DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing φορά | all forms
GreekGerman
αντιστρέψιμη φορά περιστροφήςumkehrbarer Drehsinn
προσανατολίζω προς τη φορά του ανέμουin die Windrichtung stellen
φορά περιστροφής αντίθετη από αυτήν των δεικτών του ρολογιούlinksgängig
φορά περιστροφής αντίθετη από αυτήν των δεικτών του ρολογιούgegen den Uhrzeigersinn
φορά περιστροφής κινητήραMotordrehrichtung
φορά περιστροφής στροφείουRotordrehsinn