DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Transport containing voltage | all forms | exact matches only
EnglishGreek
constant-voltage chargeφόρτιση υπό σταθερή τάση
dual-voltage locomotiveμηχανή δύο τάσεων
high-voltage pulseώση υψηλής τάσης
high-voltage pulseπαλμός υψηλής τάσης
high-voltage pulsed track circuitκύκλωμα γραμμής με ρευματωθήσεις υψηλής τάσης
holding voltageτάση συγκράτησης
low-voltage lineγραμμή χαμηλής τάσης
mean useful voltageμέση ωφέλιμη τάση
mean useful voltage zoneμέση ωφέλιμη τάση ζώνης
mean useful voltage trainμέση ωφέλιμη τάση σε αμαξοστοιχία
normal voltageτάση λειτουργίας
power-supply voltageτάση τροφοδότησης
regulation of the on-load voltageρύθμιση τάσης υπό φορτίο
starting peak voltageαιχμή τάσης εκκίνησης
variable voltage controlρύθμιση με μεταβολή της τάσης
voltage change-over deviceσυσκευή αλλαγής της τάσης
voltage identification deviceσυσκευή αναγνώρησης της τάσης
voltage relayρελέ τάσης
voltage relayηλεκτρονόμος τάσης