DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Mechanic engineering containing travail | all forms | exact matches only
FrenchGreek
banc de travailπάγκος εργασίας
banc de travailμπάγκος
capacité effective de travailπραγματική ικανότητα λειτουργίας
capacité effective de travail au champπραγματική ικανότητα λειτουργίας
capacité théorique de travailθεωρητική ικανότητα λειτουργίας
capacité théorique de travailθεωρητική ικανότητα εργασίας
contact de travailμετακινούμενη επαφή
contact de travailκινητή επαφή
contact travailεπαφή λειτουργίας
contact travailεπαφή κανονικά ανοιχτή
course de travailεμβολισμός εργασίας
course de travailδιαδρομή εργασίας
course de travailενεργός διαδρομή εμβόλου
cycle automatique de travailκύκλος αυτόματης λειτουργίας
fluide de travailενεργό ρευστό
machine pour le travail à grande vitesseμηχανή για κατεργασία σε μεγάλη ταχύτητα
machine-outil pour le travail à grande vitesseμηχανή για κατεργασία σε μεγάλη ταχύτητα
machines et appareils pour le travail des métauxμηχανήματα κατεργασίας μετάλλων
machines mobiles dont le travail s'effectue avec un déplacement continu ou semi-continu suivant une succession de postes fixesκινητές μηχανές των οποίων η λειτουργία συνεπάγεται συνεχή ή ημισυνεχή μετακίνηση σύμφωνα με μια διαδοχή καθορισμένων στάσεων
machines mobiles pendant leur travailκινητές μηχανές κατά τη λειτουργία τους
marques de travailενδείξεις επεξεργασίας
marques de travailίχνη επεξεργασίας
marques de travailσημεία επεξεργασίας
mouvement de travailκίνηση εργασίας
outil pour le travail des métauxεργαλείο για την κατεργασία μετάλλων
outil pour le travail du boisεργαλείο για την κατεργασία του ξύλου
plan d'arête en travailενεργό επίπεδο κόψης
plan de mesure en travailορθογωνικό επίπεδο
plan de mesure en travailενεργό επίπεδο κοπτικού σφήνα
plan de référence en travailενεργό επίπεδο αναφοράς
plan de travail conventionelθεωρούμενα επίπεδα κατεργασίας
plan de travail dans le système de l'outil en travailεπίπεδο κατεργασίας στο ενεργό σύστημα αναφοράς
plan normal en travailενεργό κάθετο επίπεδο στην κόψη
plan orthogonal en travailενεργό επίπεδο κοπτικού σφήνα
plan orthogonal en travailορθογωνικό επίπεδο
plan vers l'arrière en travailενεργό οπίσθιο επίπεδο
possibilités de travailδυνατότητες εργασίας
profondeur de travailωφέλιμο βάθος εκσκαφής
roue de travailτροχός ισχύος
roue de travailκινητήριος τροχός
système de l'outil en travailενεργό σύστημα αναφοράς
table de travailτράπεζα εργασίας
table de travailτράπεζα που φέρει το κατεργαζόμενο κομμάτι
taux de travailσχετική διάρκεια ενεργοποιήεως
temps de travailδιάρκεια ενεργοποιήσεως
travail de freinageενέργεια πέδησης
travail de levée de l'électro-aimantέργο ανύψωσης ηλεκτρομαγνήτη
turbine de travailστρόβιλος ισχύος
vitesse de travailταχύτητα κοπής κατά την προσέγγιση
zône de travail utile de l'outilπεριοχή κατεργασίας