Greek | English |
άλλα γάλατα που έχουν υποστεί ζύμωση ή έχουν καταστεί όξινα | other fermented or acidified milk |
βικία η μόνανθος | monantha vetch (Ervum monanthum, Vicia articulata, Vicia monanthos) |
βικία η μόνανθος | one-leaved vetch (Ervum monanthum, Vicia articulata, Vicia monanthos) |
βικία η μόνανθος | one-flowered tare (Ervum monanthum, Vicia articulata, Vicia monanthos) |
βικία η μόνανθος | bard vetch (Ervum monanthum, Vicia articulata, Vicia monanthos) |
βουνιάς η ευζωμοειδής | corn rocket (Bunias erucago) |
βουνιάς η ευζωμοειδής | bunias (Bunias erucago) |
γλεύκος νωπών σταφυλιών του οποίου η ζύμωση διακόπηκε με προσθήκη αλκοόλης | fresh grape must with fermentation arrested by the addition of alcohol |
εγκατάσταση αποθήκευσης, συντήρησης ή συσκευασίας | temporary storage, preparation or packaging stations |
ενδείξεις ή σήματα που επιτρέπουν την αναγνώριση της παρτίδας στην οποία ανήκει ένα τρόφιμο | indications or marks identifying the lot to which a foodstuff belongs |
ζύμες φυσικές, ενεργοί ή αδρανείς; ζύμες τεχνητές παρασκευασμένες | prepared baking powders |
ζύμες φυσικές, ενεργοί ή αδρανείς; ζύμες τεχνητές παρασκευασμένες | natural yeasts active or inactive |
ηπατοπολτός χήνας ή πάπιας | pâté de foie gras |
ηπατοπολτός χήνας ή πάπιας | liver paste |
καβουρμάς πάπιας ή χήνας | preserved goose |
καβουρμάς πάπιας ή χήνας | preserved duck |
καολίνης, βαρύς ή ελαφρύς | kaolin |
καολίνης, βαρύς ή ελαφρύς | kaolin, light or heavy |
καολίνης, βαρύς ή ελαφρύς | aluminium silicate |
κράμβη η λαχανώδης | cauliflower (Brassica oleracea var. botrytis) |
μελάσσαι αρωματισμέναι ή τεχνικώς κεχρωσμέναι περιλαμβανομένης και της δια βανίλλης ή βανιλλίνης αρωματισμένης σακχάρεως | flavoured or coloured molasses |
παρασκευάσματα για τη διατροφή των παιδιών ή για διαιτητικές ή μαγειρικές χρήσεις | preparations of a kind used as infant food or for dieting or culinary purposes |
παστινάκη η εδώδιμος | parsnip (Pastinaca sativa) |
πικρό αλκοολούχο ποτό ή bitter | bitter-tasting spirit drink or bitter |
πολτός συκωτιού χήνας ή πάπιας | pâté de foie gras |
πολτός συκωτιού χήνας ή πάπιας | liver paste |
ραφανίς η εδώδιμος | black radish (Raphanus sativus var. niger) |
ραφανίς η εδώδιμος | Spanish radish (Raphanus sativus var. niger) |
τυριά και πηγμένο γάλα για τυρί, άλλα από τα τριμμένα ή σε σκόνη | cheese and curd, not grated or powdered |
τυριά πρόβεια ή βουβαλίσια | cheese of sheep's milk or buffalo milk |
φρούτα σε κονσέρβες ή γυάλινα δοχεία | canned or bottled fruit |
χηνοπόδιον η κουινόα | quinoa (Chenopodium quinoa) |
χρήση σιτηρών η οποία δεν αφορά την διατροφή | non-food use of cereals |
χυμοσίνη ή ρεννίνη | rennin |
χυμοσίνη ή ρεννίνη | chymosin |
χυμός κάθε άλλου φρούτου ή λαχανικού | vegetable juice |
ψημένο ή καμένο | heated |
ψημένο ή καμένο | burnt |
όρυζα η γλοιώδης | glutinous rice (Oryza sativa var. glutinosa) |