DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing καλώδιο | all forms
GreekFrench
έλξη με καλώδιοremorquage mécanique:traction par câble
ανάρτηση εγκάρσια εύκαμπτη με καλώδιοsuspension transversale souple
ανάρτηση εγκάρσια εύκαμπτη με καλώδιοsuspension transversale souple par fil ou câble
ανάρτηση εγκάρσια εύκαμπτη με καλώδιοportique souple
ανάρτηση με εγκάρσιο καλώδιοsuspension par câble transversal
ανώτερο εγκάρσιο καλώδιοtransversal supérieur
βοηθητικό καλώδιοcâble de secours
βοηθητικό φέρον καλώδιοporteur auxiliaire
βοηθητικό φέρον καλώδιοcâble porteur auxiliaire
γραμμή επαφής χωρίς φέρον καλώδιοligne de contact sans câble porteur
ευλίγιστος πυλώνας με εγκάρσιο καλώδιοportique souple à câble transversal
εφεδρικό καλώδιοcâble de secours
εύκαμπτος πυλώνας με εγκάρσιο καλώδιοportique souple à câble transversal
καλώδιο ανύψωσηςcable de relevage
καλώδιο ασφαλείαςcâble de secours
καλώδιο για την επιστροφή του ρεύματοςartère de retour
καλώδιο εγκάρσιο εξισορρόπησηςtransversal de réglage
καλώδιο εγκάρσιο εξισορρόπησηςtransversal d'équilibre
καλώδιο εγκάρσιο ρύθμισηςtransversal de réglage
καλώδιο εγκάρσιο ρύθμισηςtransversal d'équilibre
καλώδιο επιστροφής ρεύματοςartère de retour
καλώδιο κατά το μήκος αμαξοστοιχίαςligne de train
καλώδιο οδηγόςcâble de radioguidage
καλώδιο πηδαλίουdrosse
καλώδιο προσδέσεως αλεξιπτώτωνcâble de parachutage
καλώδιο πρόσδεσηςécubier de corps mort
καλώδιο πρόσδεσηςcâble de retenue ou de montée
καλώδιο πυροδότησης εκρηκτικώνmèched'allumage
καλώδιο στέγηςligne de toiture
καλώδιο συλλέκτηcâble de trolley
καλώδιο του τρόλεϋfil trolley
καλώδιο του τρόλεϋfil tramway
καλώδιο τροφοδοσίαςcâble ombilical
καλώδιο φρένωνcâble de frein
κύριο φέρον καλώδιοporteur principal
κύριο φέρον καλώδιοcâble porteur principal
μηχανισμός πηδαλιουχίας με καλώδιοappareil à gouverner à drosses
οδηγό καλώδιοcâble directeur
οδηγόν καλώδιο τρόλεϋfil trolley
οδηγόν καλώδιο τρόλεϋfil tramway
πηδαλιουχία με καλώδιοcommande par drosses
προστατευμένο ηλεκτρικό καλώδιοcâble électrique protégé
ταχύφλεκτο εκρηκτικό καλώδιοcordeau détonant
φέρον και έλκον καλώδιοcâble porteur-tracteur
φέρον καλώδιο αυτορρυθμιζόμενης τάσηςporteur régularisé
φέρον καλώδιο αυτορρυθμιζόμενης τάσηςcâble porteur régularisé