DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing μορφή | all forms
GreekEnglish
αεροδυναμική μορφήshroud
αεροδυναμική μορφήstreamlining
αεροδυναμική μορφήfairing
αεροδυναμική μορφή μιας μηχανήςstreamlining of the engine
αεροδυναμική μορφή μιας μηχανήςlocomotive fairing
αεροδυναμική μορφή του κάτω μέρους ενός οχήματοςstreamlining of the lower parts of a vehicle
ακανόνιστη μορφήdistorted shape
αποβάθρα υπό μορφή νησίδαςisland platform
αύξουσα μορφήincremental form
γραμμή σε μορφή βρόχουloop line
εμπόρευμα σε υγρή μορφήliquid goods
εξελικτική μορφή περιτυπώματοςgauge of the future
κατασκευή με τη μορφή των γραμμών ροήςstream line construction
κρηπίδωμα υπό μορφή νησίδαςisland platform
μορφή κατακερματισμούfragmentation pattern
μορφή οδούform of way
μορφή πέλματος ελαστικούtread design
μορφή πέλματος ελαστικούtread pattern
μορφή πέλματος ελαστικούpattern
μορφή φυσικής ταλάντωσηςnatural vibration form
μορφή χωριστών τμημάτωνdistinct parts version
πλώρη με μορφή κουταλιούspoon shaped fore part
Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Κροατίας για το σύστημα οικοσημείων που πρόκειται να εφαρμοστεί στην κροατική διαμετακομιστική κυκλοφορία μέσω της Αυστρίας από την 1η Ιανουαρίου 2003Agreement in the form of an Exchange of Letters between the European Community and the Republic of Croatia concerning the system of ecopoints to be applied to Croatian transit traffic through Austria as from 1 January 2003
συνεκμετάλλευση με τη μορφή της κοινοπραξίαςpooling
συνεκμετάλλευση με τη μορφή της κοινοπραξίαςPool
υπεραστικός κύκλος που χαρακτηρίζεται από σύνθετη μορφή οδήγησηςextra-urban cycle characterised by a synthesised driving pattern