DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing ένα | all forms
GreekEnglish
δαχτυλίδι εξωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal ring
δαχτυλίδι εξωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal race
δαχτυλίδι εσωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal ring
δαχτυλίδι εσωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal race
διπολικός βαθμιδωτός κινητήρας συνεχούς ρεύματος με ένα στάτηdirect-current bipolar stepping motor with a single rotor
ελατήριο με ελάσματα τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλοlaminated leaf spring
εφοδιασμένο με ένα ελατήριο επαναφοράςspring-loaded
εφοδιασμένο με ένα ελατήριο επαναφοράςspring-controlled
ιδιοσυσκευή συγκράτησης κεφαλής εξωτερικής σπειροτόμησης με ένα βραχίονα περιστροφήςratchet die stock
ισχύς επαυξημένη με ένα υγρόliquid-augmented power
λειαίνω εσωτερικά ένα κυκλικό άνοιγμαto bore
με ένα ωστικό και ένα ελκτικό κινητήραwith push-pull engines
με ένα ωστικό και ένα ελκτικό κινητήραpush-pull
μετωπική γωνία πιέσεως σε ένα σημείοtransverse pressure angle at a point
πολυδρομέας σε ένα πύργο στήριξηςmultirotor on one tower concept
στεφάνι εξωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal ring
στεφάνι εξωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal race
στεφάνι εσωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal ring
στεφάνι εσωτερικό σε ένα ρουλεμάνexternal race
συλλεκτική παραλαβή με ένα κομβίοsingle button collective
συνθήκες σε ένα διάλειμμα λειτουργίαςintermittent conditions
συσφίγγω στο ένα άκροgrip at one end
σύστημα οδήγησης με ένα τροχόsingle wheel steering