DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Mechanic engineering containing Station | all forms | exact matches only
EnglishGreek
argon supply stationμονάς παροχής αργόν
auxiliary shutdown stationβοηθητική μονάς για τη θέση εκτός λειτουργίας
car top control stationδιάταξη χειριστηρίου επιθεωρήσεως επί της οροφής του θαλαμίσκου
car top inspection stationδιάταξη χειριστηρίου επιθεωρήσεως επί της οροφής του θαλαμίσκου
cask loading stationσταθμός φορτώσεως δοχείων μεταφοράς
dynamic stationing systemσύστημα διατήρησης της ισορροπίας θαλάσσιας πλωτής εξέδρας
engine stationγεωμετρικός σταθμός μηχανής
feeder stationσταθμός τροφοδοσίας
pendant control stationκρεμαστό κιβώτιο χειρισμού
pumped storage power stationαντλητική υδροηλεκτρική εγκατάσταση
pumped storage stationυδροηλεκτρικό εργοστάσιο αντλουμένου ύδατος
pumping power stationυδροηλεκτρικό εργοστάσιο αντλουμένου ύδατος
return run stationκεφαλή αναστροφής
station elevatorαναβατόριο σταθμού
station elevatorανελκυστήρας αποσκευών
station elevatorανελκυστήρας σταθμού
station elevatorαναβατόριο αποσκευών
station entrance saddleπέδιλο εκτροπής φέροντος καλωδίου
station liftαναβατόριο σταθμού
station liftανελκυστήρας αποσκευών
station liftαναβατόριο αποσκευών
station liftανελκυστήρας σταθμού
station storage unitαποθήκη σταθμού
station-type drillδράπανο με βηματικά περιστρεφόμενη κυλινδρική τράπεζα
station-type drilling machineδράπανο με κυκλικό τραπέζι