαςKlassierfolge
ταχύτης λειτουργίαςKontrollfolge
ταχύτης λειτουργίαςAusbringung
υποτελής λειτουργίαabhängiger Betrieb
υποτελής λειτουργία παρακολούθησηςNachlaufbetrieb
χρόνος λειτουργίαςFunktionsdauer bis zum Ausfall
χρόνος λειτουργίας μέχρι την αστοχίαFunktionsdauer bis zum Ausfall
χρόνος μερικής λειτουργίαςTeilbetriebszeit
χρόνος πλήρους λειτουργίαςVollbetriebszeit
όργανο μιας λειτουργίαςMeßgerät für eine Meßgröße
όργανο πολλαπλών λειτουργιώνMeßgerät für mehrere Größen