Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
Terms
for subject
Technology
containing
δύναμη
|
all forms
Greek
English
δύναμη
έλξης
tractive force
ελκτική
δύναμη
tractive force
εναλλασσόμενη
δύναμη
της δοκιμής
alternating test force
ηλεκτρεγερτική
δύναμη
πηγής
source e.m.f.
ηλεκτρεγερτική
δύναμη
πηγής
source electromotive force
ηλεκτρεγερτική
δύναμη
πηγής
open circuit voltage
ηλεκτροκινητική
δύναμη
potential difference
ηλεκτροκινητική
δύναμη
tension
ηλεκτροκινητική
δύναμη
E or emf
λίβρα
δύναμη
1 poundal or pound
λίβρα
δύναμη
ανά τετραγωνική ίντσα
lb-sq.in.
λίβρα
δύναμη
ανά τετραγωνική ίντσα
1 pound per square inch
λίβρα
δύναμη
ανά τετραγωνικό πόδι
lb-sq.ft
λίβρα
δύναμη
ανά τετραγωνικό πόδι
1 pound per square foot
μέτρο επί χιλιόγραμμο
δύναμη
1 kilogram-meter
μέτρο στην τέταρτη
δύναμη
m4
μέτρο στην τέταρτη
δύναμη
1 meter raised to the 4 th.magnitude
πόδι χ λίβρα
δύναμη
ft.lb
πόδι χ λίβρα
δύναμη
1 foot pound
πόδι χ λίβρα
δύναμη
ανά δευτερόλεπτο
ft.lb-s
πόδι χ λίβρα
δύναμη
ανά δευτερόλεπτο
1 foot pound per second
χιλιόγραμμο
δύναμη
ανά τετραγωνικό εκατοστό
kilogram-force per square centimeter
χιλιόγραμμο
δύναμη
ανά τετραγωνικό εκατοστό
kgf-cm2
χιλιόγραμμο
δύναμη
ανά τετραγωνικό μέτρο
kilogram-force per square meter
χιλιόγραμμο
δύναμη
ανά τετραγωνικό μέτρο
kgf-m2
Get short URL