DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing Μέγιστο φορτίο | all forms | in specified order only
GreekEnglish
δομικά μέγιστο ωφέλιμο φορτίοmaximum structural payload
μέγιστο διαθέσιμο φορτίοmaximum disposable load
μέγιστο επιτρεπόμενο ασκούμενο φορτίοmaximum authorized drawbar load
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοworking load
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοcarrying capacity
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοload limit
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοmaximum load
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοmaximum admissible load
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίοmaximum load rating
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο κατά άξοναmaximum axle load
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο κατά άξοναmaximum load per axle
μέγιστο επιτρεπόμενο φορτίο κατά άξοναmaximum admissible axle load
μέγιστο κατακόρυφο φορτίοmaximum vertical load
μέγιστο οριακό φορτίο μιας μηχανήςtonnage rating
μέγιστο τεχνικώς αποδεκτό κατακόρυφο φορτίοtechnically permissible maximum vertical load
μέγιστο φορτίοfull load
μέγιστο φορτίο ανά τρέχον μέτροmaximum load per running metre
μέγιστο φορτίο ενός οχήματοςmaximum load of a vehicle
μέγιστο φορτίο ενός οχήματοςcarrying capacity of a vehicle
μέγιστο φορτίο τροχού/άξονα σε κατάσταση ακινησίαςmaximum stationary wheel/axle load