DictionaryForumContacts

   Spanish
Terms for subject Technology containing largo | all forms | exact matches only
SpanishGreek
aparato de tintura de cuba autoclave para tejidos de calada y tejidos de punto a lo largoμηχανή βαφής πιέσεως υφαντών και πλεκτών ανοικτού πλάτους
arma de fuego largaμακρύκαννο όπλο
largo anterior de talleμήκος από το λαιμό στο στήθος και μέχρι τη μέση
largo corva pantorrillaεσωτερικά μήκος πίσω μέρους γόνατος-σφυρού
largo de brazoμήκος χεριού
largo de brazo a codoπάνω μήκος χεριού μέχρι τον αγκώνα
largo de entrepiernaεσωτερικό μήκος ποδιού
largo de espaldaμήκος ώμου
largo de horcajaduraμήκος καβάλου
largo de manoμήκος χεριού
largo de nudoμήκος θυσάνου
largo de pelo efectivoαποτελεσματικό μήκος πέλους
largo de pieμήκος ποδιού
largo de sangríaεσωτερικό μήκος χεριού
largo de sisa a talleμήκος κάτω μέρους χεριού
largo de talle centro espaldaμήκος από το λαιμό στη μέση κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης
largo exterior de brazoμήκος κάτω μέρους χεριού
largo pantorrilla tobilloμήκος σφυρού-αστραγάλου
largo posterior de talleπλευρικό μήκος από τον αυχένα στη μέση
largo séptima cervical a muñecaμήκος από τον έβδομο σπόνδυλο του λαιμού μέχρι τον καρπό του χεριού με το χέρι σε ορθή γωνία
largo séptima cervical a punto de escoteμήκος από τον έβδομο αυχενικό σπόνδυλο μέχρι το λαιμό πλάγια
largo talle posaderasαπόσταση μέσης-λεκάνης
largo total de brazoσυνολικό μήκος χεριού