DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Mechanic engineering containing root | all forms | exact matches only
EnglishGreek
blade rootβάση πτερυγίου
blade root cuffπεριαυχένιο πτερυγίου στροφείου
blade root cuffπεριαυχένιο πτερυγίου έλικας
blade root wedgeσφήνα ρίζας πτερυγίου
root angleγωνία του κώνου του ποδιού
root circleκύκλος ποδός
root circleβασικός κύκλος
root circleκύκλος ποδιού
root circle of bevel gearκύκλος ποδιού κωνικού οδοντωτού τροχού
root coneκώνος του ποδιού
root crop bucketδίκρανο για τεύτλα
root cylinderκύλινδρος του ποδιού
root diameterδιάμετρος κύκλου ποδιού
root diameter of bevel gearδιάμετρος κύκλου ποδιού κωνικού οδοντωτού τροχού
root reliefδιόρθωση ποδιού
root surfaceεπιφάνεια πυθμένα οδοντώσεως
root toroidδακτυλιοειδής του ποδιού
Roots superchargerυπερσυμπιεστής Ρουτς
thread rootπεριοχή ποδός σπειρώματος
tooth root surfaceεπιφάνεια πυθμένα οδοντώσεως
wheel root circleβασική περιφέρεια οδόντωσης
worm root circleβασική περιφέρεια οδόντωσης
worm root depthύψος στροφέα ατέρμονα κοχλία