Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
English
French
German
Italian
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
Technology
containing
εκατοστό
|
all forms
Greek
French
δύνη ανά τετραγωνικό
εκατοστό
dyn-cm2
δύνη ανά τετραγωνικό
εκατοστό
1 barye
εκατοστό
του στοκ
centistoke
κυβικό
εκατοστό
του μέτρου
cm3
κυβικό
εκατοστό
του μέτρου
1 centimètre cube
τετραγωνικό
εκατοστό
cm2
τετραγωνικό
εκατοστό
1 centimètre carré
χιλιόγραμμο δύναμη ανά τετραγωνικό
εκατοστό
kgf-cm2
χιλιόγραμμο δύναμη ανά τετραγωνικό
εκατοστό
1 kilogramme force par centimètre carré
Get short URL