Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Transport
containing
αποθήκη
|
all forms
Greek
German
αποθήκη
άλατος
Salzlagerhalle
αποθήκη
άνθρακα
Kohlenbahnhof
αποθήκη
αλεξιπτώτων
Fallschirmraum
αποθήκη
αποσκευών
Gepaecktraeger
αποθήκη
αποσκευών
Handgepäckraum
αποθήκη
αποσκευών
Gepäckraum
αποθήκη
αποστολών
Versandschuppen
αποθήκη
αποστολών
Versandhalle
αποθήκη
αποστολών
Verladehalle
αποθήκη
ασφαλιστικών περονών
Sicherungsstiftbord
αποθήκη
αχρήστων
Ausschußlager
αποθήκη
βενζίνης
Tankstelle
αποθήκη
βενζίνης
Benzinlager
αποθήκη
βομβών
Bombenschacht
αποθήκη
βομβών
Bombenraum
αποθήκη
γαιάνθρακα
Kohlenbunker
αποθήκη
εισαγωγής
Einfuhrtanklager
αποθήκη
εμπορευμάτων έξω από το σταθμό
Stadtannahmestelle für Stückgut
αποθήκη
εμπορευμάτων έξω από το σταθμό
Annahmestelle für Stückgut
αποθήκη
εμπορευμάτων έξω από το σταθμό
Annahmeagentur für Stückgut
αποθήκη
εργαλείων
Werkzeugraum
αποθήκη
ιστίων
Segelmacherei
αποθήκη
ιστίων
Segelkoje
αποθήκη
καυσίμων ασφαλείας
Sicherheitstank
αποθήκη
μεταφόρτωσης
Umladehalle
αποθήκη
πάγου
Eisbunker
αποθήκη
πάγου
Eisbehaelter
αποθήκη
παλαιού υλικού
Altmateriallager
αποθήκη
πλώρης
Magazin
αποθήκη
πρύμνης
Proviantraum
αποθήκη
στεγανού
Hellegatt
αποθήκη
συρματοσχοίνων
Trossenkasten
αποθήκη
συρματοσχοίνων
Kabelgatt
αποθήκη
σχοινιών
Herft
αποθήκη
σύνδεσης
Verteilertanklager
αποθήκη
φορτίου
Frachtraum
αποθήκη
φορτίου
Laderaum
αποθήκη
φορτίου
Fracht
αποθήκη
φρούτων
Obstschuppen
βοηθητική
αποθήκη
καυσίμου
Reservekraftstoff
βοηθητική
αποθήκη
καυσίμου
Reservekraftstoffbehälter
εμπρός
αποθήκη
Waffenraum
ιδιωτική διαμετακομιστική
αποθήκη
Privatzollager
κύρια
αποθήκη
καυσίμου
Betriebskraftstoff
κύρια
αποθήκη
καυσίμου
Betriebskraftstoffbehälter
πίσω
αποθήκη
Raketenmotorraum
Get short URL