DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing περιορίζω | all forms
GreekEnglish
περιορίζω τη διάμετρο των άκρων των σωλήνων με σφυρηλάτησηcaulk the tube ends
περιορίζω τη διάμετρο των άκρων των σωλήνων με σφυρηλάτησηhammer the tube ends
περιορίζω τη διάμετρο των άκρων των σωλήνων με σφυρηλάτησηto tighten the tube ends