DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Energy industry containing units | all forms
EnglishGreek
air separation unitμονάδα κλασμάτωσης αέρα
air separation unitμονάδα διαχωρισμού αέρα
battery charging unitσυσκευή φόρτισης συσσωρευτή
battery charging unitμονάδα φόρτισης συσσωρευτή
battery charging unitφορτιστής
battery charging unitφορτιστής μπαταρίας
battery charging unitφορτιστής συσσωρευτή
energy production per unit of areaισχύς ανά εγκαταστημένη επιφάνεια του δρομέα
energy production per unit of areaειδική ισχύς της επιφάνειας σάρωσης
energy stored by unit massικανότητα αποθήκευσης
energy stored by unit massαποθηκευμένη ενέργεια στη μονάδα μάζας
maximum capacity of a thermal unitμέγιστη ισχύς μιας θερμικής μονάδας
solar thermal power unitσταθμός ηλιακής ενέργειας
thermal power station unitμονάδα θερμοηλεκτρικού σταθμού
thermal power unitμονάδα θερμοηλεκτρικού σταθμού